Σε συνδυασμό με την άνοδο της Κίνας, την οικονομική κρίση του 2008 και την εκδήλωση των ορίων της αμερικανικής ισχύος στον πόλεμο «κατά της τρομοκρατίας», η εμφάνιση στη Λατινική Αμερική, την τελευταία δεκαετία, καθεστώτων που η πολιτική τους κυμαινόταν από μια συντηρητική εσωτερικά, αλλά σχετικά ανεξάρτητη έναντι των ΗΠΑ στάση, μέχρι την απόρριψη της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, την επίθεση στα κοινωνικά και φυλετικά προνόμια και τη ριζοσπαστική αμφισβήτηση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας αποτελεί μία από τις σημαντικές παγκόσμιες αλλαγές που αναδιαμόρφωσαν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Από το Εκουαδόρ μέχρι τη Βραζιλία, εκλεγμένοι ηγέτες και κόμματα απέρριψαν το ΔΝΤ, ανέκτησαν εν μέρει τους φυσικούς πόρους από τις μεγάλες εταιρίες, προώθησαν την περιφερειακή συνεργασία εκτός πλαισίων ΗΠΑ και διαμόρφωσαν ανεξάρτητες συμμαχίες σε όλο τον κόσμο.
Κοινοβουλευτικές εκλογές στη Βενεζουέλα και προεδρικές στη Βραζιλία
Τους επόμενους μήνες θα λάβουν χώρα δύο μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις που θα κρίνουν την έκβαση αυτών των αλλαγών. Οι κοινοβουλευτικές εκλογές στη Βενεζουέλα (26/9) και οι προεδρικές στη Βραζιλία (3/10). Για τον Ούγκο Τσάβες και το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας οι εκλογές θα κρίνουν αν θα επιτύχουν μια πλειοψηφία 2/3 που είναι αναγκαία για την προώθηση των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Τα δυτικά ΜΜΕ και αυτά της Λατινικής Αμερικής που ελέγχονται από τις ελίτ της κάθε χώρας έχουν επιδοθεί σε μια εκστρατεία παραπληροφόρησης και γελοιοποίησης. Διαγράφουν το γεγονός ότι ο Βενεζουελάνος ηγέτης έχει κατορθώσει να μειώσει στο μισό, περίπου, τη φτώχεια, ότι έχει τριπλασιάσει τις κοινωνικές δαπάνες και έχει προωθήσει μια μορφή λαϊκής δημοκρατίας από τα κάτω μεταβιβάζοντας εξουσίες στις τοπικές κοινότητες. «Από την αρχή του χρόνου οι εχθροί της Βενεζουέλας μύρισαν αίμα, καθώς η κυβέρνηση Τσάβες παρέπαιε λόγω των μεγάλων διακοπών ηλεκτρικού ρεύματος εξαιτίας της ξηρασίας, την αδυναμία να ξεπεράσει την ύφεση με μέτρα τόνωσης της οικονομίας –όπως έκανε ο Μοράλες στη Βολιβία– και την αύξηση της δυσαρέσκειας λόγω των υψηλών ποσοστών βίαιων εγκλημάτων» (Guardian 20/8).
Παρά την προπαγάνδα ότι ο Τσάβες είναι ένας δικτάτορας που πνίγει την ελευθερία του Τύπου και εκτελεί τραπεζίτες και επιχειρηματίες και το καθεστώς του πύργος στην άμμο, η αλήθεια είναι ότι έχει αναδειχθεί πρόεδρος μέσα από τρεις απόλυτα ελεύθερες εκλογικές αναμετρήσεις, ότι τα ΜΜΕ της χώρας του κυριαρχούνται από τη χρηματοδοτούμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση –50 εκατ. δολάρια έχουν διοχετεύσει στην προεκλογική εκστρατεία της δεξιάς και άγνωστο πόσα στα ΜΜΕ– και οι ανεπάρκειες της κυβέρνησής του όσον αφορά τις υπηρεσίες οφείλονται, σύμφωνα με τον Guardian, σε θεσμικές αδυναμίες παρά στον αυταρχισμό. Εάν χάσει τις εκλογές, ο Τσάβες θα συναντήσει μεγάλες δυσκολίες στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Και παρόλο που αναμένεται να αυξηθεί η δύναμη της δεξιάς η οποία είχε μποϊκοτάρει τις προηγούμενες εκλογές, η ήττα δεν φαίνεται πιθανή. Πολλώ δε μάλλον που η κυβέρνηση έχει κατορθώσει να ελέγξει την εγκληματικότητα και να μειώσει την απειλή πολέμου με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ Κολομβία, μετά την επαναπροσέγγιση που σημειώθηκε πρόσφατα μεταξύ των δύο χωρών.
Ακόμη πιο κρίσιμες είναι οι εκλογές στη Βραζιλία. Η ανάδειξη της Βραζιλίας σε σημαντική οικονομική δύναμη υπό τον Λούλα ντα Σίλβα συνέβαλε στις αλλαγές σε όλη τη Λατινική Αμερική. Παρόλο που η πολιτική του υπολειπόταν πολύ σε ριζοσπαστικότητα και ήταν φιλική προς τις άρχουσες ελίτ, παρείχε ζωτική υποστήριξη στα κοινά σχέδια της ηπείρου και ακολούθησε μια διαφοροποιημένη από τους Αμερικανούς εξωτερική πολιτική. Η υποψήφια του Κόμματος των Εργαζομένων Ντίλμα Ρούσεφ, την οποία στηρίζει ο Λούλα που δεν μπορεί λόγω συνταγματικών περιορισμών να είναι για τρίτη φορά υποψήφιος, αντιμετωπίζει έναν αντίπαλο, τον Χοσέ Σέρα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, που ουσιαστικά αδυνατεί να διαφοροποιηθεί από την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων Λούλα.
Η εκλογική του ρητορική στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην αποκήρυξη της συνεργασίας με τους Τσάβες και Μοράλες, στην κριτική του Λούλα επειδή τους υποστήριξε και δεν αναγνώρισε την κυβέρνηση πραξικοπηματιών της Ονδούρας, και στις προσπάθειες να παίξει η Βραζιλία μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Η εκλογή της Ρούσεφ είναι μάλλον βέβαιη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, και παρά το γεγονός ότι δεν προτίθεται να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις υπέρ των φτωχών, η στάση της έναντι των μπολιβαριανών καθεστώτων φαίνεται πολύ πιο ανεκτική και συμπαθής απ’ αυτή του Σέρα που συντάσσεται, πλήρως, με τις ΗΠΑ. Και αυτό αποτελεί κρίσιμο παράγοντα, τούτη τη στιγμή, για τη Λατινική Αμερική.
Εάν στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις ηττηθούν οι δεξιές δυνάμεις, οι ΗΠΑ και οι υποστηρικτές τους αναμφίβολα θα επιχειρήσουν άλλο τρόπο παρέμβασης στη Λατινική Αμερική. Η υποστήριξη του αιματηρού πραξικοπήματος στην Ονδούρα δείχνει ότι θα ακολουθηθεί η ίδια τακτική σε ευάλωτες χώρες όπως η Παραγουάη ή η Γουατεμάλα. Παράλληλα οι ΗΠΑ αναβαθμίζουν τη στρατιωτική τους παρουσία τόσο στην Κολομβία όσο και στην Κόστα Ρίκα. Ωστόσο, τα πράγματα δεν θα είναι τόσο απλά γι’ αυτές, όσο διατηρείται μια σχετικά ανεξάρτητη πορεία εκ μέρους βασικών χωρών της ηπείρου και απονομιμοποιείται η αμερικανική πολιτική.
Τους επόμενους μήνες θα λάβουν χώρα δύο μεγάλες εκλογικές αναμετρήσεις που θα κρίνουν την έκβαση αυτών των αλλαγών. Οι κοινοβουλευτικές εκλογές στη Βενεζουέλα (26/9) και οι προεδρικές στη Βραζιλία (3/10). Για τον Ούγκο Τσάβες και το Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας οι εκλογές θα κρίνουν αν θα επιτύχουν μια πλειοψηφία 2/3 που είναι αναγκαία για την προώθηση των κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Τα δυτικά ΜΜΕ και αυτά της Λατινικής Αμερικής που ελέγχονται από τις ελίτ της κάθε χώρας έχουν επιδοθεί σε μια εκστρατεία παραπληροφόρησης και γελοιοποίησης. Διαγράφουν το γεγονός ότι ο Βενεζουελάνος ηγέτης έχει κατορθώσει να μειώσει στο μισό, περίπου, τη φτώχεια, ότι έχει τριπλασιάσει τις κοινωνικές δαπάνες και έχει προωθήσει μια μορφή λαϊκής δημοκρατίας από τα κάτω μεταβιβάζοντας εξουσίες στις τοπικές κοινότητες. «Από την αρχή του χρόνου οι εχθροί της Βενεζουέλας μύρισαν αίμα, καθώς η κυβέρνηση Τσάβες παρέπαιε λόγω των μεγάλων διακοπών ηλεκτρικού ρεύματος εξαιτίας της ξηρασίας, την αδυναμία να ξεπεράσει την ύφεση με μέτρα τόνωσης της οικονομίας –όπως έκανε ο Μοράλες στη Βολιβία– και την αύξηση της δυσαρέσκειας λόγω των υψηλών ποσοστών βίαιων εγκλημάτων» (Guardian 20/8).
Παρά την προπαγάνδα ότι ο Τσάβες είναι ένας δικτάτορας που πνίγει την ελευθερία του Τύπου και εκτελεί τραπεζίτες και επιχειρηματίες και το καθεστώς του πύργος στην άμμο, η αλήθεια είναι ότι έχει αναδειχθεί πρόεδρος μέσα από τρεις απόλυτα ελεύθερες εκλογικές αναμετρήσεις, ότι τα ΜΜΕ της χώρας του κυριαρχούνται από τη χρηματοδοτούμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση –50 εκατ. δολάρια έχουν διοχετεύσει στην προεκλογική εκστρατεία της δεξιάς και άγνωστο πόσα στα ΜΜΕ– και οι ανεπάρκειες της κυβέρνησής του όσον αφορά τις υπηρεσίες οφείλονται, σύμφωνα με τον Guardian, σε θεσμικές αδυναμίες παρά στον αυταρχισμό. Εάν χάσει τις εκλογές, ο Τσάβες θα συναντήσει μεγάλες δυσκολίες στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Και παρόλο που αναμένεται να αυξηθεί η δύναμη της δεξιάς η οποία είχε μποϊκοτάρει τις προηγούμενες εκλογές, η ήττα δεν φαίνεται πιθανή. Πολλώ δε μάλλον που η κυβέρνηση έχει κατορθώσει να ελέγξει την εγκληματικότητα και να μειώσει την απειλή πολέμου με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ Κολομβία, μετά την επαναπροσέγγιση που σημειώθηκε πρόσφατα μεταξύ των δύο χωρών.
Ακόμη πιο κρίσιμες είναι οι εκλογές στη Βραζιλία. Η ανάδειξη της Βραζιλίας σε σημαντική οικονομική δύναμη υπό τον Λούλα ντα Σίλβα συνέβαλε στις αλλαγές σε όλη τη Λατινική Αμερική. Παρόλο που η πολιτική του υπολειπόταν πολύ σε ριζοσπαστικότητα και ήταν φιλική προς τις άρχουσες ελίτ, παρείχε ζωτική υποστήριξη στα κοινά σχέδια της ηπείρου και ακολούθησε μια διαφοροποιημένη από τους Αμερικανούς εξωτερική πολιτική. Η υποψήφια του Κόμματος των Εργαζομένων Ντίλμα Ρούσεφ, την οποία στηρίζει ο Λούλα που δεν μπορεί λόγω συνταγματικών περιορισμών να είναι για τρίτη φορά υποψήφιος, αντιμετωπίζει έναν αντίπαλο, τον Χοσέ Σέρα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, που ουσιαστικά αδυνατεί να διαφοροποιηθεί από την οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων Λούλα.
Η εκλογική του ρητορική στηρίζεται κατά κύριο λόγο στην αποκήρυξη της συνεργασίας με τους Τσάβες και Μοράλες, στην κριτική του Λούλα επειδή τους υποστήριξε και δεν αναγνώρισε την κυβέρνηση πραξικοπηματιών της Ονδούρας, και στις προσπάθειες να παίξει η Βραζιλία μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Η εκλογή της Ρούσεφ είναι μάλλον βέβαιη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, και παρά το γεγονός ότι δεν προτίθεται να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις υπέρ των φτωχών, η στάση της έναντι των μπολιβαριανών καθεστώτων φαίνεται πολύ πιο ανεκτική και συμπαθής απ’ αυτή του Σέρα που συντάσσεται, πλήρως, με τις ΗΠΑ. Και αυτό αποτελεί κρίσιμο παράγοντα, τούτη τη στιγμή, για τη Λατινική Αμερική.
Εάν στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις ηττηθούν οι δεξιές δυνάμεις, οι ΗΠΑ και οι υποστηρικτές τους αναμφίβολα θα επιχειρήσουν άλλο τρόπο παρέμβασης στη Λατινική Αμερική. Η υποστήριξη του αιματηρού πραξικοπήματος στην Ονδούρα δείχνει ότι θα ακολουθηθεί η ίδια τακτική σε ευάλωτες χώρες όπως η Παραγουάη ή η Γουατεμάλα. Παράλληλα οι ΗΠΑ αναβαθμίζουν τη στρατιωτική τους παρουσία τόσο στην Κολομβία όσο και στην Κόστα Ρίκα. Ωστόσο, τα πράγματα δεν θα είναι τόσο απλά γι’ αυτές, όσο διατηρείται μια σχετικά ανεξάρτητη πορεία εκ μέρους βασικών χωρών της ηπείρου και απονομιμοποιείται η αμερικανική πολιτική.
(Πηγή: Seumas Milne «The transformation of Latin America is a global advance», – Guardian 20/8/2010)
Σχόλια