H συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν έληξε χωρίς να υπάρξει επίσημη ενημέρωση για το τι συζητήθηκε από καμιά πλευρά. Υπήρξε μόνο μια λιτή ανακοίνωση από τον Έλληνα πρωθυπουργό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αυτή στα αγγλικά. Η κυβέρνηση αποφάσισε να μην υπάρξει ενημέρωση ούτε των αρχηγών των κομμάτων ούτε της Βουλής ούτε βέβαια των πολιτών. Καθόλου περίεργο. Το ίδιο, καθόλου περίεργη, η στάση της αντιπολίτευσης. Πλήρης συναίνεση και αποδοχή της κυβερνητικής «σιγής ιχθύος». Άλλωστε κοινές παραμένουν οι εκτιμήσεις και οι αντιδράσεις απέναντι στις τουρκικές απαιτήσεις. Μόνοι λαλίστατοι οι γνωστοί «πληροφορημένοι» δημοσιογράφοι και αναλυτές που αναπαράγουν τους διθυραμβικούς πανηγυρισμούς διπλωματικών πηγών για σημαντική προσωπική επιτυχία του Κυριάκου που εξασφάλισε «ήρεμο και ανέφελο καλοκαίρι».

Στο ίδιο κλίμα και οι δηλώσεις του Τούρκου προέδρου. Τις αρχικές, πριν τη συνάντηση, δηλώσεις: «Λαμβάνουμε υπόψη μας το διεθνές δίκαιο, τη δικαιοσύνη και την ισότητα, καθώς και τον σεβασμό των αμοιβαίων δικαιωμάτων και συμφερόντων, στις αλληλεπιδράσεις μας με τους γείτονές μας. Πιστεύω ότι η αναζωογόνηση των διαύλων διαλόγου μεταξύ μας και του γείτονά μας και συμμάχου μας, της Ελλάδας, εξυπηρετεί τη σταθερότητα και την ευημερία της περιοχής μας καθώς και την επίλυση διμερών ζητημάτων» συνόδεψε που με ένα τελικό σαρδόνιο χαμόγελο που ευχήθηκε με τη σειρά του «καλό καλοκαίρι στο Αιγαίο». Άλλωστε, εξ όσων συνάγονται ότι συνομολογήθηκαν στη συνάντηση κορυφής, είναι ο μόνος που δικαιούται να χαμογελά.

Θρίαμβος της ελληνικής υποχωρητικότητας και αποδοχή των τουρκικών όρων

Ο Έλληνας πρωθυπουργός και ο Τούρκος πρόεδρος συμφώνησαν να «αφήσουν πίσω τους» τις εντάσεις του περσινού καλοκαιριού. Ξεχάστηκε φαίνεται ότι μοναδικός υπεύθυνος για τις εντάσεις ήταν η επιμονή της Άγκυρας να πραγματοποιήσει έρευνες σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο παραβιάζοντας, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και τα 6 μίλια των ελληνικών χωρικών υδάτων. Πρακτική που η Άγκυρα δηλώνει ότι θα πραγματοποιήσει και φέτος, αν όχι στο Αιγαίο, οπωσδήποτε στην κυπριακή ΑΟΖ.

Άλλωστε οι τουρκικές προτάσεις για οριστική διχοτόμηση της Κύπρου και αμφισβήτηση της Κυπριακής Δημοκρατίας κρατήθηκαν επιμελώς έξω από την ατζέντα των συζητήσεων. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση έχουν από καιρού διαχωρίσει τις ελληνοτουρκικές διαφορές από όσα ο τουρκικός επεκτατισμός απεργάζεται για τη Κύπρο και έτσι «ούτε γάτα ούτε ζημιά». Το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι πόσο ήρεμα θα είναι τα νερά του Αιγαίου αν η Τουρκία «τρυπήσει» την κυπριακή ΑΟΖ, αν προχωρήσει στον εποικισμό της Αμμοχώστου ή αν εγκαταστήσει βάση μη επανδρωμένων στρατιωτικών αεροπλάνων στην κατεχόμενη Κύπρο. Το ουσιαστικό όμως παραμένει ότι η Ελλάδα έχει απεμπολήσει, δια της διπλωματικής της σιωπής, κάθε δικαίωμα παρέμβασης και αποτροπής των επίσημα δηλωμένων τουρκικών επιδιώξεων.

Οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην υιοθέτηση μέσων «αποτροπής των εντάσεων» με την αξιοποίηση των συζητήσεων για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, της συνέχισης των διερευνητικών επαφών και της εγκατάστασης «κόκκινης γραμμής» άμεσης επικοινωνίας των δύο ηγετών σε περιπτώσεις έντασης.

Η Αθήνα αποδέχεται το τουρκικό δόγμα «δεν μπορεί να προχωρήσει τίποτα χωρίς τη δική μας συναίνεση» και παραχωρεί θεμελιώδη δικαιώματα με αντάλλαγμα ένα κάλπικο «ήπιο καλοκαίρι»

Φαινομενικά οι συμφωνίες αυτές μοιάζουν, αν όχι επωφελείς, ανώδυνες. Δεν είναι καθόλου. Και δεν είναι γιατί η βάση των διπλωματικών επαφών και συζητήσεων δεν είναι ο σεβασμός της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας των γειτονικών χωρών ούτε οι προβλέψεις του διεθνούς δικαίου. Αντίθετα η ελληνική πλευρά αποδέχεται αυτές τις επαφές αναγνωρίζοντας ως διμερείς διαφορές το σύνολο των μονομερών διεκδικήσεων της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Ανεξάρτητα από τις κορώνες ότι «η Ελλάδα συζητά, ως πολιτισμένη και ήρεμη δύναμη, με τη γείτονα παρά τις σοβαρές διαφωνίες των δύο πλευρών, με τη αποδοχή των επαφών με τους τουρκικούς όρους στην ουσία αποδέχεται ότι διμερώς αναγνωρισμένο αντικείμενο διαπραγματεύσεων αποτελεί η κυριαρχία επί νήσων και νησίδων που η Άγκυρα θεωρεί δικές της, το εύρος των χωρικών υδάτων, και το FIR Αθηνών, η αποστρατιωτικοποίηση των νήσων, και ο καθορισμός ΑΟΖ με προϋπόθεση τη συμφωνία επί της ιδιοκτησίας νήσων στο Αιγαίο. Το γεγονός αυτό δημιουργεί νομικά και πρακτικά τετελεσμένα που αργά ή γρήγορα θα ανακύψουν ως ανυπέρβλητα εμπόδια.

Το ίδιο σημαντικό είναι ότι η αποδοχή των τουρκικών όρων στις επαφές των δύο χωρών στην πραγματικότητα μετατρέπει τις τουρκικές διεκδικήσεις σε διμερή διαφορά. Οι «παρήγορες βεβαιότητες» ότι η ελληνική διπλωματία κατέστησε τις τουρκικές διεκδικήσεις πρόβλημα των σχέσεων μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας και μαζί οι ψευδαισθήσεις για ευρωπαϊκή και νατοϊκή προστασία πάνε περίπατο. Όχι μόνο γιατί η γερμανική Ευρώπη και ο γ.γ. του ΝΑΤΟ διακαώς επιθυμούσαν ή το επέβαλλαν αλλά γιατί η ελληνική πλευρά από μόνη της αποδέχθηκε. Απομένει να δούμε πώς και αν θα αντιδράσει η καραμανλική πτέρυγα εντός της Ν.Δ. που θεωρούσε ότι η μετατροπή των ελληνοτουρκικών προβλημάτων σε ευρωτουρκικά ήταν η μεγάλη της επιτυχία.

Ανατροπές και στη δήθεν ασφάλεια του διεθνούς δίκαιου

Η ελληνική πλευρά αισθάνεται ότι πραγματοποιεί την «επανάσταση» της κάθε φορά που, άτονα, δηλώνει ότι οι συζητήσεις με την Τουρκία γίνονται υπό τις πρόνοιες του Διεθνούς Δικαίου. Το ίδιο αισθάνεται δικαιωμένη κάθε φορά που ο διεθνής παράγοντας, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε., Ρωσία, αναφέρονται και στηρίζουν τον ελληνοτουρκικό διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου.

Η ανατροπή των βεβαιοτήτων έρχεται από τον Τούρκο πρόεδρο όταν στις επαφές του στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ διαβεβαίωνε για την προσήλωση της Τουρκίας στο διεθνές δίκαιο. Τα αποκαλυπτήρια της νέας τουρκικής προσέγγισης έκανε ο Τσαβούσογλου κατά την επίσκεψη του στη Αθήνα. Τότε δήλωνε: «Ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, όπως ελπίζουμε να επιτύχουμε, πρέπει πρώτα να συζητηθεί σε διμερείς διαπραγματεύσεις και επί τη βάση της αρχής της ευθυδικίας. Αυτό είναι ακόμη πιο αναγκαίο για το Αιγαίο, εξαιτίας των ειδικών συνθηκών του. Η στάση και η επιμονή μας σε αυτές τις αρχές παραμένει αναλλοίωτη».

Η αρχή της «ευθυδικίας», προβλέπεται ως διαδικασία επίλυσης διαφορών μεταξύ δύο κρατών από το διεθνές δίκαιο, δεν λαμβάνει υπόψη της μερικώς ή συνολικά τις προβλέψεις του διεθνούς δικαίου, αλλά επιλύει τις διαφορές σύμφωνα «με ό,τι είναι δίκαιο και σωστό».

Και το σωστό υπαγορεύεται από το τουρκικό δόγμα «δεν μπορεί να προχωρήσει τίποτα χωρίς τη δική μας συναίνεση» και την ελληνική εθελοδουλία της πολιτικής του να είμαστε «μοναχοφάηδες».

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!