Το κεφάλαιο είναι μια σχέση κυριαρχίας. Η κρίση του κεφαλαίου είναι κρίση κυριαρχίας. Οι κυρίαρχοι δεν είναι ικανοί να κυριαρχούν αποτελεσματικά. Και βγαίνουμε στους δρόμους και τους λέμε ότι αυτό είναι το λάθος τους! Τι λέμε; Ότι θα έπρεπε να κυριαρχούν πάνω μας πιο αποτελεσ ματικά;
Είναι καλύτερο να υιοθετήσουμε μια πιο απλή εξήγηση και να πούμε ότι αν μια σχέση κυριαρχίας βρίσκεται σε κρίση, αυτό οφείλεται στο ότι οι κυριαρχούμενοι δεν έχουν εξουδετερωθεί επαρκώς. Αιτία της κρίσης είναι το ότι δεν έχουν κατορθώσει να μας υποτάξουν όσο χρειάζεται.
Αυτή είναι η επιχειρηματολογία του Μαρξ στο Κεφάλαιο, στο σημείο που αναλύει την τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους. Ο νόμος της αξίας είναι η αρχή τού όλο και ταχύτερα, ταχύτερα, ταχύτερα. Η αξία ενός εμπορεύματος καθορίζεται από τον κοινωνικά αναγκαίο για την παραγωγή του χρόνο εργασίας και αυτός μειώνεται συνεχώς. Για να παράγουν αξία, οι εργάτες πρέπει να εργάζονται όλο και πιο γρήγορα, αλλιώς (ή επιπροσθέτως) το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με τη χρησιμοποίηση μηχανών. Ακόμη και με τη χρησιμοποίηση των μηχανών, οι εργάτες πρέπει να δουλεύουν όλο και πιο γρήγορα για να αντισταθμίσουν το κόστος των μηχανών. Με άλλα λόγια, εάν ο ρυθμός της εκμετάλλευσης παραμένει σταθερός, το ποσοστό του κέρδους θα έχει την τάση να μειώνεται, καθώς αυξάνεται η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, κατ’ αντιστοιχία της ανόδου της σχετικής σημασίας του μηχανικού εξοπλισμού στην παραγωγική διαδικασία. Ο μόνος τρόπος για να αποφύγει το κεφάλαιο την πτώση του ποσοστού κέρδους είναι να αυξάνει συνεχώς την εκμετάλλευση.
Διαρκής μετασχηματισμός
Η εκμετάλλευση δεν μπορεί να θεωρείται κάτι στατικό. Υπάρχει μια συνεχής ώθηση να επιταχύνεται, ένας συνεχής μετασχηματισμός του τι συνεπάγεται η καπιταλιστική εργασία. Δεν συνεπάγεται απλώς την εντατικοποίηση της εργασίας στα εργοστάσια, αλλά τη συνεχώς αυξανόμενη υποταγή όλων των πλευρών της ζωής στη λογική του κεφαλαίου. Η ίδια η ύπαρξη του κεφαλαίου είναι ένα συνεχές σφίξιμο της βίδας. Η κρίση αποτελεί απλώς εκδήλωση του γεγονότος ότι η βίδα δεν σφίγγει αρκετά γρήγορα. Κάπου συναντά αντίσταση: αντίσταση στους δρόμους, ίσως οργανωμένη αντίσταση, αλλά όχι αναγκαία – μπορεί απλώς να είναι η αντίσταση των γονιών που θέλουν να παίζουν με τα παιδιά τους, των εραστών που θέλουν να περνούν περισσότερη ώρα στο κρεβάτι, των φοιτητών που πιστεύουν ότι πρέπει να έχουν περισσότερο χρόνο για να κάνουν κριτική, των ανθρώπων που ακόμη ονειρεύονται πως είναι άνθρωποι. Εμείς είμαστε η κρίση του κεφαλαίου, εμείς που δεν σκύβουμε το κεφάλι αρκετά χαμηλά.
Σ’ αυτή την κατάσταση, υπάρχουν μόνο δύο λύσεις. Μπορούμε να πούμε «συγγνώμη», να απολογηθούμε για την ελλιπή υποταγή μας και να ζητήσουμε περισσότερη απασχόληση: «περισσότερες θέσεις εργασίας, παρακαλούμε πολύ εκμεταλλευτείτε μας περισσότερο και εμείς θα δουλεύουμε όλο και πιο σκληρά, όλο και πιο γρήγορα, θα υποτάξουμε κάθε πτυχή της ζωής μας στο κεφάλαιο, θα ξεχάσουμε όλα αυτά τα παιδαριώδη ανόητα πράγματα, όπως το να παίζουμε με τα παιδιά μας, να ερωτευόμαστε και να σκεφτόμαστε». Αυτή είναι η λογική της αφηρημένης εργασίας, η αναποτελεσματική λογική του αγώνα της εργασίας και μέσω της εργασίας εναντίον του κεφαλαίου.
Το πρόβλημα με αυτή τη λύση δεν είναι απλώς ότι χάνουμε την ανθρώπινη υπόστασή μας, αλλά και ότι αναπαράγουμε το σύστημα που μας καταστρέφει. Αν πετύχουμε να βοηθήσουμε το κεφάλαιο να ξεπεράσει την κρίση του, το όλο και ταχύτερα-ταχύτερα-ταχύτερα θα συνεχιστεί, και θα ενταθεί η υποταγή όλης της ζωής, ανθρώπινης και μη ανθρώπινης, στις απαιτήσεις της παραγωγής αξίας. Και μετά θα έλθει η επόμενη κρίση και ούτω καθεξής, μέχρι που να εξαλειφθεί όλη η ανθρωπότητα (και πιθανώς πολλά φυτά και ζώα).
Δεν υποκύπτουμε
Η εναλλακτική λύση είναι να εγκαταλείψουμε τον αγώνα της εργασίας και να διακηρύξουμε ανοιχτά ότι ο αγώνας εναντίον του κεφαλαίου είναι, αναπόφευκτα, αγώνας εναντίον της εργασίας, εναντίον της αφηρημένης εργασίας που δημιουργεί το κεφάλαιο, εναντίον της όλο και ταχύτερης παραγωγής αξίας. Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν ζητούμε συγγνώμη, αλλά αισθανόμαστε υπερηφάνεια για την ελλιπή υποταγή μας, για την άρνησή μας να υποκύψουμε στην κεφαλαιοκρατική λογική της καταστροφής. Υπερηφανευόμαστε που είμαστε η κρίση του συστήματος το οποίο μας σκοτώνει.
Τούτη η δεύτερη επιλογή είναι η πιο δύσκολη. Στον καπιταλισμό, η υλική επιβίωση εξαρτάται από την υποταγή μας στη λογική του κεφαλαίου. Εάν δεν υποταχθούμε, πώς θα ζήσουμε; Χωρίς υλικό θεμέλιο, η αυτονομία από το κεφάλαιο είναι πολύ δύσκολη. Μοιάζει με λογική απιθανότητα και ωστόσο είναι μια απιθανότητα με την οποία ζούμε, μια απιθανότητα με την οποία μονίμως καταπιανόμαστε. Κάθε ημέρα προσπαθούμε να συμφιλιώσουμε την αντίθεσή μας στο κεφάλαιο με την ανάγκη να επιβιώσουμε. Ορισμένοι από εμάς το κάνουν με άνεση, βρίσκοντας δουλειά (στα πανεπιστήμια, παραδείγματος χάριν) που μας επιτρέπει να δημιουργούμε χώρους μέσα στους οποίους μπορούμε να αγωνιζόμαστε εναντίον του κεφαλαίου και ταυτόχρονα να παίρνουμε ένα μισθό. Άλλοι διακινδυνεύουν περισσότερο, αποφεύγοντας (εξ επιλογής ή εξ ανάγκης) κάθε μορφή απασχόλησης αφιερώνοντας όλη την ενεργητικότητά τους σε δραστηριότητες που κατευθύνονται ενάντια ή πέρα από τη λογική του κεφαλαίου, επιβιώνοντας όσο καλύτερα μπορούν, καταλαμβάνοντας γη και καλλιεργώντας την ή πουλώντας αντικαπιταλιστικά βιβλία ή δημιουργώντας εναλλακτικές δομές για να βγάζουν τα προς το ζην ή οτιδήποτε άλλο. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, πάντα όμως με τρόπο αντιφατικό, προσπαθούμε να δημιουργήσουμε ρωγμές στην κεφαλαιοκρατική κυριαρχία, χώρους ή στιγμές όπου λέμε στο κεφάλαιο, «Όχι, εδώ δεν κυριαρχείς: εδώ δρούμε εμείς και ζούμε με τον τρόπο που εμείς αποφασίζουμε, σύμφωνα με αυτό που θεωρούμε αναγκαίο ή επιθυμητό».
Κόντρα στη ροή του κεφαλαίου
Δεν υπάρχει τίποτε το ασυνήθιστο σ’ αυτό. Το κάνουμε σχεδόν όλοι: όχι μόνο οι αριστεροί, αλλά ο καθένας που αφιερώνει ενεργητικότητα στο να δημιουργεί κοινωνικές σχέσεις σε μια διαφορετική βάση, στη βάση του έρωτα, της φιλίας, της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της ψυχαγωγίας. Αυτό συνιστά την ανθρώπινη υπόστασή μας, αυτό εκφράζει την πνευματική υγεία μας (ή την τρέλα μας). Το κάνουμε συνέχεια και όμως βρισκόμαστε πάντα στο χείλος της αποτυχίας, στο χείλος της κατάρρευσης. Είναι η φύση του αγώνα: πηγαίνουμε κόντρα στη ροή του κεφαλαίου. Ποτέ δεν απέχουμε πολύ απ’ την απελπισία, αλλά εκεί είναι που ζει η ελπίδα: στη διπλανή πόρτα της απελπισίας. Αυτός είναι ένας κόσμος χωρίς απαντήσεις, είναι ένας κόσμος στον οποίο πορευόμαστε ρωτώντας, είναι ένας κόσμος πειραματισμού.(1)
Η κρίση μάς αντιπαρατίθεται με αυτές τις δύο επιλογές: Ή θα πάρουμε το δρόμο της υποταγής στη λογική του κεφαλαίου, έχοντας πλήρη επίγνωση ότι αυτός μας οδηγεί κατευθείαν στην εξουδετέρωση της ανθρώπινης υπόστασής μας, ή θα ακολουθήσουμε τα επικίνδυνα μονοπάτια της επινόησης διαφορετικών κόσμων, εδώ και τώρα και μέσω των ρωγμών που δημιουργούμε στην κυριαρχία του κεφαλαίου. Και καθώς επινοούμε νέους κόσμους, τραγουδάμε δυνατά και καθαρά ότι είμαστε η κρίση του κεφαλαίου, είμαστε η κρίση ενός αγώνα ταχύτητας προς την ανθρώπινη καταστροφή και περηφανευόμαστε γι’ αυτό.
* O John Holloway είναι Καθηγητής στο Ινστιτούτο Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών, του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Πουέμπλα (Μεξικό). Συγγραφέας των Change the World without taking Power (Pluto Press, revised edition 2005) and Crack Capitalism, (Pluto Press, 2010)
(1) Η έννοια της ρωγμής αναπτύσσεται στο βιβλίο μου, Crack Capitalism