Ο 61ος κύκλος των ελληνοτουρκικών διαβουλεύσεων ολοκληρώθηκε κι όλα είναι έτοιμα για την επόμενη συνάντηση των Αθηνών.

Η τουρκική πλευρά υπερτονίζει το «θετικό βήμα» που συνιστά η επανεκκίνηση των διαβουλεύσεων και υπογραμμίζει το «καλό κλίμα» που επικράτησε κατά την συνάντηση των δύο αντιπροσωπειών. Η ελληνική πλευρά δείχνει πιο συγκρατημένη. Ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας την χαρακτήρισε σοβαρή αλλά όχι σημαντική και κρίσιμη για τις σχέσεις των δύο χωρών. Ο πρωθυπουργός, με αφορμή την υπογραφή της συμφωνίας με τη Γαλλία για την αγορά των αεροσκαφών Rafale που ακολούθησε αμέσως μετά τη συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη, έσπευσε να καθησυχάσει την Τουρκία δηλώνοντας ότι η ενίσχυση της πολεμικής αεροπορίας δεν συνιστά πράξη που στρέφεται κατά των συμμάχων. Ήθελε έτσι να στείλει ένα ακόμα σαφές μήνυμα προς κατευνασμό της Άγκυρας .

Άδικος κόπος. Η Τουρκία, δια του υπουργού Άμυνας, λίγο πριν αρχίσουν οι συνομιλίες, είχε κατηγορήσει την Ελλάδα ότι κάνει παράνομα ναυτικές ασκήσεις στο «αποστρατιωτικοποιημένο» Α. Αιγαίο κι είχε ευθέως απειλήσει όχι μόνο για «ατύχημα» αλλά και για ανάληψη πρωτοβουλιών αποτροπής. Μία ημέρα μετά τη συνάντηση η τουρκική αεροπορία «παρενόχλησε» στρατιωτικές ασκήσεις της Ελλάδας και της Γαλλίας στη Ν.Α. Μεσόγειο ενώ ο τουρκικός τύπος, με διατεταγμένα δημοσιεύματα, ανακάλυψε απειλές κατά της Τουρκίας με την εγκατάσταση βάσης αμερικάνικων ελικοπτέρων στην Αλεξανδρούπολη. Αντί να διαμαρτυρηθεί η Ρωσία, που είναι και ο αντικειμενικός στόχος της νέας αμερικάνικης βάσης, διαμαρτύρεται η Τουρκία που επιμένει να βλέπει απειλές και από τις ΗΠΑ.

Οι αντιδράσεις των δύο χωρών ήταν αναμενόμενες. Η Τουρκία δείχνει ευχαριστημένη με τη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης γιατί κατάφερε να θέσει τη δική της ατζέντα, νομιμοποιώντας και καθιστώντας διμερείς διαφορές το σύνολο των -μονομερών έως τώρα- διεκδικήσεων της σε Αιγαίο, Θράκη, κυριότητα νήσων και νησίδων, εναέριο χώρο, ΑΟΖ Ν.Α. Μεσογείου κ.λπ. Η επιμονή της να χαρακτηρίζει τις διερευνητικές συνομιλίες «διαπραγματεύσεις» δεν είναι απλά θέμα χρήσης των όρων. Ταυτόχρονα απομάκρυνε με τον πιο επίσημο τρόπο κάθε προοπτική και ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων από την Ε.Ε. Οι δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης, περί επικράτησης της θετικής ατζέντας και αναίρεσης των λόγων για συζητήσεις περί κυρώσεων, μαρτυρά και το βασικό στόχο των γερμανικών πιέσεων για τον ελληνοτουρκικό διάλογο. Τέλος, ο Ερντογάν, με την επίδειξη διαλλακτικού προσωπείου επιχειρεί να κερδίσει χρόνο, και το καταφέρνει, μέχρι να αποσαφηνιστεί ο προσανατολισμός και το εύρος των πιέσεων που θα δεχθεί από τη νέα διοίκηση Μπάιντεν στις ΗΠΑ.

Η ελληνική πλευρά δείχνει συγκρατημένη γιατί συναισθάνεται ότι ο κύκλος των διερευνητικών επαφών και η Πενταμερής άτυπη διάσκεψη για το Κυπριακό που ακολουθεί, θα αυξήσουν τις διεθνείς πιέσεις για αποδοχή παραχωρήσεων. Όσο και αν η πολιτική ελίτ έχει αποδεχθεί τη λογική των επώδυνων συμβιβασμών δεν παύει να ανησυχεί για το εύρος του κύκλου των αναταράξεων που διαφαίνονται και κυρίως για τους κινδύνους της σταθερότητας του συστήματος και της διάσωσής της.

Ένταση των διεθνών πιέσεων σε βάρος της χώρας

Η ελληνική διπλωματία, ανελλιπώς τις τελευταίες δεκαετίες, έχει επενδύσει τις όποιες πρωτοβουλίες της στην εξυπηρέτηση των επιλογών της δυτικής συμμαχίας με την ελπίδα ότι η τελευταία θα διασώσει, αν όχι τη χώρα από την ταπείνωση, τουλάχιστον το πολιτικό σύστημα από την αστάθεια και την πολιτική ελίτ από τον διασυρμό. Άλλοτε η τακτική αυτή απέφερε καρπούς. Σήμερα τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά και οι στόχοι του αστικού πολιτικού κόσμου έωλοι περισσότερο από ποτέ.

Η βασική πλευρά της διεθνούς συγκυρίας είναι ότι απουσιάζει μια συνολικά αποδεκτή από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις γεωπολιτική αρχιτεκτονική. Όχι μόνο για την περιοχή μας αλλά και παγκόσμια. Ταυτόχρονα απουσιάζει ένας πόλος ισχύος (ΗΠΑ ή ΗΠΑ και σύμμαχοι τους) ικανός να επιβάλει αυτή την παγκόσμια αρχιτεκτονική. Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε δύση με έντονα εσωτερικά προβλήματα. Η αποχώρηση τους, όσο και αν στην πραγματικότητα σήμαινε τη δραστηριοποίηση τους μέσω τρίτων, δεν ήταν απλά μια επιλογή της διοίκησης Τραμπ. Ήταν ταυτόχρονα ομολογία αδυναμίας επιβολής των στρατηγικών επιδιώξεων της, γεγονός που δεν έπαψε να ισχύει και σήμερα ανεξάρτητα από τους σχεδιασμούς Μπάιντεν.

Όσο η Ελλάδα επενδύει τη διάσωσή της στη «μεγαθυμία» των ισχυρών της «συμμάχων», τόσο εκτίθεται στις αντιστροφές της συγκυρίας κι είναι πιθανό να βρεθεί θύμα των ανταγωνισμών τους

Ταυτόχρονα και η Ε.Ε. βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία χάραξης μια ενιαίας εξωτερικής πολιτικής με τους δύο πυλώνες της -Γερμανία και Γαλλία- να επιλέγουν διαφορετικούς δρόμους. Το Βερολίνο σχεδιάζει επαναδραστηριοποίηση σε Βαλκάνια, Μ. Ανατολή και Β. Αφρική, αξιοποιώντας τις νεοοθωμανικές βλέψεις του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας, ενώ η Γαλλία θέλει να εκμεταλλευτεί το «κενό» των ΗΠΑ επιβάλλοντας τη δική της ατζέντα στην περιοχή και συγκρουόμενη -προς το παρόν- με την Τουρκία. Προς το παρόν γιατί οι ανταγωνισμοί εντός της Ε.Ε. συνυπάρχουν με την αναζήτηση ισορροπιών και το «ανελέητο παζάρι» διαμόρφωσης των όρων ανακατανομής ισχύος.

Μέσα σε αυτό το διεθνές τοπίο οι συμμαχίες ή συνεργασίες που διαμορφώνονται παραμένουν εξαιρετικά προσωρινές και ασταθείς. Αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοσυγκρούονται ανάλογα με το διακύβευμα και παρασύρουν σε εξίσου ασταθείς, τριγωνικές συμμαχίες με ενδιάμεσες δυνάμεις, έρμαια και αυτές στην αναζήτηση μια σταθερής διευθέτησης και διανομής ρόλων μεταξύ των ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Όσο η Ελλάδα επενδύει τη διάσωση της στη «μεγαθυμία» των ισχυρών της «συμμάχων» τόσο πιο πολύ εκτίθεται στις αντιστροφές της συγκυρίας και τόσο πιο πιθανό είναι να βρεθεί θύμα των ανταγωνισμών των ισχυρών ή της επίτευξης μιας προσωρινής ή μόνιμης διευθέτησης μεταξύ τους. Την ίδια στιγμή γίνεται έδρα στρατιωτικής περικύκλωσης της Ρωσίας με νατοϊκές βάσεις που απλώνονται σαν μανιτάρια, γεγονός που αδυνατίζει τη διεθνή της θέση.

Τελικά ο σχεδιασμός της πολιτικής ελίτ είναι υπεύθυνος για όσα συμβαίνουν και κυρίως για όσα θα συμβούν σε Ελλάδα και Κύπρο.

Εσωτερικές αναταράξεις και διακυβεύματα

Οι δύο βασικοί πυλώνες του εγχώριου πολιτικού συστήματος, δεξιά και κεντροαριστερά, έχουν αποδεχτεί το δυτικό σχέδιο για τις ελληνοτουρκικές διαφορές και είναι απόλυτα έτοιμες για τις παραχωρήσεις. Η κεντροαριστερά μάλιστα ανάγει εαυτόν ως μοναδική δύναμη υλοποίησής του φέρνοντας ως παράδειγμα την «επιτυχία» των Πρεσπών. Αυτό δε σημαίνει ότι το πολιτικό σύστημα έχει «άγνοια κινδύνου». Στις γραμμές του αναπτύσσονται και αντιθέσεις. Η πιο φανερή, εκείνη του κύκλου Σαμαρά με κύρια απεύθυνση τον ακροδεξιό, «πατριωτικό χώρο». Πιθανό να ακολουθήσουν και άλλες, πιο ευπρόσωπες μιας και οι μνήμες της μνημονιακής περιόδου είναι νωπές. Σε όλες τις εκφράσεις αυτές οι φωνές δε θα πάψουν να είναι ψάρεμα σε θολά νερά. Το κύριο ζητούμενο είναι η υπεράσπιση της χώρας να συνυπάρχει ως σχέδιο και ως στόχος με την υπεράσπιση της κοινωνίας και των εργαζομένων και παράλληλα με την ανεξαρτησία από διεθνείς δυνάστες. Αυτό όμως δεν μπορεί ούτε κατά διάνοια να είναι στόχος της αστικής πολιτικής…

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!