του Βασίλη Ξυδιά

 

Τι προκάλεσε το δυστύχημα με τη μοιραία Πόρσε; Η ταξική αλαζονεία ή η γενική απαιδευσιά; Είδα τη διαμάχη να μπουρλωτιάζει το διαδίκτυο, και στην αρχή δυσκολεύτηκα να καταλάβω τι ακριβώς διακυβεύεται. Ίσως το τραγικό βάθος αυτής της υπόθεσης να αγγίζει κάποιες βαθύτερες σταθερές ενός φαντασιακού κόσμου που κλονίζεται αν τα πράγματα δεν είναι άσπρο-μαύρο.

Η αλήθεια είναι πως το ανθρωπολογικό προφίλ του νεαρού οδηγού της Πόρσε είναι αρκετά σαφές. Θύμα, πρώτα απ’ όλα ο ίδιος, της κοινωνικής του εικόνας, της αλαζονείας του χρήματος, της δυνατότητας να «είμαι ό,τι δείχνω» και να μη με ενδιαφέρει τίποτε άλλο.

Είναι όμως αυτό εξ ορισμού χαρακτηριστικό της άρχουσας τάξης; Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί το ακριβώς αντίθετο. Ότι υπό κανονικές συνθήκες τα ανώτερα στρώματα είναι οι κατ’ εξοχήν φορείς της παραδεκτής «ευγένειας» (με εισαγωγικά ή και χωρίς), πολλές φορές και με προσωπικό κόστος. Ότι αυτοί είναι κατ’ εξοχήν οι φορείς της ηθικής (της κρατούσας, εννοείται, ηθικής) και επομένως και της εκάστοτε κοινωνικής συνοχής.

Η λογοτεχνία και η ιστορία του ελληνικού μεσοπολέμου είναι γεμάτες από τέτοια παραδείγματα. Κάποια μετάλλαξη όμως πρέπει να συνέβη τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Το βλέπουμε αυτό στον ελληνικό κινηματογράφο του ’50 και του ’60, που σατιρίζει τους καλομαθημένους Ντιντήδες, γόνους των αστικών οικογενειών, και τους κάθε λογής νεόπλουτους. Είναι η παρακμή του αστικού καθωσπρεπισμού, εισερχόμενου από την Ευρώπη, που όμως μέχρι εκείνα τα χρόνια είχε κάποια πραγματική υπόσταση και λειτουργικότητα και στη χώρα μας.

Το αξιοσημείωτο εδώ είναι πως μέχρι εκείνη τη μεταπολεμική περίοδο, Ντιντήδες και νεόπλουτοι είναι δακτυλοδεικτούμενοι και καταγέλαστοι τόσο από τους αστούς όσο και από τον λαό, που εξακολουθεί σε μεγάλο βαθμό να είναι φορέας μιας άλλης, λαϊκής, μη-ατομικιστικής ηθικής, την οποία επίσης βλέπουμε στον ελληνικό κινηματογράφο.

Και οι δύο αυτές αντίπαλες όσο και παράλληλες ηθικές κατέρρευσαν σταδιακά μετά τη μεταπολίτευση, όταν η αύξηση και η άνοδος των νέων μεσοστρωμάτων μετέτρεψε τους νεόπλουτους σε κυρίαρχο λαϊκό τύπο και τους Ντιντήδες σε κυρίαρχη φιγούρα για όλη τη νεολαία. Είναι αυτό που ο Λουκάς Αξελός έχει ονομάσει «νεοσυβαριτισμό».

Είναι ιστορική ειρωνεία, αλλά η ένταξή μας στην Ευρώπη συνοδεύτηκε από την κατάλυση στην Ελλάδα της κλασικής ευρωπαϊκής ηθικής ακόμα και εκεί που αυτή είχε κάποια ερείσματα: στην παλιά ελληνική άρχουσα τάξη. Πλέον κυρίαρχο ηθικό και ανθρωπολογικό πρότυπο –για πλούσιους και φτωχούς– είναι αυτό του μηδενιστικού ατομισμού, της ισχύος και του χρήματος.

Δεν είναι λοιπόν έλλειψη παιδείας, ούτε αποτέλεσμα πολιτισμικής καθυστέρησης. Είναι η «νέα παιδεία», που καταλαμβάνει ολόκληρο τον δυτικό κόσμο και που για διάφορους λόγους η Ελλάδα υπήρξε πρωτοπόρος και σ’ αυτή… Μέχρι κάτι άλλο να φανεί.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!