«Σε έχουν ληστέψει. Στη μεγαλύτερη ληστεία σε όλη την ιστορία των ληστειών»
Αν συμμετέχεις στις διαδηλώσεις του κινήματος «Occupy» στο Μανχάταν ή το Τζόλιετ, το Ιλινόις ή το Ουτρεμόν, το Κεμπέκ ή το Ράπιντ Σίτι, τη Νότια Ντακότα ή οποιοδήποτε από τα εκατοντάδες άλλα μέρη σε όλη την Αμερική, σίγουρα έχεις έρθει για τους δικούς σου λόγους. Αν όμως διαβάζεις αυτό το κείμενο και αναρωτιέσαι ακόμα πού σε πείραξε εσένα η Γουόλ Στριτ, τότε άκου αυτό: Σε έχουν ληστέψει. Στη μεγαλύτερη ληστεία σε όλη την ιστορία των ληστειών».
Δεν έχει σημασία αν είσαι νέος ή γέρος, Δημοκράτης ή Ρεπουμπλικάνος, αν είσαι Αμερικανός και έχεις ένα σπίτι, παίρνεις μια σύνταξη, πληρώνεις φόρους ή έχεις κάποιες οικονομίες στην τράπεζα· το βέβαιο είναι πως τα τελευταία τρία χρόνια σε έχουν γδάρει.
Τα αμερικανικά μήντια έχουν πλασάρει το κραχ του 2008 και τις απόπειρες «διάσωσης» που ακολούθησαν ως μια λογική απάντηση σε ένα εξαιρετικά τυχαίο συμβάν της ιστορίας – έναν μοιραίο οικονομικό «κατακλυσμό» που συμβαίνει κάθε τόσο!
Και αν παρακολούθησες τα διάφορα «δήθεν» τηλεοπτικά δραματοποιημένα ντοκυμαντέρ όπως το «Πολύ μεγάλος για να αποτύχει» (Too Big to Fail), αυτό που έμαθες ήταν πως την υστάτη ώρα οι τραπεζίτες και οι ηγέτες που ρυθμίζουν τα πράγματα ανασήκωσαν τα μανίκια και πήραν δύσκολες αποφάσεις, για να μας σώσουν όλους μας από την άβυσσο.
Αυτά είναι όλα ψέματα και δεν έχουν καμιά σχέση με ό,τι πραγματικά συνέβη. Αυτό που πραγματικά συνέβη ήταν μια μαζική ληστεία που πραγματοποιήθηκε σε τέσσερα βήματα:
Η κλοπή άρχισε όταν οι τράπεζες δημιούργησαν ένα βουνό στο ύψος των Ιμαλαΐων από χρέη, δανείζοντας τρισεκατομμύρια δολάρια σε ανήθικους δανειστές όπως οι Countrywide και New Century, με σκοπό να παραγάγουν ένα τεράστιο όγκο από στεγαστικά δάνεια. Είκοσι χρόνια πριν, οι τράπεζες δεν έδιναν δάνεια με ρίσκο, επειδή ανησυχούσαν για την αποπληρωμή τους. Αλλά σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες δεν σκόπευαν εξαρχής να κρατήσουν τα δάνεια στην κατοχή τους: αυτά τα δάνεια είχαν σχεδιαστεί για να πουληθούν, πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι.
Μετά οι τράπεζες επαναγόρασαν όλα αυτά τα δάνεια τρίτης διαλογής από όλες τις Countrywide του κόσμου, τα συγκέντρωσαν και τα «πετσόκοψαν» ώστε να τα πουλήσουν ξανά σε «κορόιδα» στην Ευρώπη, την Μέση Ανατολή, την Κίνα αλλά και στο εσωτερικό των ΗΠΑ πλασάροντάς τα σαν επενδύσεις ΑΑΑ. Αυτό είναι σαν να αγοράζεις ένα τσουβάλι… ρίγανη, να το μοιράζεις σε δέκα χιλάδες σακουλάκια και μετά να τριγυρνάς σε ροκ συναυλίες για να το πουλήσεις σαν πρώτης ποιότητας μαριχουάνα!
Οι πιο «έξυπνες» από τις τράπεζες, ξέροντας πόσο επισφαλή είναι τούτα τα δάνεια, βγήκαν στις αγορές και στοιχημάτισαν τεράστια ποσά εναντίον ακριβώς αυτών των δανείων.
Τελικά, όταν τα τοξικά στεγαστικά δάνεια «έσκασαν», δημιουργώντας ένα παγκόσμιο τσουνάμι απωλειών, μέσα στο οποίο εξαφανίστηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα εταιρείες που υπήρχαν εδώ και αιώνες και άξιζαν δισεκατομμύρια (ακόμα και ο κύριος «πράκτορας» στοιχημάτων, η AIG, κατέρρευσε), οι τράπεζες στράφηκαν στους λαντζέρηδες, στους εργάτες καθαριότητας, στους πυροσβέστες και στους δασκάλους, σε όλους εμάς δηλαδή τους φορολογούμενους για να ξεπληρώσουμε τα στοιχήματά τους.
Μερικοί από τους καλύτερους πελάτες των τραπεζών γι’ αυτά τα ψευτοδάνεια ήταν θεσμικοί επενδυτές, όπως τα κρατικά συνταξιοδοτικά ταμεία. Όταν λοιπόν τα ενυπόθηκα δάνεια κατέρρευσαν, τα αποθέματα των συνταξιοδοτικών ταμείων και των συνδικάτων σε όλη την Αμερική καταβυθίστηκαν. Αυτός είναι ο λόγος που οι συνταξιούχοι δάσκαλοι από το Λος Άντζελες ως τη Μινεάπολη ξύπνησαν ένα πρωί του Σεπτέμβρη του 2008, έχοντας χάσει το 40% των αποταμιεύσεων μιας ολόκληρης ζωής.
Οι τραπεζίτες της Γουόλ Στριτ εκμεταλλεύθηκαν όποιον μπορούσαν με τα τοξικά ενυπόθηκα δάνεια. Κάθε φορά που έκλειναν μια συμφωνία με έναν κινέζικο επενδυτικό οργανισμό ή με κάποιο συνδικάτο ξυλουργών του Μισισίπι για να πουλήσουν τα εκρηκτικά τους προϊόντα, χοροπηδούσαν από τη χαρά τους, συγχαίροντας ο ένας τον άλλον μέσα στα γραφεία τους, σ’ αυτούς τους ίδιους ουρανοξύστες που μπορεί εσύ τώρα να κοιτάς από τη γωνιά σου, στη Λίμπερτι Σκουέρ.
Αλλά η Γουόλ Στριτ δεν είναι ο μόνος υπεύθυνος. Αντί να εξαναγκάσει αυτούς τους εγκληματικούς οικονομικούς παράγοντες να αποζημιώσουν τα θύματά τους, η κυβέρνησή μας –μέσω δύο εξίσου διεφθαρμένων προεδριών, μιας δημοκρατικής και μιας ρεπουμπλικάνικης– διπλασίασε την κλοπή: ανάγκασε τους συνταξιούχους δασκάλους να βάλουν τα χέρια βαθιά στις τσέπες τους για δεύτερη φορά, ώστε με τα φορολογικά έσοδα να ξεπληρώσει τα στοιχήματα που οι τραπεζίτες είχαν βάλει εναντίον των δανείων που οι ίδιοι τους είχαν προηγουμένως πουλήσει.
Ένα τόσο καλά ενορχηστρωμένο θεσμικό έγκλημα δεν έχει προηγούμενο στην αμερικανική ιστορία. Μετά την αποταμιευτική και δανειακή κρίση της δεκαετίας του 1980, η αμερικανική κυβέρνηση έφερε πάνω από 1.100 περιπτώσεις στο δικαστήριο. Σήμερα, έπειτα από αυτή την τεραστίων διαστάσεων απάτη σε ολόκληρο τον τραπεζικό κλάδο, ούτε ένας από τους υψηλά ιστάμενους της Wall Street δεν έχει δει από μέσα τους τοίχους της φυλακής.
Μετά το κραχ οι τράπεζες είχαν πρόσβαση σε δισεκατομμύρια δολάρια, σχέδια διάσωσης και δάνεια με μηδενικό επιτόκιο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, με τη σιωπηρή παραδοχή ότι αφού τους σώσαμε θα έδιναν νέα ώθηση στην οικονομία και δουλειά στους ανθρώπους. Μα η πρώτη δουλειά που έκαναν οι τραπεζίτες ήταν να αυξήσουν τις δικές τους εξωφρενικές αποδοχές.
Το 2009, πριν περάσει καν χρόνος από τότε που οι φορολογούμενοι τους έσωσαν από την κατάρρευση, οι Goldman-Sachs (16,2 δισ. δολάρια σε αποζημιώσεις το 2009) και Morgan-Stanley (10,7 δισ.), αυτά τα δύο «τρυφερούδια», μοίραζαν σε στελέχη τους αποζημιώσεις σε ύψη-ρεκόρ. Αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με τα ετήσια έσοδα της Γουόλ Στριτ να ξεπερνάνε τα 417 δισ. δολάρια πέρσι, με το ύψος των αποζημιώσεων του προσωπικού τους να φτάνει τα 135 δισ. – και τα δύο αυτά ποσά αποτελούν ρεκόρ για όλες τις εποχές.
Τρία χρόνια από την αρχή αυτής της «ανάκαμψης», λιγοστές νέες θέσεις εργασίας έχουν δημιουργηθεί και κάθε τρεις μήνες 250.000 νέες οικογένειες συνεχίζουν να χάνουν τα σπίτια τους. Τα σχέδια διάσωσης δεν βοήθησαν εμάς. Αντίθετα, βοήθησαν τους ανθρώπους που μας πέταξαν έξω από τα σπίτια μας και μας έβγαλαν σους δρόμους.
Υπάρχουν χίλιοι λόγοι για να κάνει κανείς κατάληψη στην Γουόλ Στριτ: ένας πόλεμος που ποτέ δεν τελειώνει, ένα σύστημα υγείας που συνεχώς αποτυγχάνει, η ανάγκη για δουλειά και ένα μεροκάματο για να ζήσεις, οι τεράστιες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Αλλά αν αναζητάς έναν και μόνο λόγο για να μετάσχεις στο κίνημα, είναι αυτός:
Ναι, σε κλέψανε και η κυβέρνησή σου τους βοήθησε να αποτελειώσουν τη δουλειά.
Δεν έχει σημασία αν είσαι νέος ή γέρος, Δημοκράτης ή Ρεπουμπλικάνος, αν είσαι Αμερικανός και έχεις ένα σπίτι, παίρνεις μια σύνταξη, πληρώνεις φόρους ή έχεις κάποιες οικονομίες στην τράπεζα· το βέβαιο είναι πως τα τελευταία τρία χρόνια σε έχουν γδάρει.
Τα αμερικανικά μήντια έχουν πλασάρει το κραχ του 2008 και τις απόπειρες «διάσωσης» που ακολούθησαν ως μια λογική απάντηση σε ένα εξαιρετικά τυχαίο συμβάν της ιστορίας – έναν μοιραίο οικονομικό «κατακλυσμό» που συμβαίνει κάθε τόσο!
Και αν παρακολούθησες τα διάφορα «δήθεν» τηλεοπτικά δραματοποιημένα ντοκυμαντέρ όπως το «Πολύ μεγάλος για να αποτύχει» (Too Big to Fail), αυτό που έμαθες ήταν πως την υστάτη ώρα οι τραπεζίτες και οι ηγέτες που ρυθμίζουν τα πράγματα ανασήκωσαν τα μανίκια και πήραν δύσκολες αποφάσεις, για να μας σώσουν όλους μας από την άβυσσο.
Αυτά είναι όλα ψέματα και δεν έχουν καμιά σχέση με ό,τι πραγματικά συνέβη. Αυτό που πραγματικά συνέβη ήταν μια μαζική ληστεία που πραγματοποιήθηκε σε τέσσερα βήματα:
Η κλοπή άρχισε όταν οι τράπεζες δημιούργησαν ένα βουνό στο ύψος των Ιμαλαΐων από χρέη, δανείζοντας τρισεκατομμύρια δολάρια σε ανήθικους δανειστές όπως οι Countrywide και New Century, με σκοπό να παραγάγουν ένα τεράστιο όγκο από στεγαστικά δάνεια. Είκοσι χρόνια πριν, οι τράπεζες δεν έδιναν δάνεια με ρίσκο, επειδή ανησυχούσαν για την αποπληρωμή τους. Αλλά σε αυτή την περίπτωση οι τράπεζες δεν σκόπευαν εξαρχής να κρατήσουν τα δάνεια στην κατοχή τους: αυτά τα δάνεια είχαν σχεδιαστεί για να πουληθούν, πριν καλά καλά στεγνώσει το μελάνι.
Μετά οι τράπεζες επαναγόρασαν όλα αυτά τα δάνεια τρίτης διαλογής από όλες τις Countrywide του κόσμου, τα συγκέντρωσαν και τα «πετσόκοψαν» ώστε να τα πουλήσουν ξανά σε «κορόιδα» στην Ευρώπη, την Μέση Ανατολή, την Κίνα αλλά και στο εσωτερικό των ΗΠΑ πλασάροντάς τα σαν επενδύσεις ΑΑΑ. Αυτό είναι σαν να αγοράζεις ένα τσουβάλι… ρίγανη, να το μοιράζεις σε δέκα χιλάδες σακουλάκια και μετά να τριγυρνάς σε ροκ συναυλίες για να το πουλήσεις σαν πρώτης ποιότητας μαριχουάνα!
Οι πιο «έξυπνες» από τις τράπεζες, ξέροντας πόσο επισφαλή είναι τούτα τα δάνεια, βγήκαν στις αγορές και στοιχημάτισαν τεράστια ποσά εναντίον ακριβώς αυτών των δανείων.
Τελικά, όταν τα τοξικά στεγαστικά δάνεια «έσκασαν», δημιουργώντας ένα παγκόσμιο τσουνάμι απωλειών, μέσα στο οποίο εξαφανίστηκαν μέσα σε δευτερόλεπτα εταιρείες που υπήρχαν εδώ και αιώνες και άξιζαν δισεκατομμύρια (ακόμα και ο κύριος «πράκτορας» στοιχημάτων, η AIG, κατέρρευσε), οι τράπεζες στράφηκαν στους λαντζέρηδες, στους εργάτες καθαριότητας, στους πυροσβέστες και στους δασκάλους, σε όλους εμάς δηλαδή τους φορολογούμενους για να ξεπληρώσουμε τα στοιχήματά τους.
Μερικοί από τους καλύτερους πελάτες των τραπεζών γι’ αυτά τα ψευτοδάνεια ήταν θεσμικοί επενδυτές, όπως τα κρατικά συνταξιοδοτικά ταμεία. Όταν λοιπόν τα ενυπόθηκα δάνεια κατέρρευσαν, τα αποθέματα των συνταξιοδοτικών ταμείων και των συνδικάτων σε όλη την Αμερική καταβυθίστηκαν. Αυτός είναι ο λόγος που οι συνταξιούχοι δάσκαλοι από το Λος Άντζελες ως τη Μινεάπολη ξύπνησαν ένα πρωί του Σεπτέμβρη του 2008, έχοντας χάσει το 40% των αποταμιεύσεων μιας ολόκληρης ζωής.
Οι τραπεζίτες της Γουόλ Στριτ εκμεταλλεύθηκαν όποιον μπορούσαν με τα τοξικά ενυπόθηκα δάνεια. Κάθε φορά που έκλειναν μια συμφωνία με έναν κινέζικο επενδυτικό οργανισμό ή με κάποιο συνδικάτο ξυλουργών του Μισισίπι για να πουλήσουν τα εκρηκτικά τους προϊόντα, χοροπηδούσαν από τη χαρά τους, συγχαίροντας ο ένας τον άλλον μέσα στα γραφεία τους, σ’ αυτούς τους ίδιους ουρανοξύστες που μπορεί εσύ τώρα να κοιτάς από τη γωνιά σου, στη Λίμπερτι Σκουέρ.
Αλλά η Γουόλ Στριτ δεν είναι ο μόνος υπεύθυνος. Αντί να εξαναγκάσει αυτούς τους εγκληματικούς οικονομικούς παράγοντες να αποζημιώσουν τα θύματά τους, η κυβέρνησή μας –μέσω δύο εξίσου διεφθαρμένων προεδριών, μιας δημοκρατικής και μιας ρεπουμπλικάνικης– διπλασίασε την κλοπή: ανάγκασε τους συνταξιούχους δασκάλους να βάλουν τα χέρια βαθιά στις τσέπες τους για δεύτερη φορά, ώστε με τα φορολογικά έσοδα να ξεπληρώσει τα στοιχήματα που οι τραπεζίτες είχαν βάλει εναντίον των δανείων που οι ίδιοι τους είχαν προηγουμένως πουλήσει.
Ένα τόσο καλά ενορχηστρωμένο θεσμικό έγκλημα δεν έχει προηγούμενο στην αμερικανική ιστορία. Μετά την αποταμιευτική και δανειακή κρίση της δεκαετίας του 1980, η αμερικανική κυβέρνηση έφερε πάνω από 1.100 περιπτώσεις στο δικαστήριο. Σήμερα, έπειτα από αυτή την τεραστίων διαστάσεων απάτη σε ολόκληρο τον τραπεζικό κλάδο, ούτε ένας από τους υψηλά ιστάμενους της Wall Street δεν έχει δει από μέσα τους τοίχους της φυλακής.
Μετά το κραχ οι τράπεζες είχαν πρόσβαση σε δισεκατομμύρια δολάρια, σχέδια διάσωσης και δάνεια με μηδενικό επιτόκιο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, με τη σιωπηρή παραδοχή ότι αφού τους σώσαμε θα έδιναν νέα ώθηση στην οικονομία και δουλειά στους ανθρώπους. Μα η πρώτη δουλειά που έκαναν οι τραπεζίτες ήταν να αυξήσουν τις δικές τους εξωφρενικές αποδοχές.
Το 2009, πριν περάσει καν χρόνος από τότε που οι φορολογούμενοι τους έσωσαν από την κατάρρευση, οι Goldman-Sachs (16,2 δισ. δολάρια σε αποζημιώσεις το 2009) και Morgan-Stanley (10,7 δισ.), αυτά τα δύο «τρυφερούδια», μοίραζαν σε στελέχη τους αποζημιώσεις σε ύψη-ρεκόρ. Αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με τα ετήσια έσοδα της Γουόλ Στριτ να ξεπερνάνε τα 417 δισ. δολάρια πέρσι, με το ύψος των αποζημιώσεων του προσωπικού τους να φτάνει τα 135 δισ. – και τα δύο αυτά ποσά αποτελούν ρεκόρ για όλες τις εποχές.
Τρία χρόνια από την αρχή αυτής της «ανάκαμψης», λιγοστές νέες θέσεις εργασίας έχουν δημιουργηθεί και κάθε τρεις μήνες 250.000 νέες οικογένειες συνεχίζουν να χάνουν τα σπίτια τους. Τα σχέδια διάσωσης δεν βοήθησαν εμάς. Αντίθετα, βοήθησαν τους ανθρώπους που μας πέταξαν έξω από τα σπίτια μας και μας έβγαλαν σους δρόμους.
Υπάρχουν χίλιοι λόγοι για να κάνει κανείς κατάληψη στην Γουόλ Στριτ: ένας πόλεμος που ποτέ δεν τελειώνει, ένα σύστημα υγείας που συνεχώς αποτυγχάνει, η ανάγκη για δουλειά και ένα μεροκάματο για να ζήσεις, οι τεράστιες ανισότητες στην κατανομή του πλούτου. Αλλά αν αναζητάς έναν και μόνο λόγο για να μετάσχεις στο κίνημα, είναι αυτός:
Ναι, σε κλέψανε και η κυβέρνησή σου τους βοήθησε να αποτελειώσουν τη δουλειά.
του MATT TAIBBI
Σχόλια