Η συναυλία του ΛΕΞ, την Παρασκευή 21/10 στο Καυτατζόγλειο υπήρξε απόλυτα επιτυχημένη με τους θεατές, που είχαν συρρεύσει από διάφορα μέρη της χώρας, να φτάνουν τις τριάντα πέντε χιλιάδες. Το θέμα απασχόλησε τα ΜΜΕ, μετά τη μεγάλη προβολή της συναυλίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με πολλούς να κάνουν λόγο για ράπερ «φαινόμενο», ενώ άλλους να προβληματίζονται για τη hip-hop και την αποδοχή που γνωρίζει από τη νεολαία. Στα πλαίσια αυτού του άρθρου, που δεν αποτελεί μια κριτική στο έργο του ΛΕΞ, θα αρκεστούμε να γράψουμε πως αδιαμφισβήτητα πρόκειται για έναν ταλαντούχο ράπερ και πως δεν είναι συμπτωματική η επιτυχία των τραγουδιών του στην νεολαία. Ωστόσο, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η επιτυχία του ΛΕΞ οφείλεται εν μέρη και στην συνολική άνοδο που γνωρίζει η hip-hop μουσική τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και ειδικά στον νεότερο κόσμο. Αυτό είναι ίσως και το πραγματικό «φαινόμενο» που συντελείται βουβά στη μουσική πραγματικότητα της χώρας, με τις hip-hop συναυλίες να γεμίζουν συναυλιακούς χώρους τον έναν μετά τον άλλον. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που κάνουν κριτική στο περιεχόμενο και το στυλ της hip-hop, επεκτείνοντας τον προβληματισμό τους στην ίδια την νεολαία, τα ακούσματά της και τις αξίες της. Αν και ένας τέτοιος προβληματισμός έχει βάσεις, ειδικά για ορισμένες εκφάνσεις της hip-hop, όπως η trap (τραπ) –η οποία δεν αφορά αυτό το άρθρο–, δεν ισχύει ακριβώς το ίδιο για το σύνολο της σκηνής. Ούτε βέβαια μπορεί να εξηγηθεί η διεισδυτικότητα που αυτή έχει στην νεολαία. Οι λόγοι γι’ αυτό είναι αρκετοί, σίγουρα περισσότεροι από όσους ακολουθούν.

Μουσική φτιαγμένη από και για τους «από κάτω»

Η hip-hop δεν απαιτεί κάποια ιδιαίτερη γνώση, ούτε ακριβούς εξοπλισμούς για να αναπαραχθεί. Είναι μια μουσική για όσους θέλουν να πουν κάτι. Το περιεχόμενο των στίχων και η σχέση της με το «περιθώριο», οφείλεται εν μέρη ακριβώς σε αυτό, καθημερινοί άνθρωποι, συχνά από χαμηλά κοινωνικά στρώματα, κάνουν μουσική τα βιώματα τους, ό,τι άλλο τους απασχολεί, χωρίς τα φίλτρα της μουσικής βιομηχανίας. Επιπλέον, η σκηνή είναι καχύποπτη προς τα μίντια, τις δισκογραφικές, τους μάνατζερ και γενικά την εμπορευματοποίηση. Το γεγονός ότι η άνοδος της hip- hop στην Ελλάδα έχει γίνει σχετικά βουβά, δεν αφορά μόνο την αποσιώπησή της από τα συστημικά ΜΜΕ, αφορά και τα διαφορετικά κανάλια που επιλέγει η ίδια η σκηνή για να φτάσει στον κόσμο.

Μάταια κοπιάζουν αυτοί που προσφάτως ανακάλυψαν το πολιτικό «θαύμα» της hip-hop –κυρίως από την κεντροαριστερά– και προσπαθούν να την πλευρίσουν, με στόχο να πιάσουν στασίδι σε μια νεολαία που μοιάζει όλο και πιο χαμένη, από το πολιτικό σύστημα

Τα όνειρα και τα αδιέξοδα

Ένα κοινό μοτίβο για την ελληνική hip-hop, ειδικά τα τελευταία χρόνια, είναι αυτό της πραγματοποίησης ή του αγώνα για αυτή, των ονείρων τόσο του καλλιτέχνη, όσο και των «δικών του», μέσα από το ξεπέρασμα αδιεξόδων και δυσκολιών. Η φτώχεια, οι διακρίσεις, το περιθώριο, η παρακμή, όλα μαζί φανερώνουν όψεις της Ελλάδας στο σήμερα. Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργη η ταύτιση νεότερου κόσμο με αυτό το περιεχόμενο. Παράλληλα, η hip-hop, ενώ διατηρεί τον ρομαντισμό της επίτευξης των ατομικών ονείρων, ξεφεύγει από κλασικά σχήματα και περιεχόμενα, που αφορούν π.χ. τον έρωτα, την καλοπέραση και τα ειδυλλιακά μέρη. Τέτοια περιεχόμενα είναι σχεδόν ξένα για τη hip-hop, η οποία αναφέρεται σε βιώματα ανθρώπων που εξελίσσονται σε τσιμεντουπόλεις, φτωχές γειτονιές, πάρκα και πλατείες.

Αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια σε εχθρικό περιβάλλον

Αυτό που είναι βέβαιο, είναι πως η εκφορά της hip-hop, η αλληλεγγύη για την οικογένεια, τη γειτονία, την κοινότητα, μαζί με την πεποίθηση ότι θα τα καταφέρουμε κόντρα σε όλα, εμπεριέχει μια μορφή αξιοπρέπειας για το κοινό της. Είναι μια στάση που δεν το βάζει κάτω σε δύσκολους καιρούς. Για την κουλτούρα αυτή, το κράτος, οι θεσμοί, η εξουσία είναι ντε φάκτο εχθρικοί προς τους από κάτω, ενώ συχνά θα συναντήσει κανείς και ταξικές διαστάσεις ως προς την κριτική που κάνει η hip-hop στην κοινωνία. Με αυτό το δεδομένο, τα μέλη της hip-hop κουλτούρας, είναι περήφανα για όποιον τα καταφέρνει σε αυτό το περιβάλλον, όπως και αν το κάνει αυτό. Η μικρή παραβατικότητα παρουσιάζεται συχνά σαν αναπόφευκτη και προτιμότερη από το να «ξεπουληθεί» κανείς στο σύστημα, ξεχνώντας τις ρίζες του.

Όνειρα που ελίσσονται ανάμεσα σε αδιέξοδα, σκληρό παρόν και μαύρο μέλλον, μια χώρα σε παρακμή, αποκλεισμοί, ένα κράτος εχθρικό και διεφθαρμένο αλλά και περηφάνια και αξιοπρέπεια απέναντι σε όλα αυτά, για όσους ακόμη παλεύουν να ζήσουν αλλιώς, να μείνουν αυθεντικοί.

Δεν μοιάζει και τόσο ανησυχητικό, αυτά να μιλούν στην ψυχή της νεολαίας. Προφανώς, υπάρχουν και πολλά αρνητικά για να πει κανείς (φιλογκανγκστερισμός, αυτοαναφορικότητα, σεξισμός, φιλοπλουτισμός κ.λπ.). Ωστόσο η hip-hop θα πρέπει να μην κριθεί στα μέτρα της στρατευμένης τέχνης του παρελθόντος, αλλά και να αναλογιστούμε πως τα αρνητικά σε ένα βαθμό αντανακλούν και την κατάσταση του λαϊκού παράγοντα στις μέρες μας. Σε ό,τι αφορά το υποείδος της trap, το οποίο εξαιρέσαμε στην αρχή, ενώ μοιάζει να εκπληρώνει τα παραπάνω, αποτελεί το πιο συστημικό και σε πολλές περιπτώσεις «ξεπουλημένο» κομμάτι αυτής της σκηνής, ενώ για όσα προβάλλει, η ίδια η hip-hop κάνει σκληρή κριτική.

Όσο δε για εκείνους που προσφάτως ανακάλυψαν το πολιτικό «θαύμα» της hip-hop –κυρίως από την κεντροαριστερά– και προσπαθούν να την πλευρίσουν, με στόχο να πιάσουν στασίδι σε μια νεολαία που μοιάζει όλο και πιο χαμένη, από το πολιτικό σύστημα, μάταια κοπιάζουν. Αφενός, οι βλέψεις τους είναι εκλογικές. Αυτό φαίνεται και –ευτυχώς– λειτουργεί σαν μπούμερανγκ. Αφετέρου, αδυνατούν να αντιληφθούν ότι και εκείνοι βρίσκονται στο ίδιο απεχθές κάδρο του πολιτικού συστήματος, όχι από λάθος ή παρεξήγηση, αλλά δίνοντας καθημερινά εξετάσεις, κέρδισαν επάξια την θέση τους.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!