Αρχική πολιτισμός Ένα γλυκό ξημέρωμα

Ένα γλυκό ξημέρωμα

Δεκαπέντε ιστορίες κόμικς για την Αθήνα της Κατοχής

Του Γιάννη Αντωνόπουλου*

 

derveniwthsΜια έκθεση κόμικς αφιερωμένη στην Αθήνα της Κατοχής ξεκίνησε στο Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα Μερκούρη. Η έκθεση εντάσσεται στα πλαίσια των εκδηλώσεων «12η Οκτωβρίου 1944 – Η Αθήνα ελεύθερη» και περιλαμβάνει 15 τετρασέλιδα εικονογραφηγήματα δημιουργημένα από ισάριθμους γνωστούς και καταξιωμένους καλλιτέχνες. Ο τίτλος «Ένα γλυκό ξημέρωμα» προέρχεται από ένα αγραμμοφώνητο ρεμπέτικο τραγούδι του Ελασίτη λοχαγού Νίκου Δημόπουλου-Τούντα, γραμμένο για το μπλόκο της Κοκκινιάς.

Όπως λέει ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής της έκθεσης Γιάννης Κουκουλάς: «Οι δημιουργοί επικεντρώνονται στους ανθρώπους που ονειρεύονταν γλυκά ξημερώματα, αλλά βίωναν επαναληπτικά σκοτεινές μέρες, ζοφερές νύχτες, εφιαλτικές εποχές». Και συνεχίζει: «Το να αφηγείσαι ιστορικά γεγονότα ή το να φτιάχνεις μυθοπλασίες βασισμένες σε αυτά είναι ένα τρόπος να προσεγγίσεις μια Ιστορία που δεν την ξέρουμε με ένα τρόπο προσιτό σε όλους».

Η ιδέα για μια έκθεση κόμικς βασισμένη στα ζοφερά γεγονότα της κατοχικής Αθήνας, υπήρξε μια πρόκληση για τους δημιουργούς. Μια πρόκληση στην οποία αντεπεξήλθαν με εντυπωσιακά αποτελέσματα, αποδεικνύοντας πόσο αναχρονιστική είναι η αντίληψη που θέλει έναν σχεδιαστή κόμικς ικανό μόνο να ζωγραφίζει «καραγκιοζάκια» χωρίς βαθύτερη γνώση της πολιτικής και κοινωνικής ιστορίας.

Η περίοδος 1940-44 έχει αποτελέσει πηγή έμπνευσης όχι μόνο για ιστοριογραφικές μελέτες, αλλά και για πλήθος λογοτεχνικών, μουσικών, θεατρικών, κινηματογραφικών και εικαστικών έργων. Ο ίδιος ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, ως σύνολο γεγονότων που συγκλόνισαν την υφήλιο, έχει αποτυπωθεί όσο καμιά άλλη σύγκρουση σε αναρίθμητα έργα της μαζικής κουλτούρας. Πριν ακόμα από την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, η αμερικανική βιομηχανία κόμικς είχε ξεκινήσει να «επιστρατεύει» χαρακτήρες της 9ης τέχνης στον πόλεμο κατά του Άξονα. Η υπερπαραγωγή εικονογραφηγημάτων με ηρωική και υπερηρωική πολεμική θεματολογία ταυτίζεται με τη Χρυσή Εποχή των κόμικς.

Η έκθεση «Ένα γλυκό ξημέρωμα» απέχει από τέτοιου είδους ηρωικές προσεγγίσεις. Πολύ περισσότερο, οι συμμετέχοντες/ουσες σε αυτήν δεν αποσιωπούν τις «άβολες» πτυχές της κατοχικής περιόδου, αρκούμενοι/ες σε μια άχρωμη σχολική εκδοχή της Ιστορίας. Η επίσημη «κρατικά ορθή» εκδοχή (είτε η μονόπλευρη μετεμφυλιακή, είτε της «παλλαϊκής ενωμένης αντίστασης» η οποία κυριάρχησε στη Μεταπολίτευση) απουσιάζει από τις 15 ιστορίες.

Το όχι αμελητέο φαινόμενο του δωσιλογισμού θίγεται εξίσου με τις ηρωικές πράξεις της Εαμικής και της μη-Εαμικής Αντίστασης. Διοικητές της Γκεστάπο, φιλοναζιστές, ταγματασφαλίτες, κερδοσκόποι, σαμποτέρ, ήρωες, προδότες και τιμωροί προδοτών, όλη αυτή η ποικιλία χαρακτήρων, συνυπάρχει με μια ευρεία γκάμα απλών ανθρώπων όλων των κοινωνικών τάξεων και ηλικιών, των οποίων οι αγωνιώδεις προσπάθειες να επιβιώσουν σε έναν κόσμο αποκτηνωμένο, συνιστούσαν καθημερινές μορφές αντίστασης. Τα επώδυνα τραύματα της Κατοχής είναι εδώ, χαραγμένα στο σώμα μιας πόλης που δεν κατάφερε να τα επουλώσει πλήρως, παρά την κρατική επιλεκτική αμνησία (ή και εξαιτίας αυτής).

Οι δημιουργοί των 15 ιστοριών κόμικς, γεννημένοι/ες όλοι/ες τους πολλά χρόνια μετά τη λήξη του Πολέμου, δείχνουν να έχουν αποτινάξει μηχανισμούς αυτολογοκρισίας προηγούμενων γενεών που είχαν άμεση ή έμμεση εμπλοκή με τα γεγονότα. Ίσως τα 70 και πλέον χρόνια μετά την Απελευθέρωση να μην είναι ακόμα αρκετά για μια πλήρη αποστασιοποίηση από τα πολιτικά πάθη, είναι όμως αρκετά για μια ανοιχτή αναμέτρηση μαζί τους, αναψηλαφώντας τα ίδια τα γεγονότα που τα κυοφόρησαν. Η έκθεση αποκαλύπτει, αν μη τι άλλο, τη σημαντική συνειδησιακή πρόοδο που έχει επιτελέσει τα τελευταία χρόνια η εγχώρια ογκώδης ιστοριογραφική παραγωγή για τη δεκαετία του ’40 και το πλήθος σχετικών συνεδρίων, διαλέξεων, ομιλιών και πρωτοποριακών μελετών.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πολλοί από τους δημιουργούς έχουν επιλέξει να αφηγηθούν ιστορίες από την Κατοχή βασισμένες σε αφηγήσεις συγγενικών τους προσώπων, «πατώντας» κατά κάποιον τρόπο στα χνάρια graphic novels όπως το Maus του Art Spiegelman, τα οποία εστιάζουν στις μικρές τραγωδίες των άμαχων θυμάτων του Πολέμου, μακριά από τις «ηρωικές» στρατιωτικές αναμετρήσεις σε ξηρά, θάλασσα και αέρα.

Όπως τονίζει ο ιστορικός Μενέλαος Χαραλαμπίδης, ένας από τους επιστημονικούς επιμελητές της έκθεσης: «Η ιδέα της ματιάς των δημιουργών κόμικς στην μνήμη της Απελευθέρωσης και γενικά της δεκαετίας του ’40 είναι μέρος της προσπάθειας που καταβάλλεται ώστε η σύγχρονη ελληνική Ιστορία να βρει τρόπους συνομιλίας με το μη εξειδικευμένο κοινό και να μιλήσει στη γλώσσα του. Η Αθήνα Ελεύθερη είναι μια γιορτή της Αθήνας και θέλουμε να είναι και μια γιορτή Ιστορίας».

 

* Ο Γιάννης Αντωνόπουλος είναι σκιτσογράφος και πτυχιούχος Ιστορίας.

 

 

Ποιοι συμμετέχουν

 

Τόμεκ Γιοβάνης: «Μαύρες ελιές»
Με μια ιστορία που περιστρέφεται γύρω από ένα σακουλάκι με μαύρες ελιές, ο Τόμεκ («Ωχ Θεέ μου», «Κουλούρι») μάς μεταφέρει στις γειτονιές της κατοχικής Αθήνας, στη σκιά της Ακρόπολης. Η αναδρομή στο παρελθόν, έξοχα αποδοσμένη με αποχρώσεις σέπιας, πραγματοποιείται μέσω της βιωματικής αφήγησης ενός ηλικιωμένου πρώην αντιστασιακού.

 

Γιώργος Γούσης: «Ο τερματοφύλακας μιλάει για τον μεγάλο αγώνα»
Βασισμένος στη μαρτυρία του ιστορικού Ιάσονα Χανδρινού για τη συνέντευξη που πήρε από κάποιον παλιό αντιστασιακό θεωρούμενο ως πρώην μέλος της ΟΠΛΑ για τη μονογραφία «Το τιμωρό χέρι του λαού», ο Γιώργος Γούσης («Ιστορίες από τις αθώες εποχές», «Ερωτόκριτος») δημιουργεί ένα ασπρόμαυρο διαμαντάκι με ευφυείς συμβολισμούς. Η απόφαση εκτέλεσης 9 συνεργατών των Γερμανών μέσα σε μια νύχτα, είναι ο κεντρικός πυρήνας της ιστορίας.

 

Πέτρος Ζερβός: «Το φιλί»
Άψογη απόδοση της ανατίναξης των γραφείων της ΕΣΠΟ από την αντιστασιακή οργάνωση ΠΕΑΝ, δυο βήματα από την πλατεία Ομονοίας. Ο Πέτρος Ζερβός («Εγκεφαλικά Επεισόδια», «Αθήνα 2004» κ.ά.) ανασυνθέτει με ακρίβεια το παρασκήνιο του μεγαλύτερου σαμποτάζ που έλαβε χώρα στην κατεχόμενη Ευρώπη μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1942, εστιάζοντας στις μορφές της Ιουλίας Μπίμπα και του Αντώνη Μυτιληναίου.

 

Σπύρος Δερβενιώτης: «Σκιές στο Μνημείο»
Επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στους σύγχρονους «πολέμους της μνήμης» (για να θυμηθούμε το ομότιτλο πόνημα του Χάγκεν Φλάισερ) και με αφορμή την υπεξαίρεση της ναζιστικής σημαίας από τους Γλέζο και Σιάντα το ξημέρωμα της 31/5/1941, ο Σπύρος Δερβενιώτης («Μάνα Ρέιβερ», «Καλού-Κακού» κ.ά.) συνοψίζει τις προσπάθειες επιγόνων των Ναζί και μεταναθεωρητών ιστορικών να αποδομήσουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Αριστεράς στην Αντίσταση.

 

Δημήτρης Καμένος (Άτιτλο)
Μέσα από την περισπούδαστη επιστολή αρχαιομαθούς Αυστριακού στρατιώτη της Βέρμαχτ, ο Δημήτρης Καμένος («Comedics», «Homo») εισέρχεται στα άδυτα του μυαλού ενός «μορφωμένου Ναζί», ο οποίος μελετά την ψυχολογική επίδραση της Κατοχής στον δοκιμαζόμενο πληθυσμό. Ευφυής σκηνοθετική οπτική με [spoiler alert] αριστοτελική κάθαρση.

 

Λέανδρος (Άτιτλο)
Στο περιθώριο των πανηγυρισμών για την Απελευθέρωση, ο Λέανδρος («Χωματερή», «Ο Παρίας») ξεδιπλώνει αριστοτεχνικά τους προβληματισμούς του για ένα ζήτημα-ταμπού, όπως είναι ο στιγματισμός των γυναικών που κοιμήθηκαν με στρατιώτες του εχθρού προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειάς τους.

 

Τάσος Μαραγκός: «Das Roastbeef»
Δημιουργώντας μια ζοφερή μυθοπλασία με στοιχεία γκροτέσκο, ο Τάσος Μαραγκός («Krak Komics», «Αδέσποτα Σκίτσα») μάς μεταφέρει στον Φλεβάρη του 1942 και στην προσπάθεια δύο αντιστασιακών να αποσπάσουν τρόφιμα από την αποθήκη ενός μαυραγορίτη, ο οποίος κάθε βράδυ τραπεζώνει τον διοικητή της Γκεστάπο, Schweinekopf.

 

Θοδωρής Μπαργιώτας: «Το Ρεβίθι»
Προτού τα πολυβόλα των Ναζί αρχίσουν να ξερνοβολούν θάνατο στα κορμιά χιλιάδων αθώων, ο πρώτος εκτελεστής αμάχων υπήρξε η πείνα. Με αφορμή μια συζήτηση περί βιγκανισμού, ο Θοδωρής Μπαργιώτας («Pernilongo») θίγει το πρόβλημα της πείνας και της διατροφικής επιβίωσης στην κατοχική Αθήνα, με αναφορές στους περίφημους «σαλταδόρους».

 

Αλέξια Οθωναίου: «Η μπερέτα»
Η Αλέξια Οθωναίου («Bleeding Hearts», «Τσακισμένη Αυγή») εικονογραφεί αφήγηση του παππού της Σωτήρη, με θέμα μια ιταλική μπερέτα που με διάφορους τρόπους έφερε σε μεγάλα μπλεξίματα όσους είχαν την ατυχία να την πιάσουν στα χέρια τους.

 

Αλέκος Παπαδάτος: «Η καπαρντίνα»
Βασισμένη σε αφήγηση του πατέρα του είναι η απίστευτη ιστορία του Αλέκου Παπαδάτου («Logicomix», «Δημοκρατία») για έναν βοηθητικό εργάτη σε νταμάρι, ο οποίος υπέκλεψε δυναμίτες κρύβοντάς τους σε μια καπαρντίνα, τη μέρα όπου η ομάδα του έπεσε σε αιφνιδιαστικό γερμανικό έλεγχο.

 

Θανάσης Πέτρου (Έμπνευση από το μυθιστόρημα του Ν. Κάσδαγλη «Τα δόντια της μυλόπετρας»)
Άλλη μια ιστορία που θέτει το πρόβλημα της κατοχικής πείνας, αυτή τη φορά μέσα από τη ματιά ενός κλεφτρονιού. Χωρίς φιλοσοφικές φιοριτούρες, ο Θανάσης Πέτρου («Παραρλάμα», «Το Γιούσουρι» κ.ά.) θίγει με απλό τρόπο την ουσία: για να επιβιώσεις, πρέπει να κλέψεις. Τι άλλο; Ένα καρβέλι ψωμί.

 

Soloup: «Σουλτς και Σαχτ»
Με έναν ξεχωριστό τρόπο, ο Soloup («Αϊβαλί») προτάσσει το ζήτημα της συμφιλίωσης μεταξύ των λαών, αναφερόμενος σε δύο μεμονωμένα παραδείγματα Γερμανών στρατιωτών, οι οποίοι σε συνθήκες βαρβαρότητας επέδειξαν ανθρωπιά. Η ιστορία έχει βασιστεί σε αναμνήσεις του παππού του Soloup, όπως τις μετέφερε στον πατέρα του, Νίκο Νικολόπουλο.

 

Γιώργος Τραγάκης: «Λυκαβηττός»
Τραχιές γερμανικές λέξεις. Μυρωδιά λαδιού από περίστροφο. Καμένη σάρκα. Κοκαλιασμένα κορμιά. Και αυτή η βασανιστική αίσθηση της πείνας… Σκόρπιες εικόνες από την τρυφερή ηλικία των πρώτων σχολικών χρόνων. Παιδικές αναμνήσεις από τη μαυρίλα της Κατοχής, θολές και διάχυτες σαν το χρώμα της ακουαρέλας με το οποίο ο Γιώργος Τραγάκης («Ιφιγένεια στην Αυλίδα») εικονογραφεί αυτήν την μελαγχολική πρωτοπρόσωπη αφήγηση.

 

Γιώργος Φαραζής: «Μέλπω»
Σχεδιάζοντας με μια ατμοσφαιρική τεχνοτροπία που θυμίζει Dufaux, ο Γιώργος Φαραζής σκιαγραφεί τους χαρακτήρες μιας πόρνης και ενός μαυραγορίτη έχοντας ως σκηνικό τους κεντρικούς αθηναϊκούς δρόμους. Πρόκειται για μια ιστορία με ένα από τα πιο θεαματικά σασπένς.

 

Πέτρος Χριστούλιας (Άτιτλο)
12 Οκτωβρίου 1944. Απελευθέρωση. Οι Αθηναίοι πανηγυρίζουν. Όχι όμως και ο κυρ-Πρόδρομος, πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία, ο οποίος έχασε τον γιο του Λευτέρη από πισώπλατες ριπές. Μια έξοχη μνεία από τον Πέτρο Χριστούλια («Τα Χαρακώματα», «Γυρνώ σαν νυχτερίδα») στον προσφυγικό κόσμο του ’22 που πρώτος από όλους αγκάλιασε την Αντίσταση.

 

INFO

Πολιτιστικό Κέντρο Μελίνα, Ηρακλειδών 66 και Θεσσαλονίκης, Θησείο

Διάρκεια: Η έκθεση θα είναι επισκέψιμη για το κοινό από την 1η έως τις 30 Οκτωβρίου.

Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα κλειστά, Τρίτη έως Σάββατο 10:00 – 20:00, Κυριακή 10:00-14:00

Σχόλια

Exit mobile version