Οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν, ακόμα και για όποιον δεν ήθελε να δει την πραγματικότητα, πως «δανειστές» και Ελλάδα έχουν αποκλίνοντα συμφέροντα. Η επιβολή των προτάσεων των τροϊκανών σημαίνει διάλυση της χώρας και της κοινωνίας, οι προτάσεις τους αποβλέπουν στην οικονομική και πολιτική ασφυξία της χώρας. Η ψευδαίσθηση ενός «έντιμου και αμοιβαία επωφελούς συμβιβασμού», οι εύκολες δηλώσεις ότι η συμφωνία «καθαρογράφεται» και είναι θέμα ωρών η υπογραφή της, δεν εγγράφονται απλά σε μια εκδοχή αφελούς οπτιμισμού. Δείχνουν, παράλληλα, μεγάλες ανεπάρκειες εκτίμησης των δεδομένων που συνήθως διανθίζονται με δικαιολογίες για «τακτικές σκοπιμότητες».
Η Ευρώπη της Ε.Ε. και της Eυρωζώνης, υπό γερμανική επικυριαρχία, αναδεικνύεται ανίκανη να επιλύσει τον «γόρδιο δεσμό» Ελλάδα, αναζητώντας διαρκώς νέα εργαλεία και πολιτικές στην «ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική». Η γερμανική στρατηγική ξετυλίγεται σε διάφορους τομείς (οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό) και κλιμακώνεται, αφού ακόμα και επίσημα πλέον αναγγέλλεται η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων. Αλλά και με το μαστίγιο πάντα της τιμωρητικής πολιτικής απέναντι στην Ελλάδα.
Το σκηνικό «ρήξης» και οι γέφυρες…
Το τελεσίγραφο που απέστειλαν οι 5 ήταν γερμανικής κοπής και το αποδέχθηκαν όλοι οι Θεσμοί, δηλαδή η τρόικα, συνάντησε όμως την άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης. Παρά τα χειριστικά λόγια, η χώρα διολισθαίνει σε κατάσταση αθέτησης πληρωμών, ιδιαίτερα μετά την αποδοχή της πρότασης να πληρωθούν όλες οι δόσεις προς το ΔΝΤ, στο τέλος του μήνα. Γιατί όλοι πλέον γνωρίζουν ότι δεν υπάρχουν οι πόροι για να καλυφθούν όλες οι «υποχρεώσεις» που έχει το καλοκαίρι η χώρα.
Έτσι, η άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης δημιουργεί μια νέα κατάσταση με την έννοια ότι οι χρόνοι τελειώνουν, οι κόμποι φτάνουν στο χτένι και ο χρόνος αλλάζει ξανά κατεύθυνση. Τώρα οι δανειστές πρέπει να βρουν «λύση» για να αποφύγουν πιο δυσάρεστες καταστάσεις.
Αυτό το σκηνικό «ρήξης», άρνησης, γίνεται όμως με παρόντα όλα τα χαρακτηριστικά της περιόδου που πέρασε. Δηλαδή, χωρίς να κόβονται οι γέφυρες και χωρίς να λείπουν προτάσεις που προσπαθούν να παρουσιαστούν ως «μέση και βιώσιμη λύση» ή ακόμα με την μορφή μεταβατικής συμφωνίας λίγων εβδομάδων ή μηνών. Όλα αυτά, όμως, δεν καταργούν το πρόβλημα. Οι διαπραγματεύσεις δεν τέλειωσαν, οι προτάσεις δίνουν και παίρνουν, οι τηλεδιασκέψεις, τα mails, οι συναντήσεις και τα ταξίδια θα πολλαπλασιαστούν.
Στη βάση αυτής της εμπλοκής, δημιουργούνται νέα δεδομένα για τις πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας, με ενεργό το πεδίο πρωτοβουλιών από την πλευρά της κυβέρνησης. Στη βάση αυτή δρομολογούνται διεργασίες και σενάρια που αφορούν και τη χώρα και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και το πολιτικό μέλλον όλων ανεξαιρέτως των πρωταγωνιστών.
Στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν τέθηκε κάποια πρόταση διεξόδου από τη μνημονιακή εμβάθυνση. Οι δανειστές πρότειναν ένα τελεσίγραφο που δεν μπορούσε να γίνει δεκτό με στόχο την πλήρη συνθηκολόγηση της νέας κυβέρνησης. Η ελληνική κυβέρνηση, από τη μεριά της, προχώρησε στη γνωστή πρόταση 47 σελίδων που ουσιαστικά ακυρώνει το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και διολισθαίνει ακόμα περισσότερο σε μνημονιακά στάνταρντ, ενώ κινείται στη λογική υπερφορολόγησης πλατιών στρωμάτων του πληθυσμού και ιδιωτικοποίησης της δημόσιας περιουσίας.
Είναι φανερό πως στο έδαφος αυτών των προτάσεων δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος και σωτηρία της χώρας. Βέβαια, ο Αλ. Τσίπρας παρουσιάζοντας μια τέτοια πρόταση ξεκαθαρίζει πως είναι το ύστατο σημείο που μπορεί να φτάσει. Το πρόβλημα όμως παραμένει, αφού η πρόταση αυτή δεν μπορεί να στηρίξει μια άλλη δυνατότητα και επιλογή. Αρνείται, λοιπόν, το τελεσίγραφο, δείχνει πως δεν μπορεί να ευθυγραμμιστεί πλήρως με όσα ζητά τώρα η μερκελική Ευρώπη, αλλά απαντά με μια πρόταση μνημονιακής κοπής, ενώ αφήνει πάντα ανοικτή την πόρτα ενός συμβιβασμού με τους Θεσμούς σε κάτι ενδιάμεσο που δεν αποσαφηνίζεται.
Οι δύο προτάσεις «τσακώνονται», λοιπόν, στο μνημονιακό «αχυρώνα» και δεν είναι το ζήτημα να επιλέξει κανείς μια από τις δυο. Η χώρα χρειάζεται μια άλλη επιλογή.
Η αναγκαία υπέρβαση
Θα είχε σημασία να γίνει αντιληπτή η στιγμή, ως στιγμή συνολικής αλλαγής πορείας. Ακόμα και τώρα, υπάρχει η δυνατότητα να υπάρξουν προϋποθέσεις μιας διαφορετικής πορείας. Τα παπαγαλάκια και οι λαγοί των τροϊκανών μεθοδεύσεων υποστηρίζουν ότι είναι καλύτερα να υπάρξει μια κακή συμφωνία παρά καμία συμφωνία. Θέλουν έτσι να γίνει αποδεκτός ο μονόδρομος του μνημονιακού πλαισίου. Κι όμως, υπάρχει άλλος δρόμος. Δύσκολος μεν αλλά στην πραγματικότητα περισσότερο ρεαλιστικός και αποτελεσματικός.
Ο απολογισμός είναι απαραίτητος, αν πρόκειται να ανιχνευτεί η από εδώ και πέρα πορεία. Ήταν τελείως λαθεμένος ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η «διαπραγμάτευση», ο χρόνος που χάθηκε, οι πόροι που καταξοδεύτηκαν. Αλλά και η «ακυβερνησία» που ουσιαστικά επιβλήθηκε από το σίριαλ της διαπραγμάτευσης, από τις αυταπάτες για σχετικά εύκολη συμφωνία, από τη μη κατανόηση της τροϊκανής παγίδευσης.
Ακόμα και τώρα, λοιπόν, η απαρχή μιας άλλης πορείας βρίσκεται στο πολιτικό -και όχι στο στενά οικονομικό- πεδίο. Με στόχο την ανάκτηση της κυριαρχίας της χώρας από τα μνημονιακά δεσμά. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υλοποιηθεί μόνο από μια κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση όμως με αυτό το στόχο, θα μπορούσε να συμβάλει ώστε να υπάρξει ένα μαζικό πολιτικό κίνημα. Αντίθετα, μια πολιτική πρακτική κεντροαριστεροποίησης δεν μπορεί να ξεσηκώσει κανέναν ενθουσιασμό και λαϊκή κινητοποίηση.
Πρόσφατα, ένας εκπρόσωπος των Podemos,εξηγούσε έτσι περίπου τα βήματα για ριζικές αλλαγές μέσα στην επόμενη 10ετία (χρειάζεται ένας πιο διευρυμένος χρονικά ορίζοντας για την επίτευξη σημαντικών στόχων): α) Να συγκεντρωθεί πολιτική δύναμη για μια νίκη και ανατροπή του νεοφιλελευθερισμού στην Ισπανία, β) να βρεθεί αυτή η πολιτική δύναμη σε θέση να ασκήσει πολιτική, όχι μόνο εναλλακτική, αλλά και πιο «ικανή» από όσους κυβερνούσαν μέχρι σήμερα, γ) να «οικοδομηθεί» ένας λαός γύρω από στόχους και αξίες, ώστε να ζει με αξιοπρέπεια και ευημερία.
Αν τεθούν αντίστοιχες προδιαγραφές για τη χώρα μας, καταλαβαίνει κανείς την υπέρβαση που απαιτείται για να την ανταπόκριση στις σημερινές ιστορικές προκλήσεις.
Στιγμή αλλαγής πορείας
Η εμπλοκή που παρουσιάστηκε τις τελευταίες μέρες μπορεί να αξιοποιηθεί ώστε να κερδηθεί έδαφος σε όλα τα επίπεδα και πρωταρχικά μέσα στο λαό. Να δυναμώσει η πεποίθηση πως χρειάζεται διαφορετική πορεία.
Μην ξεχνάμε πως ζούμε σε μια περίοδο οργανικής κρίσης. Οι «πάνω» δεν μπορούν να σταθεροποιηθούν γιατί οι «κάτω», μέσα από την πείρα τους, δεν αντέχουν άλλο τις μνημονιακές φόρμουλες. Πέντε χρόνια τώρα, αυτές έχουν φθαρεί ανεπανόρθωτα στην λαϊκή συνείδηση. Όποιος εφάρμοσε μνημονιακές πολιτικές κατέρρευσε πολιτικά μέσα σε ένα-δυο χρόνια. Το καθαρόαιμο μνημονιακό εσωτερικό στρατόπεδο βρίσκεται, λοιπόν, σε βαθιά κρίση, αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει με γρήγορη φθορά όσο δεν «δραπετεύει» από τις μνημονιακές προδιαγραφές.
Το υποκείμενο και η κινητήρια δύναμη της αντίστασης είναι, πρέπει να είναι, ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου για στόχους που προδιαγράφουν την δυνατότητα μιας άλλης πορείας και ζωντανεύουν πραγματικά την ελπίδα που, εδώ και 4-5 μήνες, ταλαιπωριέται αφάνταστα. Ο λαός, αργά ή γρήγορα, θα μιλήσει εκεί που μιλά συνήθως: Στις πλατείες και στους δρόμους για αξιοπρέπεια, δημοκρατία, ανεξαρτησία και σωτηρία της χώρας.
Σκίτσο: Βαγγέλης Παπαβασιλείου – “Παγίδες”