Γράφει ο Γιώργος Α. Λεονταρίτης

Αξίζει, νομίζω, να αφηγηθώ αυτό που μου συνέβη κάποιο βράδυ, σε δείπνο που είχε παραθέσει φιλικό ζευγάρι. Στο τραπέζι μας βρισκόταν κι ένας νέος –αξιόλογο παιδί γενικά– που ήθελε να του εξηγήσω πού οφείλονται τα δεινά της εποχής μας. Ήταν οργισμένος με τον Τσίπρα, κι επειδή γνώριζε τις ιδεολογικές μου πεποιθήσεις, αισθάνθηκε την ανάγκη να ξεσπάσει επάνω μου, ως αριστερού. Ήταν τελείως ακατατόπιστος –όπως πολλοί της γενιάς του– για την ιστορία αυτού του χώρου και τα σχήματα στο μυαλό του, ήταν μπερδεμένα και υπεραπλουστευμένα. «Εσείς οι κομμουνιστές να τα βλέπετε, εσείς φταίτε για όλα…»! «Εμείς οι κομμουνιστές;» Ποιοι «κομμουνιστές»; Η φωνή του νεαρού φίλου, φανέρωνε ειρωνεία και επιθετικότητα. «Πρώτη φορά Αριστερά δεν λέτε; Σας μάθαμε τώρα για καλά…». Κάθε προσπάθεια να του εξηγήσω τις διαφορές των ιδεολόγων από τους κάπηλους και τους οπορτουνιστές, στάθηκε μάταιη. Γι’ αυτόν, όλοι το ίδιο είμαστε. «Εσείς φταίτε…»! Κι αν το πράγμα περιοριζόταν στη γνώμη ενός ατόμου, δεν θα ήταν κάτι τρομερό. Δυστυχώς όμως, πολλοί νέοι που έχουν καεί από τη λαίλαπα του ΣΥΡΙΖΑ διατηρούν παρόμοια γνώμη, και δεν επιδεικνύουν καμία διάθεση να εμβαθύνουν στα άδυτα της αριστερής ιδεολογίας. Ένα κύμα αγανάκτησης κυριαρχεί σε όλα τα στρώματα, και κανείς δεν θέλει ν’ ακούσει δικαιολογίες ή διευκρινήσεις. Στον νου μου ήρθαν τα λόγια της Μαρίας Ιορδανίδου, από το γνωστό αυτοβιογραφικό της μυθιστόρημα: «Σαν τα τρελά πουλιά τον κάνανε τον κόσμο οι καταραμένοι. Σαν τα τρελά πουλιά…». Καταραμένοι για την Ιορδανίδου, ήταν ο Κάιζερ και οι Γερμανοί της εποχής εκείνης. Καταραμένοι για εμάς, είναι η Γερμανία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και οι… «θεσμοί»! Αυτοί μας έκαναν «σαν τα τρελά πουλιά»…

ΕΞΑΙΤΙΑΣ ΤΗΣ ΥΠΟΤΑΓΗΣ του ΣΥΡΙΖΑ στο Ιερατείο των Βρυξελλών, τα παιδιά μας, άλλα φεύγουν να βρούνε την τύχη τους στο εξωτερικό, κι όσα μένουν εδώ, αγωνίζονται για ένα κομμάτι ψωμί, χωρίς σταθερή εργασία, με την αβεβαιότητα του «αύριο» να τους ματώνει τις καρδιές. Τι να τους πούμε, και τι να ακούσουν; Ξαναγύρισα νοερά στα νεανικά μου χρόνια, όταν άκουγα γοητευμένος τον σοσιαλιστή ηγέτη Ηλία Τσιριμώκο, σε μια διάλεξή του, σαν Αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Ενώσεως υπέρ των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτου» που μας έλεγε: «Στην ακοή της ψυχής πολλών ανθρώπων της γενιάς μου, αντηχεί ακόμη το περίφημο ερώτημα που απηύθυνε ο Ζωρές προς τη νεολαία: «Τι θα κάνετε τις καρδιές σας; Τι θα κάνετε τα είκοσί σας χρόνια;». Δεν είναι βέβαια τίποτε πιο ωραίο από την Ειρήνη, την Ελευθερία και την Πρόοδο για να γεμίσει την ψυχή των νέων. Δεν είναι όμως και τίποτε πιο χρήσιμο για τη ζωή τους. Δίχως ελευθερία, τους αναμένει ο εξανδραποδισμός και η δυστυχία. Με τη Δημοκρατία μπορούν να ελπίσουν να ζήσουν εργαζόμενοι μέσα στη χαρά της ελευθερίας…» Σήμερα, ο εξανδραποδισμός και η δυστυχία έγιναν η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ουσιαστικά κατήργησε τη Δημοκρατία. Υπάρχει μόνο η δικτατορία των «θεσμών». Γι’ αυτό και οι νέοι, δεν ξέρουν «τι να κάνουν τα είκοσί τους χρόνια». Η φωνή του οργισμένου φίλου, με ξαναγύρισε στο «παρόν»: «Θα ψηφίσουμε με φανατισμό τον Μητσοτάκη…»! Η δήλωσή του, με μελαγχόλησε. Διεπίστωσα, ότι τελικά ο Τσίπρας απεδείχθη ο καλύτερος στρατολόγος της Δεξιάς. Πανικόβλητοι οι πολίτες, μην έχοντας άλλη διέξοδο, καταφεύγουν στη Νέα Δημοκρατία. Θυμάμαι στα δικά μου νεανικά χρόνια, τον «Γέρο» Γεώργιο Παπανδρέου, που έλεγε ότι: «Η ΕΡΕ αποτελεί τον καλύτερο στρατολόγο του Κομμουνισμού». Δηλαδή, με τα αντιλαϊκά τους μέτρα, οι τότε κυβερνήσεις του Καραμανλή, έσπρωχναν τους ψηφοφόρους προς τα Αριστερά, με κορύφωση τις εκλογές του 1958, όταν η ΕΔΑ ήλθε δεύτερο κόμμα. Τώρα, συμβαίνει το αντίστροφο. Ο αμοραλιστής Τσίπρας με την πιο αντιλαϊκή κυβέρνηση που έγινε ποτέ σ’ αυτόν τον τόπο, ωθεί τους πολίτες προς τα Δεξιά, δεδομένου ότι δεν υφίσταται κανένα σοβαρό κόμμα με δυνατότητες προσέλκυσης των μαζών. Έκανε –πέραν των άλλων– μεγάλο κακό ο αρχομανής Αλέξης με την καπηλεία μιας ιδεολογικής ταμπέλας, όσο και με την παραχάραξη των πολιτικών εννοιών. Ο Γκράμσι ήταν πάντοτε τελείως εχθρικός προς κάθε αμοραλιστική προσέγγιση της πολιτικής. Κι ο Τσίπρας τώρα, είναι ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος του πολιτικού αμοραλισμού. Για τον Γκράμσι η ηθική και η πολιτική –όπως αποτυπώνονται στα κείμενά του– αποτελούν έναν από τους πυλώνες της σκέψης του. Άλλο χαρακτηριστικό του Γκράμσι, ήταν η αφοσίωσή του πάντα στην καθοδήγηση και ενημέρωση των υποτελών τάξεων στην υπόθεση της εθνικής και κοινωνικής Απελευθέρωσης. Ο Τσίπρας δεν έπεισε ως «καθοδηγητής», επειδή ο ίδιος καθοδηγείται από τα κέντρα των Βρυξελλών και του ΝΑΤΟ. «Το να λέμε την αλήθεια στην πολιτική, είναι μια μεγάλη αναγκαιότητα» τόνιζε ο Γκράμσι. Για τον Τσίπρα, «πολιτική αναγκαιότητα» στάθηκε το ψέμα. Κι αυτό, στο τέλος, τον έπνιξε. Στις 10 Μαΐου του 1928, παραμονή της δίκης του, που τον οδήγησε στη φυλακή και στον θάνατο, ο Γκράμσι έλεγε: «Είμαι πολιτικός κατάδικος, και δεν ντρέπομαι, ούτε θα ντραπώ ποτέ γι’ αυτό. Κατά βάθος, τη φυλακή και την καταδίκη την θέλησα εγώ ο ίδιος, διότι δεν θέλησα να αλλάξω τις ιδέες μου, για τις οποίες θα έδινε και τη ζωή μου…».

Έκανε πολύ μεγάλο κακό, προσωπικά ο ίδιος ο Τσίπρας στην Αριστερά. Την κατέστησε στη συνείδηση του κόσμου, σαν… «Μαντάμ Ορτάνς» των ιδεολογιών, που σέρνεται στα κρεβάτια των «ναυάρχων» της ολοκληρωτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να ικανοποιήσει όλες τις ανώμαλες ορέξεις τους

Ο ΤΣΙΠΡΑΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕ να αλλάξει και να προδώσει τις ιδέες τους, προκειμένου να μένει γαντζωμένος στου Μαξίμου, και να ξεκουράζεται σε πολυτελή κότερα. Μπροστά σ’ αυτό το απογοητευτικό θέαμα, τα νέα παιδιά (και όχι μόνο) πώς να κατανοήσουν ότι αυτό που βλέπουν δεν είναι η Αριστερά; Και πώς να πεισθούν μόνο από κάποιες φωνές, όταν δεν υφίσταται πολιτικός φορέας σοβαρός, που να είναι σε θέση να προασπίσει τα εθνικά και κοινωνικά δίκαια ώστε να διαφωτίσει τις μάζες; Έτσι οι ψηφοφόροι στρέφονται προς τη Δεξιά. Το κακό που προκάλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ –όσο κι αν φανεί παράδοξο– θυμίζει το λάθος του ΚΚΕ με τα «Δεκεμβριανά» του 1944. Η τραγική και παράλογη αιματοχυσία του «Δεκέμβρη», είχε σαν αποτέλεσμα να τρομάξει τον κόσμο και να τον στρέψει προς τα «Δεξιά». Μάταια, οι νουνεχείς δυνάμεις της δημοκρατικής Αριστεράς (Σ.Κ.-ΕΛΔ, «Αριστεροί Φιλελεύθεροι», και πολλοί άλλοι) προσπάθησαν πρώτα ν’ αποτρέψουν τη ρήξη, και κατόπιν να αποκαταστήσουν την ομαλότητα. Οι φωνές της μετριοπάθειας, δεν ήσαν αρεστές. «Δράκου ρίζα» να είχαν η ΕΛΔ και οι άλλοι σύμμαχοί της, δεν ήταν δυνατόν να γλυτώσουν ανάμεσα από τις μυλόπετρες του εμφυλίου πολέμου. Το «πάθος της μετριοπάθειας» πχ του Σβώλου, ήταν το μόνο πάθος που δεν είχε πέραση σε τέτοιες καταστάσεις. Η αιματοχυσία των «Δεκεμβριανών», σήμερα έχει αντιστοιχία με την «οικονομική αιματοχυσία» που υφίσταται ο λαός, από μιαν ανάξια ηγεσία. Κι όπως τα «Δεκεμβριανά» ως πολιτική πράξις έγιναν αιτία να καταποντιστεί το Κίνημα της Εθνικής Αντιστάσεως, έτσι και τώρα το έγκλημα κυρίως κατά της μεσαίας τάξης με τις «οικονομικές εκτελέσεις», στάθηκε η αιτία να καταποντιστεί η ιδέα της γνήσιας Αριστερής ιδεολογίας. Όταν λοιπόν έγιναν οι πρώτες μεταπελευθερωτικές εκλογές το 1946 (και με το λάθος της αποχής των κομμάτων του ΕΑΜ) οι πολίτες, κατά πλειοψηφία, έδωσαν τη νίκη στη Δεξιά, δηλαδή στο Λαϊκόν Κόμμα του Κων. Τσαλδάρη, επειδή είχαν τρομάξει με τον «Δεκέμβρη». Τώρα, οι πολίτες πανικόβλητοι από την όλη «ευρωπαϊκή» πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, στράφηκαν ομαδικά προς τη Νέα Δημοκρατία. Πολύ περισσότερο, όταν σήμερα δεν υπάρχουν πλέον και πολιτικές προσωπικότητες που να μπορούν να καθοδηγήσουν και να πείσουν τις εξαθλιωμένες μάζες. Ο νεαρός οργισμένος φίλος μου, όπως και πολλοί της ηλικίας του, δεν έχουν τη διάθεση ούτε να μελετήσουν την Ιστορία, ούτε καν ν’ ακούσουν «φωνές συνέσεως» και ψύχραιμες αναλύσεις «όλοι ίδιοι είστε εσείς οι κομμουνιστές» επιμένουν! «Εσείς φταίτε»! Στα δύσκολα χρόνια (1944-1949) οι έξαλλοι αρθρογράφοι του δεξιού Τύπου κατηγορούσαν και «άφριζαν» κατά των Σβώλου-Τσιριμώκου, διότι ήσαν… του «ιδίου φυράματος» με το ΚΚΕ, αποτελούσαν «το κακοήθες και αντεθνικόν συγκρότημα» και άλλα τέτοια απίθανα.

Τώρα κι εμείς ακούμε κατ’ αναλογίαν τα ίδια περίπου (φυσικά όχι με τις ίδιες εκφράσεις). Έκανε πολύ μεγάλο κακό, προσωπικά ο ίδιος ο Τσίπρας στην Αριστερά. Την κατέστησε στη συνείδηση του κόσμου, σαν… «Μαντάμ Ορτάνς» των ιδεολογιών, που σέρνεται στα κρεβάτια των «ναυάρχων» της ολοκληρωτικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να ικανοποιήσει όλες τις ανώμαλες ορέξεις τους. Στο λενινιστικό ερώτημα: «Τι να κάνουμε;», η απάντηση είναι: «Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να διαφωτίσομε τον κόσμο –και κυρίως τους νέους– ότι η «ευρωπαϊκή πολιτική» σημαίνει επιστροφή σ’ έναν νέο εργασιακό μεσαίωνα». Αν αυτό γίνει κατανοητό, τότε πολλά μπορούν ν’ αλλάξουν.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!