Επιμέλεια: Χριστόδουλος Δολαψάκης
Στις 23 Μαρτίου 2020 επιβλήθηκε το πρώτο λοκντάουν στη χώρα μας. Μέχρι εκείνη την ημέρα είχαν υπάρξει 695 κρούσματα και 17 θάνατοι. Ένα χρόνο μετά τέτοιοι αριθμοί θα οδηγούσαν κυβέρνηση και επιστήμονες να πανηγυρίζουν για το τέλος της πανδημίας. Αυτή η θλιβερή επέτειος του ενός χρόνου στη διάρκεια του οποίου 7.500 (καταγεγραμμένοι) συνάνθρωποί μας έχουν χάσει τη ζωή τους λόγω κορωνοϊού βρίσκει την Ελλάδα αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση της ιστορίας της σε καιρό ειρήνης. Αυτή η «βαρειά» αλήθεια οφείλει να καθορίσει συνειδήσεις και πράξεις και από αυτήν την αλήθεια εκκινούν οι ευθύνες. Η υπερσυσσώρευση πληροφοριών, ειδήσεων και εικόνων συσκοτίζει αυτήν την αλήθεια αντί να τη φωτίζει. Το προσωπικό βίωμα δεν αρκεί και ο τρόπος καταγγελίας της ασκούμενης υγειονομικής πολιτικής μέσω φωτογραφιών, αποκαλύψεων, δημοσιεύσεων στο διαδίκτυο είναι λειψός –άλλωστε λειψές και μερικές είναι και οι «πληροφορίες»– ιδίως όταν ακολουθεί την αποτυχημένη πεπατημένη οδό της μικροπολιτικής. Ουσιαστικά συμπληρώνει τη βροχή αλληλοαντικρουόμενων «ειδήσεων» που εκούσια φυσικά προβάλλονται από τα ΜΜΕ.
ΤΟ 2020 καταγράφηκαν 10.000 επιπλέον θάνατοι, εκ των οποίων επισήμως στον κορωνοϊό αποδίδονται οι μισοί και όλα αυτά σε μια χρονιά που η πραγματική πανδημία ξεκίνησε το φθινόπωρο. Η έκρηξη των πλεονάζοντων θανάτων σημειώθηκε το Νοέμβριο, την περίοδο δηλαδή που η Β. Ελλάδα ζούσε καταστάσεις τύπου Μπέργκαμο – όπως μάθαμε να λέμε. Όλα αυτά προϊδεάζουν για αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Αττική, όπου ζει το 40% του πληθυσμού της χώρας και για αυτό που θα συμβεί όταν φτάσει η πολυπόθητη ημερομηνία που θα ανοίξει ο τουρισμός. Οι θάνατοι και οι συνέπειες στη σωματική και ψυχική υγεία των μη νοσούντων από κορωνοϊό οφείλονται στις πολιτικές –στην υγεία, την εργασία, την εκπαίδευση– που εμφανίζονται ως «απάντηση» σε αυτόν. Το λοκντάουν αλά ελληνικά δηλαδή ένα ακραίο μέτρο που εφαρμόζεται οριζόντια, χωρίς να συνδυάζεται με τίποτα σε επίπεδο έγκαιρης διάγνωσης, ιχνηλάτησης και απομόνωσης στις εστίες που γνωρίζουμε ότι μεταδίδεται ο ιός, έχει «συγκρατήσει» τον αριθμό των κρουσμάτων σε αριθμούς που αρκούν για να καταρρεύσει το σύστημα υγείας και να μετατραπεί σε σύστημα «μίας νόσου». Ο εμβολιασμός δεν εξελίχθηκε σε «επιχείρηση ελευθερία» καθώς εμβόλια δεν υπάρχουν για όλους και το ελληνικό κράτος συμπεριφέρεται ως υπάκουος υπάλληλος περιμένοντας όσα ψίχουλα περισσέψουν από την ευρωπαϊκή μοιρασιά. Αντί ενός στοιχειώδους σχεδίου, αντί ουσιαστικών έκτακτων μέτρων απέναντι σε μια έκτακτη κατάσταση, επιλέγονται απλά «χειρισμοί» και διαρκής επίκληση στην ατομική ευθύνη. Η «επιστράτευση» των 200 γιατρών ουσιαστικά διακωμωδεί την έννοια της συστράτευσης, της προσφοράς, είναι μία κοροϊδία απέναντι στους χιλιάδες θανάτους. Υποβιβάζει στο επίπεδο της μικροπολιτικής ένα ύστατο μέτρο που δεν εντάσσεται πουθενά, σε κανένα σχέδιο, σε καμία οπτική «σωτηρίας του ΕΣΥ». Επιστράτευση γιατρών και άνοιγμα του τουρισμού. Θα ήταν αστείο αν δεν ήταν τραγικό.
Είναι πια εμφανές ότι «τέλος της πανδημίας» δεν υπάρχει με την έννοια της επιστροφής στην προ κορωνοϊού εποχή, αλλά πρόκειται για την εγκαθίδρυση μιας πανδημικής κανονικότητας που για τον ελληνικό λαό θα χαρακτηρίζεται από ανυπολόγιστες συνέπειες στη σωματική και ψυχική του υγεία
ΤΙ ΘΑ μπορούσε να έχει γίνει και τι μπορεί να γίνει για να σταματήσει η κρίση της πανδημίας στην Ελλάδα; Ποιοι ευθύνονται για τους χιλιάδες νεκρούς και τους χιλιάδες, μη καταγεγραμμένους, ασθενείς με χρόνια προβλήματα υγείας που είναι αφημένοι στην τύχη τους; Πριν την πανδημία με ποιο τρόπο αντιμετωπίζονταν αυτά τα προβλήματα υγείας; Μήπως η κατάσταση και τα χαρακτηριστικά του ελληνικού συστήματος υγείας που «οικοδομήθηκαν» με φροντίδα όλα τα προηγούμενα χρόνια επιδείνωσε και μεγένθυνε τις συνέπειες της πανδημίας; Η μετατροπή της χώρας μας σε αποικία χρέους και σε ένα τεράστιο τουριστικό θέρετρο όπου ξένες δυνάμεις και τουριστικά πρακτορεία καθορίζουν τις ασκούμενες πολιτικές σχετίζεται με το χτύπημα στη ζωή και την υγεία του λαού μας; Υπάρχει έστω ένα παράδειγμα ανεξάρτητης, αυτόνομης πολιτικής απόφασης για την αντιμετώπιση της κρίσης; Ο αφορισμός που ακούγεται «οι άλλοι θα τα έκαναν χειρότερα» πέρα από επιτυχία της κυβέρνησης της Ν.Δ. έχει στοιχεία αλήθειας; Αποτυπώνει το γεγονός της σύμπλευσης του πολιτικού συστήματος στις βασικές πολιτικές που καθορίζουν τις τύχες της χώρας; Η πανδημική πραγματικότητα αποτελεί ατύχημα ή επιλογή; Σε τελική ανάλυση, οι συνέπειες της πανδημίας, η παρούσα υγειονομική κρίση καθώς και οι «απαντήσεις» που δίνονται εκ μέρους του πολιτικού συστήματος αποτελούν απλά ένα ζήτημα πολιτικής υγείας; Ένα χρόνο μετά πρέπει να συζητηθούν αυτά τα ζητήματα, να αναζητηθούν απαντήσεις.
ΕΧΟΥΝ ΓΡΑΦΤΕΙ αρκετά για τις ευθύνες των επικεφαλής της επιστημονικής κοινότητας, τόσο σχετικά με την κάλυψη και ταύτιση με την κυβερνητική πολιτική, όσο και με την ενεργό συμμετοχή στον καταιγισμό αντικρουόμενων πληροφοριών που έχουν σπείρει την αμφιβολία, το φόβο και προκαλέσει τη ρήξη της εμπιστοσύνης, συνέπειες που δε θα περιοριστούν στο ζήτημα του κορωνοϊού. Αξίζει όμως και ένας διαφορετικός προβληματισμός. Η πανδημία του κορωνοϊού «συνέβη» στους έλληνες γιατρούς του 2021 με την οικοδομημένη διαπαιδαγώγησή τους, τις συγκεκριμένες φιλοδοξίες τους, την εγκαθιδρυμένη αντίληψη για το ρόλο τους και το ρόλο της επιστήμης, τις δεδομένες σχέσεις εξάρτησης με το πολιτικό προσωπικό, τη μικρή ή μεγάλη απόσταση από τον «πόνο του κοσμάκη». Η μάχη που δίνεται αυτή τη στιγμή στα νοσοκομεία είναι τιτάνια, αλλά είναι αμφίβολο αν οδηγεί καθεαυτή σε μία μετατόπιση και αλλαγή προϋπάρχοντων αντιλήψεων. Όπως είναι ζητούμενο εάν η πλειοψηφία των καθηγητών στα σχολεία επιζητούν το ασφαλές άνοιγμά τους ώστε να μην μεταμορφωθεί η εκπαίδευση σε μια διαδικτυακή διάσκεψη, έτσι δεν είναι καθόλου δεδομένο πως η τραγική κατάσταση στα νοσοκομεία μεταφράζεται «αυτομάτως» σε μια κριτική ή ακόμα και σε αυτοκριτική από τους εργαζόμενους σε αυτά. Άλλωστε οι επίσημες αφηγήσεις περί αποτελεσματικότητας, ετοιμότητας ή και τέλους της πανδημίας χάρις στο εμβόλιο βρήκαν συμμάχους εντός της ιατρικής κοινότητας σε όλα τα επίπεδα. Είναι πια εμφανές ότι «τέλος της πανδημίας» δεν υπάρχει με την έννοια της επιστροφής στην προ κορωνοϊού εποχή, αλλά πρόκειται για την εγκαθίδρυση μιας πανδημικής κανονικότητας που για τον ελληνικό λαό θα χαρακτηρίζεται από ανυπολόγιστες συνέπειες στη σωματική και ψυχική του υγεία. Στην παρούσα φάση η πραγματοποίηση άμεσων έκτακτων μέτρων ανακούφισης του συστήματος υγείας είναι ζωτική ανάγκη, αλλά μια ματιά «από πάνω» και όχι μόνο «από μέσα» είναι αναγκαία και θα αποτελέσει παρακαταθήκη για το μέλλον.