Συγκεκριμένα, η απόφαση που ελήφθη την Πέμπτη, δικαιώνει τη ΔΕΗ αναφέροντας χαρακτηριστικά πως «δεν προκύπτει ότι η ΔΕΗ κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά λιγνίτη και άρα δικαιούται να διατηρήσει το σύνολο των εργοστασίων που διαθέτει». Έτσι, κόβεται η όρεξη σε όσους ήταν έτοιμοι να χορηγήσουν μέσω διαγωνισμών ή «τύποις» διαγωνισμών δικαιώματα εκμεταλλεύσεως επί των κοιτασμάτων λιγνίτη της Δράμας, Ελασσόνας, Βεύης και Βεγόρας, που αποτελούν εθνικό πλούτο.
«Παραθυράκι» για τους ιδιώτες
Με τη συγκεκριμένη απόφαση φαίνεται να προστατεύονται τα εργοστάσια λιγνίτη της ΔΕΗ. Ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αφήνει ανοικτό παράθυρο για δραστηριοποίηση στην ελληνική αγορά και ιδιωτών. Σύμφωνα με το σκεπτικό της δικαστικής απόφασης «στην Ελλάδα υπάρχουν 3,2 δισ. τόνοι λιγνίτη, ενώ η ΔΕΗ έχει αποκλειστικά δικαιώματα μόνο για τα 2 δισ. τόνους», γεγονός που σημαίνει ότι οι ιδιώτες επενδυτές μπορούν να εκμεταλλευθούν, εάν υπάρξουν οι θεσμικοί όροι, τα υπόλοιπα κοιτάσματα.
Μάλιστα, το Ευρωδικαστήριο αποδίδει «ευθύνες» στο Ελληνικό Δημόσιο που δεν έδωσε ευκαιρίες και σε άλλους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας να αποκτήσουν πρόσβαση σε βεβαιωμένα κοιτάσματα λιγνίτη, πράγμα για το οποίο -επισημαίνεται στη δικαστική απόφαση- δεν ευθύνεται η ΔΕΗ.
Ηχηρή απάντηση για τα «αρπαχτικά»
Ιδιαίτερα σημαντική χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη απόφαση ο Σαράντος Αλεξανδρής, μέλος της Διοίκησης του Σωματείου Ορυχείων – Σταθμών ΔΕΗ Μεγαλόπολης. Σε δήλωσή του στο Δρόμο ο κ. Αλεξανδρής αναφέρει ότι η απόφαση αυτή δικαιώνει τους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος στη ΔΕΗ και τη χαρακτηρίζει «μια ηχηρή και αποστομωτική απάντηση στα επιχειρηματικά εκείνα συμφέροντα που επιδιώκουν να εξυπηρετήσουν τα κέρδη τους σε βάρος των αναγκών της κοινωνίας και του δημόσιου συμφέροντος. Είναι ένα σημαντικό πλήγμα σ’ όσους στόχευαν -και με τη διευκόλυνση ευνοϊκών αποφάσεων της Ε.Ε.- και δρομολόγησαν με τη στήριξη της τρόικας και των εφαρμοζόμενων μνημονιακών και νεοφιλελεύθερων πολιτικών των κυβερνήσεων να λεηλατήσουν τη ΔΕΗ μέσω του ξεπουλήματος λιγνιτικών της Μονάδων, παραχώρησης ορυχείων, πώλησης υδροηλεκτρικών Μονάδων καθώς και παραχώρησης – ανταλλαγής ποσοστού της παραγόμενης ενέργειας».