Ξενοφοβία, τρομολαγνεία και στιγματισμός μέσα από την πολεμική αναπαράσταση του αιμορραγικού πυρετού

Της Έρης Σαμικού*

 

Το τελευταίο διάστημα κατακλυζόμαστε από τον κυρίαρχο λόγο (discourse) κυβερνήσεων, διεθνών οργανισμών (π.χ. ΠΟΥ, ΟΗΕ), οι οποίοι μέσω πολεμικών μεταφορών παράγουν υγειονομικό πανικό σχετικά με την ασθένεια του αιμορραγικού πυρετού Έμπολα. Το δίκτυο της «υγειονομικής αυθεντίας» του ΠΟΥ, ενώ από το 1976 άφηνε να πεθαίνουν χιλιάδες Δυτικό-Αφρικανοί/ές, «στρατολογήθηκε» στη «μάχη» κατά του Έμπολα μόλις πριν λίγο καιρό. Ως αποστασιοποιημένος παρατηρητής και όχι ως άμεσα συνυπεύθυνος για τη βιοπολιτική/θανατοπολιτική του συμβολή στη δημιουργία της «κρίσης υγείας», αρκέστηκε στο να περιγράψει τον ιό Έμπολα ως «απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και την ασφάλεια». Ενώ ο ΟΗΕ σ’ ένα αντίστοιχο πολεμικό φόντο θα αναφέρει «χάνουμε τη μάχη κατά του Έμπολα».

Όμως, την ίδια στιγμή που κατασκευάζονταν αυτές οι πολεμικές μεταφορές της ασθένειας, η Fataomata Sompare η οποία ζει στην Ιταλία εδώ και τέσσερα χρόνια, έζησε τις ξενοφοβικές και ρατσιστικές συνδηλώσεις αυτής της πολεμικής ρητορικής, όταν συνεπιβάτες της σε λεωφορείο στη Ρώμη της επιτέθηκαν λέγοντας της ότι «είναι φορέας του ιού Έμπολα και πρέπει να φύγει από το λεωφορείο». Μετά το βίαιο συμβάν η ίδια μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με πολλαπλά κατάγματα. Επίσης, ο ποδοσφαιριστής Τζον Καμαρά, επιστρέφοντας από τη Σιέρα Λεόνε αποκλείστηκε για ένα διάστημα από τη συμμετοχή του στην ομάδα της Λαμίας, διότι θεωρήθηκε πιθανό να έχει μολυνθεί από τον αιμορραγικό πυρετό Έμπολα. Μετά τον αποκλεισμό του, κλήθηκε σε απολογία όταν κατά τη διάρκεια ποδοσφαιρικού αγώνα σήκωσε τη φανέλα του, εμφανίζοντας τις τυπωμένες σημαίες της Λιβερίας, Γουινέας και Σιέρα Λεόνε με το πολιτικό μήνυμα: «Είμαστε Δυτικό-Αφρικανοί. Όχι ιός».

Όμως, σε αυτό το πολεμικό τοπίο που καθίσταται «α-διανόητο» να σκεφτούμε με διαφορετικούς όρους, είναι σημαντικό να διερωτηθούμε κριτικά προς μια άλλη κατεύθυνση.

 

«Οι μύθοι και οι πολεμικές μεταφορές σκοτώνουν»

Ο ιατρός και ανθρωπολόγος της Υγείας, Michael Taussig, ονόμασε «πραγμοποίηση» (reification) την πολιτισμική διαδικασία απομόνωσης της νόσου από τις ευρύτερες κοινωνικές συνθήκες που την παράγουν. Πρόκειται, δηλαδή, για τη μετατροπή της νόσου σε «πράγμα» σε μια πολιτικά «ουδέτερη» ύλη, η οποία διαχωρίζεται τόσο από τα υποκείμενα που υποφέρουν όσο και από τα κοινωνικά, ιστορικά, οικονομικά συμφραζόμενα που την νοηματοδοτούν ως «παθολογία», ως «παρέκκλιση» από την κυρίαρχη νόρμα του «κανονικού».

Αντίστοιχα, ο Μισέλ Φουκό, θα αναδείξει μέσα από το βιβλίο του Η γέννηση της Κλινικής το πώς, ο βιοϊατρικός λόγος (discourse), ιστορικά από τον 18ο αιώνα μέχρι και σήμερα, ως ένα ετερόκλητο σχήμα αντιλήψεων, στάσεων, γνώσεων και πρακτικών, κινείται σε τροχιά ταξινόμησης, αντικειμενικοποίησης, τυποποίησης, πραγμοποίησης, στατιστικής μέτρησης του φυσιολογικού/παθολογικού, προκειμένου να εδραιωθεί η βιοπολιτική διαχείριση του «πληθυσμού»· αυτού του συλλογικού υποκειμένου που χρησιμοποιείται ως μια ενιαία και περιχαρακωμένη οντότητα με κοινά χαρακτηριστικά, για να γίνει μια διαχειρίσιμη μονάδα για ρυθμιστικούς ελέγχους.

Σε αυτά τα συμφραζόμενα, η κυρίαρχη βιοϊατρική συλλογιστική διαχείρισης του «πληθυσμού» θα δώσει έμφαση στην ασθένεια-«πράγμα», τοποθετώντας σε παρένθεση τους/τις ασθενείς. Επίσης, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, στην Ιατρική της Δύσης θα αρχίσουν να χρησιμοποιούνται ευρύτερα οι στρατιωτικές μεταφορές για την περιγραφή της «νόσου-πράγμα», με την αναγνώριση των βακτηριδίων ως νοσογόνων παραγόντων που «εισβάλλουν» και «διεισδύουν» στην καρτεσιανή «αυτόνομη» και «ενική» ανθρώπινη σωματικότητα (Σόντακ, [1991] 1993). Έτσι, η γλώσσα της βιοϊατρικής χρησιμοποιεί ένα «πολιτικά ουδέτερο» λεξιλόγιο γεμάτο μικρόβια, ιούς, γονίδια, περιγράφοντας την ασθένεια στο ανθρώπινο σώμα, ως μια προ-πολιτισμική ή α-πολιτισμική συνθήκη (Rapp, [1997] 2011). Μέσα από τη χρήση αυτού του αφαιρετικού λεξιλογίου, οι ιοί, οι παθογόνοι παράγοντες και οι μικρο-οργανισμοί «ενεργοποιούνται» επιφέροντας «αταξία», «ανωμαλία», «βλάβη», «ασθένεια». Υπό αυτό το πρίσμα, καθώς οι ιοί υποκειμενικοποιούνται, αποκτούν όνομα, καθίστανται φορείς ενοχής και αποτελούν «εχθρικές» οντότητες απέναντι στις οποίες «η κοινωνία», ως μια ενιαία, συμπαγής και ομογενοποιημένη οντότητα διεξάγει «πόλεμο».

Σε αυτό το σημείο, όμως, η Σούζαν Σόντακ, στο βιβλίο της Η Νόσος ως Μεταφορά. Το AIDS και οι Μεταφορές του, επιχείρησε να αναλύσει κριτικά τη στρατικοποιημένη εικονοποιία που συνοδεύει τη φυματίωση, τον καρκίνο και το HIV/AIDS, προσκαλώντας μας να παρατηρήσουμε το πώς οι «στρατιωτικές μεταφορές συμβάλλουν στο να στιγματίζονται ορισμένες αρρώστιες και κατ’ επέκταση εκείνοι που είναι άρρωστοι». Επισημαίνοντας ότι «η μετακίνηση από το δαιμονισμό της αρρώστιας στην απόδοση του σφάλματος στον ασθενή είναι μια αναπόφευκτη μετακίνηση, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι οι ασθενείς θεωρούνται “θύματα” ή και ενίοτε “επιζώντες” (survivors) ενός “πολέμου”». Γι’ αυτό, στην περίπτωση του αιμορραγικού πυρετού Έμπολα, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε το πώς ο ιός πραγμοποιείται, αποκτά όνομα ως «εχθρική απειλή» και συνδέεται επαναληπτικά με την «αμείλικτη κλοπή μιας ζωής» («φονικός» Έμπολα), προκειμένου να κατανοήσουμε ότι «η επίδραση της στρατιωτικής εικονοποιίας στη σκέψη κάθε άλλο παρά ασήμαντη είναι», αφού «υπερκινητοποιεί, περιγράφει με υπερβολή και συμβάλλει έντονα στην απομόνωση και τον στιγματισμό του αρρώστου» (Σόντακ [1991] 1993).

Πέρα, λοιπόν, από μια αφηρημένη στατιστική υπολογισιμότητα της θνησιμότητας της νόσου, η οποία δημιουργεί και τον κατάλληλο πανικό των πιθανοτήτων, υπάρχουν οι πληθυντικές, μοναδικές, διαφορετικές βιογραφίες ανθρώπων οι οποίοι, μέχρι σήμερα, έχουν ιατρικά ανακουφιστεί ή είναι υπό ανάρρωση. Εντούτοις, λόγω του υγειονομικού πανικού, αυτές οι βιογραφίες συσκοτίζονται κι όσοι/ες έχουν αναρρώσει δέχονται έντονο στιγματισμό και κοινωνικό αποκλεισμό όπως ο Λιβεριανός Korlia Bonarwolo, ο οποίος θα περιγράψει την εμπειρία του αιμορραγικού πυρετού Έμπολα ως εξής: «Για 21 ημέρες ήμουν πολύ λυπημένος, είχα πάθει κατάθλιψη. Είχα τραυματιστεί ψυχικά, διότι πίστεψα πώς θα πεθάνω». Στη συνέχεια ενώ θεραπεύτηκε, η υποδοχή του δεν ήταν η αναμενόμενη, αφού ο ίδιος αν και προσπάθησε να πει στο κοινωνικό του περιβάλλον ότι έχει ανοσία στον ιό, δεν κατάφερε να τους/τις πείσει. Επίσης, η περίπτωση της νοσηλεύτριας Τερέσα Ρομέρο που νόσησε και ανάρρωσε από τον ιό, ενώ ο σκύλος της θανατώθηκε από τη Δημοτική Αστυνομία της Μαδρίτης, με ποικίλες αντιδράσεις επειδή ήταν «πιθανό, να μεταδώσει την ασθένεια στους ανθρώπους», επιβεβαιώνει αυτό που η Σόντακ εύστοχα τονίζει λέγοντας «οι μύθοι και οι μυθοπλασίες σκοτώνουν».

 

Ο «απειλητικός» ιός από το μακρινό «εκεί» στο «αμόλυντο» εδώ

Υπό την οπτική μιας κυρίαρχης βιοϊατρικής συλλογιστικής, η οποία αρνείται να αντιληφθεί την υβριδικότητα, τη ρευστότητα, την αλληλοσυνδεσιμότητα των ανθρώπων/ζώων με ένα σύνθετο φασματικό περιβάλλον, ο πραγμοποιημένος ιός αναπαριστάται μέσα από επιδημιολογικές αφηγήσεις ως ένας «εχθρός» που «δεν σέβεται σύνορα» κι έρχεται «απειλητικά» από ένα μακρινό «εκεί» σε ένα «αμόλυντο» δυτικό «εδώ». Η Σόντακ, μας ενημερώνει ότι «μέρος της προαιώνιας σύλληψης της Ευρώπης ως προνομιούχας πολιτισμικής οντότητας, αποτελεί το γεγονός ότι είναι ένας τόπος ο οποίος αποικίζεται από θανάσιμες νόσους προερχόμενες από κάπου αλλού» και εύστοχα τονίζει ότι «η Ευρώπη υποτίθεται πως είναι δικαιωματικά απαλλαγμένη νόσου».

Στα συμφραζόμενα της Ελλάδας, εδώ και ένα μήνα περίπου, έχει διαμορφωθεί το αγωνιώδες τρομολαγνικό ερώτημα του κατά πόσο «κινδυνεύει η χώρα από τον Έμπολα», αναπτύσσοντας μισάνθρωπους συλλογισμούς σχετικά με το πόσος χρόνος χρειάζεται ο ιός για να εκδηλωθεί, προκειμένου να υπολογιστεί αν οι μετανάστες από τις χώρες της Δ. Αφρικής θα «προλάβουν» να περάσουν τις «πύλες εισόδου της χώρας» ή «θα πεθάνουν στη διαδρομή». Αν, πάλι, «δεν πεθάνουν» και διαφύγουν του επιτηρητικού κλοιού ακόμα και των αεροδρομίων, τότε η «θωράκιση της χώρας στις πύλες εισόδου» και η ενίσχυση ενός ευρέος δικτύου υγειονομικής αστυνομίας γίνεται ένα «αυτονόητο» πολιτικό πρόταγμα μέσω της έκδοσης ξενοφοβικών υγειονομικών εγκυκλίων. Το ερώτημα και ο συλλογισμός/υπολογισμός που αναπτύσσεται δεν είναι αποκομμένος από το κυρίαρχο βιοπολιτικό/θανατοπολιτικό πλαίσιο που το διαμορφώνει, επιτρέποντάς του να ξεδιπλώσει τις εθνοκεντρικές του καταβολές κατασκευάζοντας έναν ομοιογενοποιημένο, συμπαγή, ενιαίο και «υγιή» εθνικό πληθυσμό έναντι ενός «επικίνδυνου» μολυσματικού «Άλλου» που επικεντρώνεται κυρίως στους/στις μετανάστες/μετανάστριες χωρίς χαρτιά. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτό το «διανοητό» τρομολαγνικό πλαίσιο, είναι «α-διανόητο» να υπερασπιζόμαστε την υπέρβαση του φόβου και των πολεμικών μεταφορών του ιού, την ισότιμη αντιμετώπιση όσων πάσχουν από τον αιμορραγικό πυρετό Έμπολα ως ασθενείς που χρειάζονται ιατρική φροντίδα και όχι ως «ύποπτα» και «απειλητικά» κρούσματα μεταναστών, εις βάρος των οποίων μπορούν να νομιμοποιούνται αυθαιρεσίες και διαπομπεύσεις. Επειδή, λοιπόν, είναι μια άτυπη προεκλογική περίοδος, ας προσπαθήσουμε να απομυθοποιήσουμε αυτή την εδραιωμένη υγειονομική τρομολαγνεία, για να μη ζήσουμε τη φρίκη του Μαΐου 2012.

 

Βιβλιογραφία:

  1. Σόντακ, Σούζαν. Η Νόσος ως Μεταφορά. Το AIDS και οι Μεταφορές του [1991], μτφρ. Γ. Λυκιαρδόπουλος, Σ. Ροζάνης, Αθήνα: Εκδ. Ύψιλον, 1993.
  2. Φουκώ, Μισέλ, Η Γέννηση της Κλινικής [1963], μτφρ. Κική Καψαμπέλη, επίμετρο Μαρία Μητροσύλη. Αθήνα: Εκδ. Νήσος, 2012
  3. Taussig Michael. [1980] Η πραγμοποίηση και η συνείδηση των ασθενών. Στο Αθηνά Αθανασίου (επιμ.). Βιοικοινωνικότητες. Θεωρήσεις στην ανθρωπολογία της υγείας, Αθήνα: Νήσος, 2011
  4. Rapp, Rayna. Κατασκευάζοντας την αμνιοπαρακέντηση: Λόγοι μητρότητας και Ιατρικής [1997]. Στο Αθηνά Αθανασίου (επιμ.). Βιοικοινωνικότητες. Θεωρήσεις στην ανθρωπολογία της υγείας, Αθήνα: Εκδ. Νήσος, 2011.

 

* Η Έρη Σαμικού είναι διδάκτωρ Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!