Τυπικό αγροτικό σπίτι Ελλήνων της Μαύρης Θάλασσας στην Κριμαία, σήμερα
(φωτο Στ. Ελληνιάδη)

 

Η εξουσία χρησιμοποιεί τους λαούς ανάλογα με τα συμφέροντά της. Για τα συμφέροντά της επιβάλλει στις κοινωνίες τη λιτότητα και για τα συμφέροντά της στέλνει τους πολίτες στον πόλεμο. Για τα συμφέροντά της δεν έχει όρια. Όλα είναι εκμεταλλεύσιμα, όλα είναι αναλώσιμα, με κάθε μικρή ή μεγάλη ευκαιρία, από τις πιο αναμενόμενες ως τις πιο παράδοξες. Κι αυτό φάνηκε με τον πιο κραυγαλέο τρόπο, στη φετινή Γιουροβίζιον. Μέσα απ’ αυτό το πολύ ελαφρό «σπεκτάκλ», οι μηχανισμοί εξουσίας που έχουν παντού τα πλοκάμια τους, χρησιμοποίησαν τους Τάταρους για να χτυπήσουν τη Ρωσία μέσα από ένα τραγούδι. Και μάλιστα, με έναν σμπάρο δυο τρυγόνια. Με αναφορά στις διώξεις που υπέστησαν οι Τάταροι από το σοβιετικό καθεστώς την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, εξυπηρετήθηκε η αντικομμουνιστική εκστρατεία που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ευρώπη. Από την προσπάθεια εξομοίωσης των σοβιετικών με τους ναζιστές μέχρι την απαγόρευση της χρήσης των συμβόλων της Σοβιετικής Ένωσης και της λειτουργίας των κοινοβουλευτικών κομμουνιστικών κομμάτων σε αρκετές χώρες, με πιο πρόσφατη την απαγόρευση του ΚΚ Ουκρανίας, με τη σιωπηρή αποδοχή του αντιδημοκρατικού και ανελεύθερου νόμου από όλες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ταυτόχρονα, εξυπηρετήθηκε η πολιτική της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, σαν συνέπεια της ανιστόρητης ταύτισης Ρωσίας-Σοβιετικής Ένωσης.

Και όλα αυτά θα είχαν ίσως μικρότερη σημασία εάν το γεγονός περιοριζόταν στο τραγούδι, το οποίο σημειωτέον είχε αγγλικά λόγια για να έχει μεγάλη εμβέλεια η προπαγάνδα του, παρ’ όλο που εκπροσωπούσε μία χώρα στην οποία ο εθνικισμός βρίσκεται σε μεγάλη έξαρση και κάθε τι μη ουκρανικό, ιδίως η γλώσσα, θεωρείται μιαρό. Πίσω από την αναφορά στο ιστορικό γεγονός που θίγει το τραγούδι, κρύβεται η χρησιμοποίηση της των Τατάρων εναντίον των Ρώσων. Από το 1990 που καταργήθηκε η Σοβιετική Ένωση, η εγκατάσταση των Τατάρων που προέρχονταν από τις νεοσύστατες χώρες της Κεντρικής Ασίας στην Κριμαία ενθαρρύνθηκε, διευκολύνθηκε και επιδοτήθηκε από το επίσης νεοσύστατο ουκρανικό κράτος με μοναδικό σκοπό τη διαφοροποίηση της πληθυσμιακής σύνθεσης της χερσονήσου που μέχρι εκείνη τη στιγμή οι κάτοικοί της ήταν σε ποσοστό 90% Ρώσοι και σε ποσοστό σχεδόν 100% ρωσόφωνοι, που σημαίνει ότι και οι λίγοι Ουκρανοί της Κριμαίας ήταν επίσης ρωσόφωνοι. Πράγματι, ξέσπασε ένα μεγάλο κύμα Τατάρων από τα βάθη της Ασίας, στο οποίο περιλαμβάνονταν πολύ περισσότεροι απ’ αυτούς που είχαν εκτοπιστεί μέχρι το 1949, ενθαρρυμένοι από τα κίνητρα που προσφέρονταν και από το γεγονός ότι η Κριμαία είναι πολύ όμορφη και εύφορη, με εύκρατο κλίμα και πολλές δυνατότητες ανάπτυξης ιδίως στον τουριστικό τομέα που δεν απαιτεί υψηλή επαγγελματική εξειδίκευση.

 

Χαμένη ευκαιρία

Από ταξίδι σε ταξίδι, παρατηρούσα την εξέλιξη της ειρηνικής επέλασης των Τατάρων στην Κριμαία, τόσο με τη φυσική τους παρουσία όσο και με την οικοδομική τους δραστηριότητα. Σε όλη τη χερσόνησο, πέρα από τους νεότευκτους ταταρικούς οικισμούς με την τυποποιημένη χαρακτηριστική αρχιτεκτονική, έβλεπες σε μεγάλες εκτάσεις αμέτρητα χτίσματα που αποτελούνταν από τέσσερις τοίχους κατασκευασμένους από μια κιτρινοκαφέ πλίνθο και τίποτα άλλο. Με αυτά, οι Τάταροι δέσμευαν ένα κομμάτι γης με προοπτική, εάν διασφαλίσουν τις υπόλοιπες προϋποθέσεις, να χτίσουν ένα σπίτι. Πολύ γρήγορα, άρχισαν να εκλέγονται Τάταροι στο Κοινοβούλιο της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας και να καταλαμβάνουν θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, ενώ ήταν σαφής η κλίση τους προς την ουκρανική πλευρά. Πριν κλείσει μια δεκαετία, ο πληθυσμός τους είχε ξεπεράσει τις 200.000, κατεβάζοντας το ποσοστό των Ρώσων στο 80%. Παράλληλα, μέσω των Τατάρων, πραγματοποιούσε διείσδυση στην Κριμαία η Τουρκία, με δεδομένη τη φυλετική και γλωσσική συγγένεια, αλλά και τη μακρόχρονη σχέση των Οθωμανών με την υποτελή ηγεμονία του χανάτου της Κριμαίας, μέχρι το 1783 που ολόκληρη η χερσόνησος κατελήφθη από τα ρωσικά στρατεύματα της τσαρίνας Αικατερίνης Β΄, της επονομαζόμενης Μεγάλης, και έκτοτε αποτέλεσε τμήμα του ρωσικού κράτους. Μετά το 1990, η Τουρκία με μεθοδικότητα ανέπτυξε πολύμορφες σχέσεις με τους Τάταρους της Κριμαίας. Μ’ αυτό το πρόγραμμα προσεταιρισμού, χιλιάδες νέοι Τάταροι πήραν υποτροφίες για σπουδές στα τούρκικα πανεπιστήμια.

Έλληνες της Κριμαίας εκτοπισμένοι στα Ουράλια, έξω από το ξύλινο παράπηγμα («μπαράκια»), στα οποία ζούσαν πολλές οικογένειες μαζί, στη Σιβηρία, δεκαετία 1940
Έλληνες της Κριμαίας εκτοπισμένοι στα Ουράλια, έξω από το ξύλινο παράπηγμα («μπαράκια»), στα οποία ζούσαν πολλές οικογένειες μαζί, στη Σιβηρία, δεκαετία 1940

 

Τα πρώτα χρόνια, μερικοί φίλοι με καταγωγή από την Τσάλκα ή το Τσιμκέντ, μου έλεγαν με παράπονο ότι εάν είχε και η Ελλάδα πολιτική οριζόντων, θα μπορούσε να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία και να διοχετεύσει στην Κριμαία τους ρωσόφωνους Έλληνες που έφευγαν από τις φτωχότερες περιοχές της Γεωργίας, της Ρωσίας και του Καζαχστάν. Αντί να κάνουν το μακρινό ταξίδι στην Ελλάδα, όπου αντιμετωπίστηκαν σαν ξένοι και πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Όπως μου είπε ένας καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Ταυρίδας, «εγώ προτίμησα να έρθω στην Κριμαία για να ασκήσω το επάγγελμά μου παρά να πάω στην Ελλάδα για να πλένω σκάλες ή να σερβίρω καφέδες». Όμως, οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν αφοσιωμένες στη λεηλασία της Ελλάδας. Αρκετοί πολιτευτές δεν ήξεραν ούτε κατά πού πέφτει η Κριμαία. Εξάλλου, οι Έλληνες από τον Πόντο, που έψαχναν άκρη για να πιαστούν, προσφέρονταν για εκμετάλλευση από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ., που συναγωνίζονταν στη δημαγωγία για να διευρύνουν την εκλογική τους πελατεία. Και σ’ αυτό συνέβαλαν και οι απολύτως ενταγμένοι στο σύστημα εξουσίας παράγοντες του ποντιακού χώρου. Κι έτσι, άλλη μια ευκαιρία χάθηκε, όχι μόνο για να παραμείνουν οι Έλληνες του Πόντου στον Πόντο, αλλά και για να δημιουργηθεί μια ισχυρή ελληνική κοινότητα στη Μαύρη Θάλασσα, συνέχεια της τρισχιλιετούς ελληνικής παρουσίας στην Κριμαία, με μεγάλα οφέλη οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και γεωπολιτικά, για τους ίδιους και για την Ελλάδα που ο ρόλος της στην παρευξείνια ζώνη φθίνει διαρκώς. Ευθύνη, μικρότερη, αλλά όχι άνευ σημασίας, γι’ αυτή την απώλεια έχουν και τα κόμματα της Αριστεράς, που ποτέ δεν αντιλήφθηκαν την αξία και το ρόλο του Ελληνισμού στη Μαύρη Θάλασσα και ποτέ δεν ασχολήθηκαν με μια τόσο σοβαρή –τακτικά και στρατηγικά- υπόθεση, ούτε κατ’ ελάχιστον.

 

Ταταρόφωνοι Έλληνες

Τα τατάρικα λόγια που αποτέλεσαν τη βάση του τραγουδιού με το οποίο η Τζαμάλα απέσπασε μετά από σωρεία ανορθόδοξων πρακτικών το πρώτο βραβείο στην Γιουροβίζιον, τα έχω καταγράψει πολλές φορές, γιατί τα τραγουδούν οι Έλληνες της Αζοφικής Θάλασσας που είναι ταταρόφωνοι, γνωστοί ως «Ουρούμ». Έχοντας και οι ίδιοι εξορισμένους και «απολεσθέντες», περιλαμβάνουν στο ρεπερτόριό τους αυτό το τραγούδι, όπως και άλλα που αναφέρονται στους πεσόντες και τους ήρωες του πολέμου και της εργασίας, Ρωμιούς, Ρώσους και Ουκρανούς. Η ταταροφωνία των Ελλήνων είναι παράγωγο της συνύπαρξής τους με τους Τάταρους, επί εκατοντάδες χρόνια, την εποχή που η Κριμαία ήταν μέρος του ταταρικού βασιλείου (χανάτου). Πέρα, όμως, από τη γλώσσα και μερικά άλλα πολιτισμικά στοιχεία, οι ελληνικές κοινότητες των ταταροφώνων έμειναν αμιγείς. Χάρη στο ορθόδοξο δόγμα τους δεν ήταν δυνατό να σμίξουν με τους μουσουλμάνους Τάταρους και χάρη στο εθνικό τους φρόνημα, δηλαδή την βαθιά αίσθηση της ελληνικότητας που οι ρίζες της ανιχνεύονται στον αρχαίο ελληνικό εποικισμό της Ταυρίδας, δεν αφομοιώθηκαν από τον κυρίαρχο ομόδοξο ρώσικο πολιτισμό. Μέχρι σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή της Μαριούπολης, αρκετά ελληνικά χωριά είναι ταταρόφωνα, αλλά στα σχολεία τα παιδιά ελληνικής καταγωγής μαθαίνουν νέα ελληνικά. Κι αυτό επιτεύχθηκε χάρη στην ισχυρή βούληση και των επίμονο αγώνα των ίδιων των Ελλήνων, ρωσόφωνων ή ταταρόφωνων, της Αζοφικής Θάλασσας και της Κριμαίας.

 

Στέλιος Ελληνιάδης

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!