Η πλέον κυνική μνημονιακή κυβέρνηση συνεχίζει ακάθεκτη το έργο της διάλυσης της κοινωνίας, της οικονομίας και της χώρας. Τελευταίο έργο της, που εκτελεί στην παρούσα περίοδο κατ΄ εντολή των δανειστών, είναι η διάλυση της ΔΕΗ και η παράδοση του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας στα ιδιωτικά συμφέροντα, ελληνικά και ξένα.
Η ΔΕΗ με τη μέθοδο της σαλαμοποίησης και της απαξίωσης εκχωρείται σταδιακά, «αντί πινακίου φακής» στους ιδιώτες, όπως έγινε και γίνεται με το σύνολο των δημόσιων επιχειρήσεων. Το θέμα των ημερών είναι η δημοσιοποίηση στις 30/5 της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την πώληση των σημαντικότερων λιγνιτικών μονάδων.
Η σημασία της ΔΕΗ
Η ΔΕΗ δεν είναι μια οποιαδήποτε δημόσια (όσο είναι πλέον) επιχείρηση. Είναι ο βασικός πυλώνας ενέργειας στην Ελλάδα.
Ο έλεγχος της ενέργειας, όπως και των τηλεπικοινωνιών, από ιδιωτικά και μάλιστα ξένα συμφέροντα, σε μία ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή, στα όρια της Ε.Ε. χωρίς κοινά σύνορα με άλλα κράτη-μέλη και με τη γνωστή επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στην περιοχή, προδιαγράφει σε πολλαπλά επίπεδα κακά μαντάτα για το μέλλον της χώρας και του λαού.
Με δεδομένη την ανάγκη για παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας η ΔΕΗ πρέπει να παίξει καθοριστικό ρόλο στο γενικότερο σχεδιασμό της οικονομίας καθώς και στη διασφάλιση της ενεργειακής αυτονομίας της χώρας, με την αξιοποίηση και των νέων τεχνολογικών δεδομένων.
Η ελληνική ηλεκτροπαραγωγή έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα, τη χρήση του λιγνίτη που έχει σαφώς μικρότερο κόστος από τις άλλες θερμικές μορφές παραγωγής ενέργειας. Όμως αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα που θα έπρεπε να αξιοποιηθεί για μία περίοδο, στο πλαίσιο της παραγωγικής ανασυγκρότησης, προκειμένου να αυξηθεί σταδιακά η ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές (χωρίς φυσικά να καταστρέφεται το περιβάλλον), σήμερα με εντολές των δανειστών παραδίδεται στους ιδιώτες.
Η αρμόδια επίτροπος Ανταγωνισμού της Ε.Ε. κα Βεστάγκερ σημείωσε προχθές σε έκθεσή της, τη σημασία του λιγνίτη για τη χώρας μας. «Πράγματι, η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή εξακολουθεί να διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην αγορά χονδρικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας και είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια εφοδιασμού στην Ελλάδα. […] Το τρέχον επίπεδο λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής εξακολουθεί να είναι ακόμη σε μεγάλο βαθμό απαραίτητο για την ισορροπία της ελληνικής αγοράς. […] Θα εξακολουθήσει να αποτελεί ουσιαστικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα».
Πωλούνται το 37% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, δηλαδή οι μονάδες παραγωγής ενέργειας στη Μελίτη (Φλώρινα), οι δύο μονάδες της Μεγαλόπολης και η άδεια για την κατασκευή δεύτερης μονάδας στη Μελίτη και παραχωρούνται τα ορυχεία στη Μεγαλόπολη και στη Φλώρινα (Βεύη, Κλειδί, Αχλάδα). Αν λάβουμε υπόψη τις εκτιμήσεις για τη μεγάλη αξία των κοιτασμάτων λιγνίτη στη Δυτική Μακεδονία, που κάποιοι αναφέρουν ποσά της τάξης των 27 δισ. €, γίνεται κατανοητό το ενδιαφέρον των δανειστών και των συμφερόντων που εκπροσωπούν
Ο Τσίπρας για τη ΔΕΗ το 2014
Κεντρικός άξονας της προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να ανεβάσει τα εκλογικά ποσοστά του μετά τις ευρωεκλογές του 2014 αποτέλεσε το θέμα της «μικρής ΔΕΗ». Η τότε κυβέρνηση Σαμαρά είχε συμφωνήσει με τους δανειστές να πωλήσει η ΔΕΗ ένα τμήμα των λιγνιτικών μονάδων, δύο άλλες μονάδες και ένα τμήμα της τάξης του 30% από το πελατολόγιό της. Στην πράξη το όλο εγχείρημα δημιουργούσε μια «μικρή ΔΕΗ» με το 30% της δυναμικότητας παραγωγής, πελατείας, προσωπικού και δανειακών υποχρεώσεων. Από την πώληση της μικρής ΔΕΗ, σύμφωνα με τις τότε εκτιμήσεις προβλεπόταν ένα τίμημα της τάξης 1,5 – 2 δισ. ευρώ, που θα ενίσχυαν κεφαλαιακά τη επιχείρηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ορθώς, κατηγόρησε την κυβέρνηση για το προετοιμαζόμενο έγκλημα. Ο Τσίπρας με περιοδείες στις λιγνιτικές περιοχές μιλούσε με οργή για το «εθνικό έγκλημα του ξεπουλήματος της ΔΕΗ», και ετοιμαζόταν για συγκέντρωση 120 υπογραφών στη Βουλή ώστε να προκαλέσει δημοψήφισμα για το θέμα. Σήμερα ο ίδιος υλοποιεί ότι κατάγγειλε το 2014, χωρίς φυσικά δημοψηφίσματα. Του αρκεί που συνεχίζει να παραμένει γαντζωμένος στην εξουσία.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα του ΣΥΡΙΖΑ στην περίοδο της διαπραγμάτευσης για το 3ο μνημόνιο ήταν και η ακύρωση της εφαρμογής της απόφασης για τη «μικρή ΔΕΗ». Φυσικά δεν εξήγησαν ότι δεσμεύθηκαν να εφαρμόσουν «ισοδύναμα» μέτρα που πλέον έχουν διαχρονικά πολύ χειρότερα αποτελέσματα από την τότε σχεδιαζόμενη πώληση. Μια απλή πλέον σύγκριση της κατάστασης του 2014 και της «μικρής ΔΕΗ» με τα όσα εφαρμόζονται στο πλαίσιο του 3ου μνημονίου για τα ενεργειακά, αλλά και η απορρέουσα από αυτά προβληματική κατάσταση της ΔΕΗ, δημιουργούν πλέον πολλά ερωτηματικά, αν όχι τη βεβαιότητα, ότι οι τρέχουσες εξελίξεις είναι πολύ χειρότερες από εκείνες του 2014 που «αποτράπηκαν».
Η σταδιακή απαξίωση της ΔΕΗ
Η ΔΕΗ είναι μία «μη βιώσιμη επιχείρηση» αναφέρει η πρόσφατη (13/5) έκθεση της McKinsey. Η εταιρεία προσελήφθη ως σύμβουλος από τη σημερινή διοίκηση της ΔΕΗ για την κατάρτιση του πενταετούς επιχειρηματικού της σχεδίου.
Η χρηματο-οικονομική κατάσταση και τα αποτελέσματα της ΔΕΗ πάνε από το κακό στο χειρότερο.
Οι απλήρωτοι λογαριασμοί ξεπερνούν τα 2,7 δισ. ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων όσες προσπάθειες και να καταβληθούν δεν υπάρχει περίπτωση να εισπραχθεί, καθώς ο μισός σχεδόν πληθυσμός της χώρας βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας. Τι να σκεφτεί κάποιος για την κατάσταση και την «κυβέρνηση της αριστεράς» όταν γνωρίζει ότι το 2018 υπάρχουν μαθητές που διαβάζουν για τις εισαγωγικές στα πανεπιστήμια χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα το βράδυ, όχι όμως με το πάλαι ποτέ λυχνάρι αλλά με φακό με επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, με τη βοήθεια των φίλων που φροντίζουν καθημερινά να τις γεμίζουν…
Το 2017 τα οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ ήταν άκρως προβληματικά. Αν τα συνδυάσουμε με τις αποφάσεις που ήδη έχουν ληφθεί για περιορισμό της ΔΕΗ από το 87% της αγοράς σήμερα στο 50% στο τέλος του 2019 και της παραχώρησης του 37% στους ανταγωνιστές γίνεται απόλυτα κατανοητό το απόφθεγμα της McKinsey περί μη βιώσιμης επιχείρησης.
Τα έσοδά της, με μερίδιο αγοράς 87%, ήταν 5 δισ. ευρώ. Η μείωση του μεριδίου στο 50% στο τέλος 2019 θα σημάνει απώλεια εσόδων της τάξης των 1,3 δισ. ευρώ, με ότι αυτό σημαίνει για την κερδοφορία της, τις ανάγκες για επενδύσεις, την αποπληρωμή των δανείων κλπ.
Τα καθαρά κέρδη του ομίλου της ΔΕΗ το 2017 εμφανίστηκαν με τη «δημιουργική λογιστική» αυξημένα κατά 323,7% (237,7 εκατ. €). Αν όμως από αυτά αφαιρεθούν μια σειρά από έκτακτα έσοδα, εισπράξεις οφειλών του δημοσίου από προηγούμενα έτη που φυσικά δεν αφορούν το 2017 και δεν θα επαναληφθούν, μειωμένες αποσβέσεις και δραματικά μειωμένες προβλέψεις (μόλις 30 εκατ. ευρώ όταν το 2016 ήταν 418 εκατ.), που όλα αυτά αθροίζονται χονδρικά σε 1 δισ. ευρώ κατανοούμε ότι ο ισολογισμός που δημοσιοποιήθηκε ανταποκρίνεται σε μια «εικονική πραγματικότητα», αυτή που έχουν στο μυαλό τους η διοίκηση της ΔΕΗ και η κυβέρνηση. Το γεγονός ότι τα αποτελέσματα ανακοινώθηκαν την τελευταία στιγμή, Παρασκευή 27/4/2018 μετά τις 20:00, λέει πολλά για το τι προσπαθούν κάποιοι να κρύψουν.
Φυσικά όλα αυτά δεν μπορεί παρά να έχουν αντανάκλαση στην τιμή της μετοχής της επιχείρησης. Από «αγαπημένη» των θεσμικών επενδυτών και «σίγουρο καταφύγιο» για τους μικροεπενδυτές έχει καταλήξει το «αποπαίδι» της αγοράς. Στις 31/5/2018 η χρηματιστηριακή της αξία ήταν 466 εκατ. ευρώ, όταν στις 31/12/2014 η αξία της ήταν 1,3 δισ., για να μην πάμε πιο πίσω και να καταγράψουμε τη σταδιακή μνημονιακή απαξίωση της επιχείρησης, για προφανείς λόγους.
Το συνολικό χρέος της στις 31/12/2017 ήταν 4,3 δισ. εκ των οποίων τα 1,9 δισ. λήγουν εντός του 2018. Άρα βρίσκεται σε πίεση και για την εξυπηρέτηση του χρέους της. Έτσι μπορεί να ερμηνευτεί και το γεγονός ότι οι τράπεζες «θα έχουν λόγο» στην διαδικασία πώλησης των λιγνιτικών μονάδων, κυρίως όσον αφορά τον τρόπο αξιοποίησης του όποιου τιμήματος αλλά και για το ίδιο το τίμημα.
Ένα πρόσθετο στοιχείο απαξίωσης της ΔΕΗ είναι οι δημοπρασίες χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας (ΝΟΜΕ). Σύμφωνα με αυτές η ΔΕΗ υποχρεώνεται να πουλά στους ανταγωνιστές της σε τιμές κατώτερες από αυτές που θα χρέωνε η ίδια, δίδοντάς τους συγκριτικό πλεονέκτημα (τους επιδοτεί) για να την αντιμετωπίζουν. Φυσικά ο ανταγωνισμός όσο και αν το μερίδιο του είναι μικρό (13%) προχωρά σε επιλεκτικές κινήσεις απόσπασης καλών πελατών από τη ΔΕΗ. Η διαδικασία ΝΟΜΕ για τη ΔΕΗ φαίνεται να έχει κόστος πάνω από 100 εκ. ευρώ.
Ο έλεγχος της ενέργειας της Ελλάδας, όπως και των τηλεπικοινωνιών, από ιδιωτικά και μάλιστα ξένα συμφέροντα, σε μία ευαίσθητη γεωπολιτικά περιοχή, στα όρια της Ε.Ε. χωρίς κοινά σύνορα με άλλα κράτη-μέλη και με τη γνωστή επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στην περιοχή, προδιαγράφει σε πολλαπλά επίπεδα κακά μαντάτα για το μέλλον της χώρας και του λαού
Τι, πως και πόσο πωλείται
Με την τρέχουσα συμφωνία πωλούνται :
- Το 37% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, δηλαδή οι μονάδες παραγωγής ενέργειας στη Μελίτη (Φλώρινα), οι δύο μονάδες της Μεγαλόπολης και η άδεια για την κατασκευή δεύτερης μονάδας στη Μελίτη και
- Παραχωρούνται τα ορυχεία στη Μεγαλόπολη και στη Φλώρινα (Βεύη, Κλειδί, Αχλάδα).
Αν λάβουμε υπόψη τις εκτιμήσεις για τη μεγάλη αξία των κοιτασμάτων λιγνίτη στη Δυτική Μακεδονία, που κάποιοι αναφέρουν ποσά της τάξης των 27 δισ. €, γίνεται κατανοητό το ενδιαφέρον των δανειστών και των συμφερόντων που εκπροσωπούν. Σημειώνουμε ότι ως αντιπολίτευση και ο Καμένος μιλούσε για λιγνιτικά αποθέματα που καλύπτουν τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας για 20 τουλάχιστον έτη.
Σήμερα οι συγκεκριμένες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής και τα ορυχεία θα περάσουν στα χέρια των ιδιωτών με πρωτόγνωρες διαδικασίες!. Από όσα έχουν αποφασιστεί δεν θα ισχύσει η ελάχιστη τιμή προσφοράς με αποτίμηση από ανεξάρτητο εκτιμητή, σε σφραγισμένο φάκελο, η οποία θα ανοίξει μετά τις προσφορές. Η διαδικασία αυτή κατοχυρώνει ότι τουλάχιστον δεν θα πωληθεί ένα περιουσιακό στοιχείο κάτω από την εύλογη αξία, που εκτιμά ο συγκεκριμένος εκτιμητής. Αυτή η διαδικασία φυσικά δεν έλυσε τα προβλήματα πώλησης έναντι ευτελούς τιμήματος σε προηγούμενες πωλήσεις δημοσίων επιχειρήσεων (ΟΣΕ μόλις 40 εκ. ευρώ) αλλά εδώ πλέον καταργείται ακόμα και το «φύλλο συκής». Επιπλέον μια απλή ανάγνωση στη πρακτικά της Βουλής όταν συζητήθηκε το νομοσχέδιο για τη συγκεκριμένη πώληση μπορεί κάποιος, όπως σχολιάστηκε στον τύπο, να δώσει αβίαστα το «βραβείο του καλύτερου πωλητή της χρονιάς» στον κ. Σταθάκη για την απαξίωση των πωλούμενων μονάδων. Προφανώς ο κυβερνητικός κατήφορος δεν έχει τέλος. Την ίδια στιγμή σε έκθεσή της η Κομισιόν, τον παρελθόντα Απρίλιο, για την λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα εκτιμούσε ότι οι συγκεκριμένες μονάδες «συγκαταλέγονται στις πιο ανταγωνιστικές μονάδες στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας».
Αυτά είναι όσα έχουν αποφασιστεί μέχρι στιγμής προς άμεση υλοποίηση. Υπάρχει σε εκκρεμότητα για το μέλλον η πώληση του 17% της ΔΕΗ που βρίσκεται στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ. Η περίπτωση του ΟΤΕ είναι «κλασσικός οδηγός». Θα πωληθεί μέχρι και η τελευταία μετοχή που κατέχει το Δημόσιο στη ΔΕΗ. Συμμετοχή στη Γερμανική Ευρώπη και δημόσια ιδιοκτησία στην Ελλάδα, και μάλιστα σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας, δεν συμβιβάζονται.
Με αυτές τις διαδικασίες μια ακόμα ακμαία κατά το παρελθόν και απόλυτα αναγκαία για την οικονομία δημόσια επιχείρηση απαξιώνεται, σαλαμοποιείται, και πωλείται έναντι ευτελούς τιμήματος κατόπιν εντολής των δανειστών. Τα εκτελεστικά «γιουσουφάκια» υλοποιούν την εντολή ξεχνώντας ότι κατάγγειλαν ως αντιπολίτευση αυτά που κάνουν σήμερα… Βέβαια η «καρέκλα» είναι γλυκιά και πάντοτε, και στα πιο στυγερά εγκλήματα ο δράστης βρίσκει επιχειρήματα για να δικαιολογήσει την πράξη του. Γιατί η συνολική αντιμετώπιση της ΔΕΗ από την «κυβέρνηση της αριστεράς» είναι ένα διαρκές έγκλημα κατά του λαού, το οποίο προστίθεται στα τόσα άλλα εγκλήματά της.