Habemus Papam!

Η «ξανά γερμανική» Ευρώπη αποκτά επιτέλους νέα κυβέρνηση…

Δεν βγήκε λευκός καπνός από κάποιο κρατικό μέγαρο του Βερολίνου, όπως βγαίνει από την Καπέλα Σιστίνα όταν εκλέγεται νέος Πάπας, αλλά είναι πια γεγονός: η Γερμανία απέκτησε, μετά από την 16ετή θητεία της Μέρκελ, νέο καγκελάριο και νέα –τρικομματική πλέον, αφού δεν γινόταν αλλιώς– ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Και η Ευρώπη ετοιμάζεται να ξαναποκτήσει επιτέλους μπούσουλα, που «φυσικά» θα πρέπει να γυρνά καταπώς φυσά ο γερμανικός άνεμος. Ή τουλάχιστον αυτό είναι το μήνυμα που αναμασούν με διατεταγμένη αισιοδοξία πολλοί (όχι όλοι) Ευρωπαίοι αναλυτές και ΜΜΕ.

Η αλήθεια είναι ότι ο νέος, Σοσιαλδημοκράτης πλέον, καγκελάριος δεν είναι και τόσο νέος, αφού μέχρι τώρα ήταν το δεξί χέρι της Μέρκελ ως αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποιον ηγέτη της ως τώρα αντιπολίτευσης, τον οποίο αποφάσισαν να δοκιμάσουν ως εναλλακτική οι Γερμανοί ψηφοφόροι απέναντι σε μια «κουρασμένη» και πολλαπλά λαβωμένη Χριστιανοδημοκράτισσα καγκελάριο Μέρκελ. Το δείχνει άλλωστε και το όχι και τόσο θριαμβευτικό ποσοστό (25,7%) που απέσπασε στις κάλπες της 26ης Σεπτεμβρίου, το οποίο ανάγκασε τη γερμανική πολιτική τάξη σε σχεδόν δύο μήνες δύσκολων διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό της νέας συγκυβέρνησης. Το εκλογικό αποτέλεσμα υποχρέωσε λοιπόν σε έναν καινοφανή τρικομματικό συνασπισμό Σοσιαλδημοκρατών (SPD), Πράσινων (Die Grünen) και Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP)…

Λεπτομερειακή συμφωνία 178 σελίδων

Το πρώτο στοιχείο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι η νέα γερμανική συγκυβέρνηση (που αποκαλείται «φανάρι» από τα χρώματα των κομμάτων που την απαρτίζουν) σχηματίζεται μετά την υπογραφή από τα τρία αυτά κόμματα μιας λεπτομερειακής συμφωνίας 178 σελίδων. Στα 9 κεφάλαια του επίσημου αυτού εγγράφου περιγράφεται με σαφήνεια η πολιτική που θα ακολουθήσει σε όλα τα ζητήματα, εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, η υπό τον Όλαφ Σολτς ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Από αυτή τη συμφωνία μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι πρώτος στόχος είναι να ανακτηθεί και να θωρακιστεί ο «ευρωπαϊκός και διεθνής ρόλος» του Βερολίνου, που τα τελευταία χρόνια υπέστη σοβαρά πλήγματα.

Έτσι Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Ελεύθεροι Δημοκράτες (Φιλελεύθεροι) ποζάρουν πλέον ως στιβαροί και αποφασισμένοι εγγυητές όσων επιτάσσει το βαθύ επιτελείο του γερμανικού κράτους και της οικονομικής ελίτ. Και ως αποτελεσματικότεροι διαχειριστές, τουλάχιστον σε σχέση με τον εδώ και καιρό αναποτελεσματικό –και τελικά αντιδημοφιλή – «Μεγάλο Συνασπισμό» Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Η ανάδειξη του Όλαφ Σολτς, ήδη βαθιά χωμένου στα βαθιά επιτελεία, στο αξίωμα του καγκελάριου εγγυάται, εξάλλου, τη «συνέχεια του κράτους» ως υλοποιητή των επιταγών της γερμανικής ελίτ.

Η κατανομή των υπουργείων δείχνει τις στοχεύσεις

Η τρικομματική συμφωνία δείχνει ότι όλοι οι συμβαλλόμενοι έχουν αναλάβει από κοινού την δέσμευση, ξεχνώντας τις διαφορετικές «αποχρώσεις» των προεκλογικών προγραμμάτων τους, να προωθήσουν τρεις κεντρικές επιλογές: τη λεγόμενη «Πράσινη Μετάβαση», την ανανέωση της επιβολής μιας πανευρωπαϊκής λιτότητας μετά από μια περίοδο «χαλάρωσης» λόγω και της αστάθειας που ταλάνιζε το Βερολίνο, και τη σκληρή υπεράσπιση των γερμανικών συμφερόντων σε διεθνές επίπεδο. Αυτό δείχνει, επίσης, η κατανομή των υπουργείων, όπως και οι πρώτες δηλώσεις των επικεφαλής των συγκυβερνώντων κομμάτων και των μελλοντικών υπουργών μετά την ανακοίνωση του σχηματισμού κυβέρνησης.

Από τη λεπτομερειακή συμφωνία που υπέγραψαν οι τρεις εταίροι της νέας γερμανικής συγκυβέρνησης μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι πρώτος στόχος είναι να ανακτηθεί και να θωρακιστεί ο «ευρωπαϊκός και διεθνής ρόλος» του Βερολίνου, που τα τελευταία χρόνια υπέστη σοβαρά πλήγματα

Ας δούμε όμως πρώτα την κατανομή των υπουργικών εδράνων. Οι Σοσιαλδημοκράτες, πέραν της καγκελαρίας, παίρνουν 6 υπουργεία: Άμυνας, Εσωτερικών, Εργασίας, Υγείας, Υποδομών, Οικονομικής Συνεργασίας. Οι Πράσινοι παίρνουν την αντικαγκελαρία (χωρίς ακόμη να έχει οριστεί συγκεκριμένο πρόσωπο) και 5 υπουργεία: Εξωτερικών, Περιβάλλοντος, Γεωργίας, Οικογένειας, Οικονομίας και Κλίματος. 4 υπουργεία παίρνουν οι Φιλελεύθεροι: Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Μεταφορών, Εκπαίδευσης.

Με μια πρώτη ματιά, προκαλεί εντύπωση η γενναία μερίδα που απέσπασαν οι Πράσινοι, με σημαντικότερο το Υπουργείο Εξωτερικών – το οποίο προορίζεται να αναλάβει η επικεφαλής των Πράσινων Αναλένα Μπέρμποκ. Η πάλαι ποτέ πασιφίστρια έχει και «διεθνή» έγκριση για τη θέση, αφού αναδείχθηκε ΝΑΤΟϊκότερη του ΝΑΤΟ και καταφέρεται με σκληρούς όρους εναντίον των «απολυταρχικών καθεστώτων» που βρίσκονται απέναντι στη Δύση – δηλαδή της Ρωσίας και (προσεκτικότερα) της Κίνας. Άλλωστε στο ίδιο αξίωμα είχε διαπρέψει, το διάστημα 1998-2005, και ο επίσης Πράσινος Γιόσκα Φίσερ, που υποστήριξε με φανατισμό τη γερμανική συμμετοχή στη Δυτική στρατιωτική επέμβαση που οδήγησε στον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας. Ήταν αυτός που έσπασε, για πρώτη φορά μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το ταμπού της επανεμφάνισης Γερμανών στρατιωτών σε πεδία μάχης εκτός γερμανικών συνόρων…

Άγνωστο το μέλλον των Πράσινων, αλλά πάγιος ο ρόλος του FDP

Ακόμη κι έτσι, μπορεί κανείς να εκτιμήσει ότι οι Πράσινοι είναι λύση ανάγκης, και μάλιστα το πιθανότερο μιας χρήσης. Μπορεί να είναι εξυπηρετικοί στη σημερινή συγκυρία, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε ευρωατλαντικό επίπεδο, αλλά δεν έχουν ρίζες στο οργανικό βαθύ κράτος και στα επιτελεία του. Και η πριμοδότησή τους από δυναμικούς συστημικούς παράγοντες λόγω της αντιρωσικής στάσης τους μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ εάν στο μέλλον η γερμανική άρχουσα τάξη νιώσει αρκετή αυτοπεποίθηση για να προσανατολιστεί διαφορετικά, πιο αυτόνομα, στη χαοτική διεθνή σκακιέρα…

Αντίθετα, οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι του FDP είναι εδώ και δεκαετίες χωμένοι στο γερμανικό σύστημα, από το οποίο δεν αποκόπηκαν ακόμη και στα (πολλά) χρόνια που κατρακυλούσαν εκλογικά, μένοντας εκτός νομής της κυβερνητικής εξουσίας. Η ανάληψη του κομβικού Υπουργείου Οικονομικών από τον επικεφαλής τους, τον Κρίστιαν Λίντνερ, προοιωνίζεται την απόπειρα ολικής επαναφοράς μιας σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας σε επίπεδο Ε.Ε., και οπωσδήποτε δεν αποτελεί χαρμόσυνη είδηση για την Ελλάδα και γενικότερα για τον ευρωπαϊκό Νότο. Για την ακρίβεια, προσωποποιεί μια προαναγγελία έντασης των πιέσεων. Ας θυμηθούμε ότι ο Λίντνερ κραύγαζε, στα χρόνια των μνημονίων, για ακόμη σκληρότερη πολιτική επί των «απείθαρχων και τεμπέληδων του Νότου», σε βαθμό ώστε ο Σόιμπλε να μοιάζει μπροστά του πολύ διαλλακτικός! Ο Λίντνερ ήταν ανοιχτά υπέρμαχος του Grexit, το οποίο θεωρούσε δίκαιη τιμωρία για την ελληνική αυθάδεια…


Οι γερμανικές φιλοδοξίες θα πρέπει να διασχίσουν κακοτράχαλους δρόμους

Απέναντι σε αυτό το κυβερνητικό σχήμα Σοσιαλδημοκρατών-Πράσινων-Ελεύθερων Δημοκρατών, με το συγκεκριμένο πρόγραμμα, οι Χριστιανοδημοκράτες δεν αναμένεται να ασκήσουν πραγματική αντιπολίτευση. Η συμφωνία τους με τον «προοδευτικό» νεοφιλελευθερισμό της κυβέρνησης-φανάρι, όπως και με τις φιλοδοξίες επιβολής μιας ισχυρής Γερμανίας σε επίπεδο Ε.Ε. και διεθνώς, είναι βαθιά και ουσιαστική – έτσι που να υπαγορεύσει μια «υπεύθυνη και εποικοδομητική» στάση. Πρόκειται για κοινούς στόχους όλου του γερμανικού πολιτικού συστήματος, που με τη νέα κυβέρνηση θα επιχειρήσει να βρει λύσεις για τα αγκάθια που το ταλανίζουν, κυρίως εκτός συνόρων.

Μ’ αυτήν την έννοια, το νέο κυβερνητικό μείγμα θα είναι ιδιαίτερα επιθετικό και (όσον αφορά τη χώρα μας) ανθελληνικό, αφού το Βερολίνο ετοιμάζεται να εκδώσει φετφάδες για όλη την Ευρώπη και ταυτόχρονα να καταλήξει σε μια «ρεαλιστική συμφωνία» με την Άγκυρα – η οποία θα παγιώνει την ήδη ανοιχτά φιλοτουρκική πολιτική του απερχόμενου «Μεγάλου Συνασπισμού», με ή χωρίς Ερντογάν. Είναι χαρακτηριστικό της αναμενόμενης «επαναδραστηριοποίησης» του Βερολίνου ότι, ακόμη και στο θέμα της εκ νέου γενίκευσης ή όχι των λοκντάουν λόγω πανδημίας, οι «εταίροι» περιμένουν πια γραμμή από τη γερμανική καγκελαρία…

Βέβαια ένα πράγμα είναι οι προθέσεις, κι άλλο η πραγματικότητα και οι ρευστοί συσχετισμοί της. Ο δρόμος προς μια «ξανά γερμανική» Ευρώπη δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα, όπως δείχνει και η γαλλοϊταλική συμφωνία, που πανηγυρίστηκε από τον επίσης φιλόδοξο Μακρόν σχεδόν ταυτόχρονα με τη συγκρότηση της νέας ομοσπονδιακής γερμανικής κυβέρνησης. Ένας άξονας Παρισιού-Ρώμης θα είναι εκ των πραγμάτων σημαντικό εμπόδιο για τις ανανεωμένες φιλοδοξίες της γερμανικής ελίτ. Και δεν θα είναι το μόνο, όσο

Σχόλια

Exit mobile version