Μεγάλοι αγώνες και αποκαλυπτικά συνθήματα.
Αν συγκρίνουμε τα συνθήματα του οργανωμένου κινήματος (συνδικάτα, κόμματα, οργανώσεις) με αυτά που αυθόρμητα φωνάζονται από το οργισμένο πλήθος, θα διαπιστώσουμε μια διαφορά που πρέπει να μας προβληματίσει. Αναφέρουμε τα πιο χαρακτηριστικά συνθήματα του οργανωμένου κινήματος όπως αυτά καταγράφηκαν στις εφημερίδες:
«Φωνή λαού, ξεσηκωμός παντού, να ανατραπούν τα μέτρα Ε.Ε. και ΔΝΤ», «Αυτός ο αγώνας θα συνεχιστεί παρά την προβοκάτσια και την καταστολή», «Μέρκελ, Παπανδρέου, ακούστε το καλά, η λαϊκή εξέγερση είναι στα σκαριά», «Ε.Ε. και ΔΝΤ πίνουν το αίμα του λαού». «Με αγώνες θα ανατρέψουμε τα αντεργατικά μέτρα», έγραφε το πανό του συντονιστικού των πρωτοβάθμιων σωματείων. «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, του απεργού, του άνεργου και του μετανάστη». «Οργή λαού ξεσηκωμός παντού, αντίσταση στα μέτρα ΠΑΣΟΚ και ΔΝΤ», «Εμπρός λαέ, έξω απ’ την Ε.Ε.», «Ληστές, ληστές, τράπεζες, κυβέρνηση και χρηματιστές». «Κλέβουν δικαιώματα ενός αιώνα».
Υπάρχουν και πολλά άλλα, που δίνουν μια εικόνα για τη στόχευση των υπαιτίων: Από την άλλη, τα συνθήματα που αυθορμήτως φωνάζονται από το οργισμένο λαό είναι: «φέρτε πίσω τα κλεμμένα», «να καεί, να καεί το μπουρδέλο η Βουλή», «Κλέφτες – κλέφτες», «αέρα – αέρα να φύγει η χολέρα».
Αυθορμήτως και με πληβειακό τρόπο θέτουν το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα, θέτουν θέμα ανατροπής του πολιτικού σκηνικού, θέτουν όχι απλά ένα αντικυβερνητικό αίτημα αλλά συνολικά ζήτημα πολιτικού κόσμου, πολιτκού συστήματος.
Δεν έχουν την απάντηση, δεν έχουν την εναλλακτική λύση, λένε, όμως, ένα «όχι» και ένα «φτάνει» σε όλους όσους για 20 χρόνια τους είπαν ψέματα και τώρα τους ζητάνε να ξαναπληρώσουν τον λογαριασμό. Αυτή η μάζα των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που διαδήλωσε στις 5/5 δεν είναι ούτε συνδικαλισμένη, ούτε οργανωμένη σε κόμματα. Ίσως πολλοί να έπαιρναν μέρος για πρώτη φορά σε πορεία. Θα συγκινιόταν και θα συναντιόνταν με το οργανωμένο κίνημα, αν αυτό είχε μια σαφήνεια και πρότεινε απλές λύσεις – συνθήματα άμεσα καταληπτά και κοντινά στο κόσμο αυτό. Πχ να φύγει η κυβέρνηση, να φύγουν όλοι, να δικαστούν οι υπαίτιοι, να καταγγελθούν οι συμφωνίες με το ΔΝΤ, να μην πληρώσουμε το χρέος τους κ.λπ. κ.λπ. Όσο το οργανωμένο κίνημα μένει βασικά στο «πάρτε τα μέτρα πίσω», όταν αντικειμενικά έχουμε μπει σε μια άλλη φάση που ζητάει πολιτική λύση, πολιτική ανατροπή, τότε η συνάντηση με την οργή δεν είναι δυνατή.
Oι «ευθύνες»
της Αριστεράς
Τέτοια ζητήματα φαίνεται πως απασχόλησαν και την συνάντηση σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Σε αυτή δεν προσήλθαν τα κόμματα της Αριστεράς. Το γεγονός δεν πέρασε ασχολίαστο. Οι επιθέσεις ενάντια στην Αριστερά που τόλμησε να μην πάει στην συνάντηση θεωρήθηκαν φυσιολογικό γεγονός και έτσι επιχειρήθηκε να την απομονώσουν ακόμα περισσότερο. Η μη προσέλευση της Αριστεράς στη συνάντηση σχετίζεται με τις ανάγκες που νοιώθει η ίδια να διατηρήσει μια απόσταση από την γραμμή της «εθνικής συναίνεσης» και να μην χρεωθεί το «όλοι είναι ίδιοι».Έτσι προβάλλουν δύο ζητήματα: Πώς μια αστική συμπαράταξη ενοχλείται και πιέζει μια όχι τόσο επικίνδυνη Αριστερά και πώς μια Αριστερά που πασχίζει να δείξει ότι είναι υπεύθυνη αναγκάζεται –στριμωγμένη- να ακολουθήσει μια στάση που να την διαφοροποιεί από τον άξονα του κακού (ΠΑΣΟΚ–ΛΑΟΣ–Ν.Δ.).
Όμως, στο επίπεδο αυτό πρέπει να παραξενεύει περισσότερο η άρνηση του Σαμαρά να ψηφίσει τα μέτρα (και αυτό έχει κάποιο κόστος) ώστε να μην είναι χρεωμένος το ΔΝΤ και να εξασφαλίσει το μέλλον του στην πολιτική ζωή του τόπου.
Η επίθεση που έγινε στην Αριστερά, ότι επιχειρεί να κάνει ξανά ένα πλιάτσικο σε βάρος του ΠΑΣΟΚ, όπως το 1989, ότι είναι ανεύθυνη, ότι οδηγεί σε αντισυνταγματική εκτροπή, ότι δίνει στέγη σε κουκουλοφόρους, ότι καταστρέφει τον τουρισμό κ.λπ., συνοδεύτηκε με μια πρόκληση πιο χοντρή: Πρόκειται για την μήνυση που υπέβαλλε ένα κόμμα ενάντια στο ΠΑΜΕ. Το κόμμα «Δράση» του ακραίου νεοφιλελεύθερου Στέφανου Μάνου (που είχε τύχει της φιλοξενίας του νέου ΠΑΣΟΚ στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του), ενώ είχε εξαφανιστεί και δεν τον άκουγε κανείς, σκέφτηκε αυτόν τον τρόπο να δείξει ότι υπάρχει. Με τον τρόπο αυτό στήνεται μια φάμπρικα ποινικοποίησης της πολιτικής και συνδικαλιστικής δράσης. Ρ.Ρ.