Του Κώστα Κωστόπουλου.
Μερικές στιγμές στην Ιστορία χαράσσονται στη συλλογική μνήμη, αποτελούν σημεία αναφοράς. Σαν σήμερα, Σάββατο 6 Δεκέμβρη 2008, ήταν μια τέτοια στιγμή.
Σαββατόβραδο και η είδηση της δολοφονίας του Αλ. Γρηγορόπουλου ηλεκτρίζει απ’ άκρη σ’ άκρη ολόκληρη τη χώρα. Δεν περνούν δύο ώρες και η νεολαία, το ίδιο βράδυ, αντανακλαστικά βγαίνει στους δρόμους. Η πρώτη εξέγερση, διεθνώς, μέσα στην κρίση μόλις αρχίζει. Τα συσσωρευμένα αδιέξοδα της νεολαίας θα διαδηλώνουν στο δρόμο καθημερινά και πανελλαδικά για τις επόμενες δύο βδομάδες.
Την Κυριακή, στη Θεσσαλονίκη, διοργανώνεται συλλαλητήριο. Η μαζικότητα είναι εξαιρετικά μεγάλη, ειδικά αν συνυπολογισθεί η παντελής έλλειψη προετοιμασίας. Το σύνθημα «Να φύγει η κυβέρνηση των δολοφόνων» βάζει τη σφραγίδα. Δευτέρα κλείνουν όλες οι σχολές και τα σχολεία και κατεβαίνουν στο δρόμο μαθητές και φοιτητές. Αυτοί θα είναι ο βασικός κορμός της εξέγερσης, που θα κατεβαίνει στο δρόμο, θα συγκρούεται με τα ΜΑΤ και το μέλλον που του ετοιμάζουν. Ακολουθεί πορεία το βράδυ κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώνονται εκτεταμένες σε μέγεθος και συμμετέχοντες συγκρούσεις.
Την Τρίτη το πρωί, για τρίτη συνεχόμενη μέρα, χιλιάδες κόσμου κατεβαίνει στους δρόμους. Το ανθρώπινο ποτάμι, ανοργάνωτο και ασυγκρότητο, μοιάζει εύκολος στόχος για την αστυνομία, η οποία ενώ τις προηγούμενες μέρες έχει ξεσαλώσει, δεν παρεμβαίνει παρά μόνο στο τέλος της πορείας. Η κατάσταση, πλέον, είναι εκτός ελέγχου κυβέρνησης.
Η Τετάρτη, 10 Δεκέμβρη, αποτελεί κορύφωση, αφού έχει εξαγγελθεί γενική απεργία πριν από τα γεγονότα. Για να αποφύγει τα «έκτροπα», η κυβέρνηση πιέζει να αναβληθούν οι διαδηλώσεις. Το ΕΚΘ δεν αλλάζει στα λόγια, στην πράξη όμως προσπαθεί να περιοριστεί όσο είναι δυνατόν η πορεία. Η οργή του κόσμου, όμως, δεν μπαίνει σε καλούπια. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου πλημμυρίζει την Εγνατία, την Λαγκαδά, την Αγ. Δημητρίου.
Την επόμενη μέρα η ΚΝΕ προσπαθεί να κλείσει πανεπιστήμια και ΤΕΙ, ώστε να μην υπάρξει καμία συλλογική διαδικασία. Συνεχίζει, επί της ουσίας, την στάση που εξαρχής έχει λάβει: να είναι απέναντι στην εξέγερση. Μέχρι τις 19 Δεκέμβρη πορείες γίνονται σε κάθε γωνιά: από την Περαία μέχρι τις δυτικές συνοικίες.
Εκείνες οι μέρες δεν ήταν «κανονικές» μέρες για τη Θεσσαλονίκη. Η ατμόσφαιρα στο κέντρο μύριζε «μπαρούτι». Φαινόταν στα μάτια του κόσμου, ταυτόχρονα με ένα φόβο (εξαιτίας της αστυνομικής βίας) η χαρά της ενεργητικής εναντίωσης στην άσχημη κατάσταση. Από αυτή την πλευρά θα (πρέπει να) ξαναζήσουμε τέτοιες στιγμές.
Την Κυριακή, στη Θεσσαλονίκη, διοργανώνεται συλλαλητήριο. Η μαζικότητα είναι εξαιρετικά μεγάλη, ειδικά αν συνυπολογισθεί η παντελής έλλειψη προετοιμασίας. Το σύνθημα «Να φύγει η κυβέρνηση των δολοφόνων» βάζει τη σφραγίδα. Δευτέρα κλείνουν όλες οι σχολές και τα σχολεία και κατεβαίνουν στο δρόμο μαθητές και φοιτητές. Αυτοί θα είναι ο βασικός κορμός της εξέγερσης, που θα κατεβαίνει στο δρόμο, θα συγκρούεται με τα ΜΑΤ και το μέλλον που του ετοιμάζουν. Ακολουθεί πορεία το βράδυ κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώνονται εκτεταμένες σε μέγεθος και συμμετέχοντες συγκρούσεις.
Την Τρίτη το πρωί, για τρίτη συνεχόμενη μέρα, χιλιάδες κόσμου κατεβαίνει στους δρόμους. Το ανθρώπινο ποτάμι, ανοργάνωτο και ασυγκρότητο, μοιάζει εύκολος στόχος για την αστυνομία, η οποία ενώ τις προηγούμενες μέρες έχει ξεσαλώσει, δεν παρεμβαίνει παρά μόνο στο τέλος της πορείας. Η κατάσταση, πλέον, είναι εκτός ελέγχου κυβέρνησης.
Η Τετάρτη, 10 Δεκέμβρη, αποτελεί κορύφωση, αφού έχει εξαγγελθεί γενική απεργία πριν από τα γεγονότα. Για να αποφύγει τα «έκτροπα», η κυβέρνηση πιέζει να αναβληθούν οι διαδηλώσεις. Το ΕΚΘ δεν αλλάζει στα λόγια, στην πράξη όμως προσπαθεί να περιοριστεί όσο είναι δυνατόν η πορεία. Η οργή του κόσμου, όμως, δεν μπαίνει σε καλούπια. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου πλημμυρίζει την Εγνατία, την Λαγκαδά, την Αγ. Δημητρίου.
Την επόμενη μέρα η ΚΝΕ προσπαθεί να κλείσει πανεπιστήμια και ΤΕΙ, ώστε να μην υπάρξει καμία συλλογική διαδικασία. Συνεχίζει, επί της ουσίας, την στάση που εξαρχής έχει λάβει: να είναι απέναντι στην εξέγερση. Μέχρι τις 19 Δεκέμβρη πορείες γίνονται σε κάθε γωνιά: από την Περαία μέχρι τις δυτικές συνοικίες.
Εκείνες οι μέρες δεν ήταν «κανονικές» μέρες για τη Θεσσαλονίκη. Η ατμόσφαιρα στο κέντρο μύριζε «μπαρούτι». Φαινόταν στα μάτια του κόσμου, ταυτόχρονα με ένα φόβο (εξαιτίας της αστυνομικής βίας) η χαρά της ενεργητικής εναντίωσης στην άσχημη κατάσταση. Από αυτή την πλευρά θα (πρέπει να) ξαναζήσουμε τέτοιες στιγμές.
Σχόλια