Κάνοντας έναν πρώτο σύντομο απολογισμό για έναν σημαντικό αγώνα των «από κάτω». Του Λεωνίδα Σακλαμπάνη

Σχεδόν ένας χρόνος συμπληρώνεται σήμερα, Σάββατο, από την πρώτη μέρα που οι «300 μετανάστες της Νομικής» έφταναν στην Αθήνα πραγματοποιώντας –μέχρι τότε– έναν σημαντικό αγώνα με έντονα τα χαρακτηριστικά της αξιοπρέπειας και της αλληλεγγύης. Μέσω της θυσίας, αυτής της ίδιας τους της ζωής, οι 237 μετανάστες ξεκίνησαν μία ημέρα μετά και συνέχισαν για 44 μέρες απεργία πείνας, παρά την προπαγάνδα, τη λυσσαλέα επίθεση των ΜΜΕ, μα κυρίως την αδιάλλακτη στάση της κυβέρνησης. Ας μην λησμονούμε πως μέχρι να φτάσουμε στον «έντιμο συμβιβασμό», όπως χαρακτηρίστηκε το τελικό κείμενο συμφωνίας, καθημερινά, δεκάδες μετανάστες νοσηλεύονταν στα νοσοκομεία της πόλης, εξαθλιωμένοι από την πείνα και το κρύο.  Μπορεί λοιπόν τον Γενάρη του 2011, τότε που η χώρα ζούσε τους πρώτους μήνες του Μνημονίου και της τρόικας, ο αγώνας των μεταναστών να δημιούργησε ένα σοκ σε μέρος της κοινωνίας, κυρίως λόγω της ορμητικότητας, της αποφασιστικότητας που επέδειξαν οι μετανάστες, σήμερα ωστόσο, ο αγώνας αυτός παραμένει ένα σημείο αναφοράς για πολλούς πολίτες στην χώρα μας.
Διότι ζήσαμε την κατακόρυφη πόλωση των «δύο πλευρών» μέσα σε λίγα 24ωρα. Από τη μία πλευρά αναπτύχθηκαν πρωτόγνωρα αντανακλαστικά αλληλεγγύης, μεγάλο μέρος της κοινωνίας προσπάθησε να βοηθήσει είτε με υλικά αγαθά, είτε δηλώνοντας τη συμπαράστασή του, δημιουργώντας τα πρώτα βήματα σε αγώνες που σήμερα είναι η καθημερινότητα για πολλούς έλληνες εργαζόμενους.
Στον αντίποδα συναντήσαμε ακραίες, ρατσιστικές υστερίες της κυβέρνησης, της ακροδεξιάς και των συναφών παρακλαδιών τους, σε μια προσπάθεια ανάπτυξης ξενοφοβικών ενστίκτων και υποβάθμισης της πρωτοβουλίας των μεταναστών.
Ωστόσο, μέσα στα μάτια των απεργών πείνας της Υπατίας, οι αλληλέγγυοι έβλεπαν τους ίδιους τους εαυτούς και μια ολόκληρη κοινωνία που σύντομα θα βρισκόταν στη θέση τους διεκδικώντας αξιοπρέπεια, μεροκάματα, δουλειά. Σήμερα, ένα χρόνο μετά, οι 300 της Υπατίας έχουν αποχωρήσει με το κεφάλι ψηλά. Αντίστοιχοι αγώνες πήραν τη θέση τους, ακολουθώντας σε ένα βαθμό την εμπειρία εκείνων των ημερών. Από τη Χαλυβουργία μέχρι το Alter. Εκατοντάδες επιχειρήσεις στη χώρα έχουν μετατραπεί σε αντίστοιχα κτίρια της Νομικής ή της Υπατίας. Την ίδια εποχή, ένα χρόνο πριν δηλαδή, είχαμε και την πρώτη –επί Μνημονίου– επίσημη συμπόρευση των κομμάτων εξουσίας. ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.-ΛΑΟΣ-ΔΗ.ΣΥ. συμφωνούσαν πως οι μετανάστες απεργοί πείνας, όχι μόνο είναι πολίτες γ’ κατηγορίας αλλά και επικίνδυνοι για την κοινωνία. Όπως άλλωστε είχε δηλώσει με περισσό θράσος ο τότε υπουργός Υγείας, Α. Λοβέρδος, «οι απεργοί πείνας-μετανάστες της Υπατίας αποτελούν τη μεγαλύτερη βόμβα για τη δημόσια υγεία», κινδυνολογώντας πάνω από τις ζωές των απεργών.
Αντίστοιχες δηλώσεις γίνονται και σήμερα, μόνο που στο στόχαστρο βρίσκονται όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξαρτήτως υπηκοότητας, επαγγέλματος, θρησκείας ή φυλής. Ίδια τακτική από έναν αγώνα που είχε στραμμένα τα μάτια του στο σύντομο μέλλον (μας).

Ήταν τελικά νικηφόρος ο αγώνας;
Στις 9 Μαρτίου του 2011 και μετά από 44 ημέρες απεργίας πείνας, αρμόδιοι υπουργοί (Ραγκούσης, Παπουτσής, Λοβέρδος, Νταλάρα) και εκπρόσωποι των μεταναστών, συμφωνούν σε πέντε σημεία στη συνάντησή τους στο κτίριο της ΓΣΕΕ. Η απεργία πείνας σταματά και οι μετανάστες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ξεσπούν σε πανηγυρισμούς: «Ήταν ένας από τους λίγους αγώνες που κέρδισε πράγματα από την κυβέρνηση και πέτυχε κάποιες κατακτήσεις με τη βοήθεια της ευρύτατης στήριξης της κοινωνίας», αναφέρει στο Δρόμο ο Θανάσης Κούρκουλας από την Κίνηση Απελάστε το Ρατσισμό, κάνοντας έναν πρώτο απολογισμό. «Ωστόσο, από ‘κει και πέρα, αυτές οι κατακτήσεις τίθενται συνεχώς σε αμφισβήτηση από τους κρατικούς μηχανισμούς. Χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση και διεκδίκηση για την υλοποίησή τους», συμπληρώνει ο ίδιος, σημειώνοντας για το πώς οι ίδιοι οι μετανάστες αντιλαμβάνονται σήμερα τον αγώνα που έδωσαν: «Υπάρχουν μετανάστες που είναι σχετικά ικανοποιημένοι, κυρίως λόγω της νίκης του αιτήματος του ταξιδιού. Άλλοι πάλι θεωρούν πως η υπέρτατη θυσία, της ίδιας της ζωής τους δηλαδή, δεν ικανοποιήθηκε από το εύρος, την ουσία και την υλοποίηση των αιτημάτων».

Τι κέρδισαν οι μετανάστες
Σήμερα, τα τέσσερα από τα πέντε σημεία της συμφωνίας των δύο πλευρών –σε γενικές γραμμές– λειτουργούν με βάση τη νικηφόρα κατάληξη του αγώνα των απεργών μεταναστών.  Έτσι, οι μετανάστες-απεργοί πείνας εντάχθηκαν στο «καθεστώς ανοχής» το οποίο ανανεώνουν κάθε έξι μήνες από τις υπηρεσίες της ελληνικής αστυνομίας. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, ακόμη και μετά τη συμφωνία της κυβέρνησης, οι μετανάστες αντιμετωπίζουν προβλήματα υλοποίησης της κυβερνητικής δέσμευσης με τον κρατικό μηχανισμό. Ένα από τα συχνότερα ζητήματα που αντιμετώπισαν οι μετανάστες ήταν η μη αναγραφή στην κάρτα ανανέωσης της 6μηνης παραμονής του μετανάστη με τη λήξη της προηγούμενης άδειας.
Με βάση αυτό το καθεστώς οι μετανάστες θα μπορούσαν να εργάζονται νόμιμα στην Ελλάδα, όπως συμφωνήθηκε και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, το βασικότατο θέμα, αυτό της άδειας εργασίας, ποτέ δεν προχώρησε, μένοντας σε κάποιο συρτάρι του υπουργείου Εσωτερικών μαζί με το αίτημα των μεταναστών που αιτούνται άσυλο.
Οι μετανάστες μπορούν να ταξιδεύουν στις πατρίδες τους κάνοντας χρήση της συμφωνίας τους με την κυβέρνηση. Ήταν άλλωστε ένα από τα βασικότερα αιτήματά τους, το οποίο είχε γίνει αποδεκτό από την υπουργική ομάδα. Παρά τα τεχνικής φύσεως προβλήματα, που αφορούν κυρίως θέματα των πρεσβειών, οι απεργοί πείνας ταξιδεύουν στις χώρες προέλευσής τους έχοντας τη δυνατότητα να συναντήσουν τις οικογένειές τους και τα παιδιά τους.
Μειώθηκαν τα απαραίτητα ένσημα από 200 σε 120 για την ανανέωση των αδειών παραμονής. Να υπενθυμίσουμε πως η συγκεκριμένη πρόταση είχε πέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από την κυβέρνηση στην αρχική προσπάθειά της να μεταπείσει τους μετανάστες να σταματήσουν την απεργία. Χρησιμοποιήθηκε τελικά και στο κείμενο της συμφωνίας των δύο πλευρών.  Μέχρι το Μάρτη του 2011 η διαδικασία κατάθεσης άδειας παραμονής στη χώρα ήταν τα δώδεκα χρόνια. Οι απεργοί μετανάστες ζητούσαν να μειωθεί στα πέντε χρόνια, έτσι ώστε να δοθεί η δυνατότητα να εργάζονται και να ασφαλίζονται ελεύθερα στην Ελλάδα. Το κυβερνητικό επιτελείο άφηνε να εννοηθεί πως η διαδικασία θα μειωνόταν στα οκτώ χρόνια. Τελικά ο αρμόδιος υπουργός (Ραγκούσης) το μείωσε στα δέκα χρόνια, κάνοντας ένα πολύ μικρό βήμα παραχώρησης.

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!