Κυβερνητική σανίδα σωτηρίας και έξοδος κινδύνου.
Δεν ήταν ένα πυροτέχνημα η αρχική πρωτοβουλία Παπανδρέου, προ των εξελίξεων της 15ης Ιούνη, για «ένα κάποιο» δημοψήφισμα». Το ζήτημα τέθηκε με τον πιο επίσημο τρόπο στη διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης. Καθώς ο χρονικός ορίζοντας προσδιορίζεται προς το φθινόπωρο και οι εξελίξεις, ώς τότε, προβλέπονται απολύτως ρευστές, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα αποτελέσει μία απόπειρα μετάθεσης του κέντρου των εξελίξεων και αναβάπτισης της νομιμοποίησης της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Στη λαμπρή μεταπολιτευτική δημοκρατία μία και μοναδική φορά δόθηκε η δυνατότητα στο λαό να εκφραστεί μέσω δημοψηφίσματος. Το 1974, όταν με συντριπτική πλειοψηφία, αποκαθηλώθηκε η βασιλεία. Η ποιότητα της δημοκρατίας στη χώρα τις επόμενες δεκαετίες μπορεί να αποδοθεί αρνητικά, καταγράφοντας πώς οι κυβερνήσεις και οι αντιπολιτεύσεις του δικομματισμού έπνιξαν την ανεμπόδιστη εκδήλωση της λαϊκής θέλησης. Ενδεικτικά αλλά καθοριστικά σημεία-σταθμοί είναι τα εξής: Το δόγμα «Ανήκομεν εις τη Δύσην» του «εθνάρχη» Καραμανλή αποτέλεσε πεδίο οξείας σύγκρουσης και στο ατλαντικό και στο ευρωπαϊκό του σκέλος. Η είσοδος στην τότε ΕΟΚ και η επανένταξη στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, όλες αποφάσεις που ελήφθησαν από την κυβέρνηση μειοψηφίας της Δεξιάς το 1980, βεβαίως και δεν τέθηκαν σε δημοψήφισμα από την «πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση της μεταπολίτευσης» κατά Πάγκαλο, το ΠΑΣΟΚ το 1981. Ούτε, βέβαια, το ώριμο τότε αίτημα στο λαό για τη θέσπιση του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής. Δικομματικά, επίσης, η Συνθήκη του Μάαστριχτ και το Ευρωσύνταγμα θεωρήθηκαν πολύ σοβαρά εθνικά ζητήματα για να τα διακινδυνεύσουνε στη «βρόμικη» διαδικασία της λαϊκής ψήφου.
Αντιστρόφως, σε μία σειρά ευρωπαϊκές χώρες όταν τέθηκαν σε δοκιμασία αυτοί οι βασικοί κόμβοι θεμελίωσης της συγκεντρωτικής νεοφιλελεύθερης Ε.Ε., αποδοκιμάστηκαν από τους λαούς. Ο ελληνικός λαός θεωρείται εκ των προτέρων ανώριμος να αποφασίζει για ό,τι καθορίζει το μέλλον του. Αντίθετα, είναι απόλυτα δημοκρατικό να αποσπά επιταγές εν λευκώ το πολιτικό καθεστώς. Και φτάσαμε, σήμερα, στον πάτο της κατάλυσης του Συντάγματος, με μία κυβέρνηση να υπογράφει συμβόλαια ανάληψης έργου και μία Βουλή που λειτουργεί ως γραφείο επικύρωσης των τελεσιγράφων της τρόικας.
Ο κ. Παπανδρέου επιδιώκει, μέσω του δημοψηφίσματος, να δραπετεύσει από το ζοφερό περιβάλλον πλήρους καταρράκωσης της κυβέρνησής του και παταγώδους αποτυχίας του εφιαλτικού αέναου Μνημονίου. Δικαιούται, σαν να μην τρέχει τίποτα, να θέτει αφ’ υψηλού ζητήματα αναπαλαίωσης του πολιτικού προσωπικού, αριθμού βουλευτών και θητείες, νέου εκλογικού συστήματος συγκεντροποίησης και αυταρχικής θωράκισης της εξουσίας, εικονικής αυτοκάθαρσης μέσω νέου νόμου περί ευθύνης υπουργών, όταν σε μία νύχτα ξεπουλιέται όλη η χώρα;
Είναι πιθανό σε ένα συνονθύλευμα-παγίδα να περιληφθούν θεμελιώδεις ανατροπές όπως η κατάλυση της περιβαλλοντικής προστασίας, της δημόσιας υγείας και παιδείας και η οριστική άρση της εργασιακής μονιμότητας στο Δημόσιο. Αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις όπως η θέσπιση συνταγματικού δικαστηρίου ελέγχου της νομιμότητας κομμάτων και σωματείων και περιορισμού απεργιών και κινητοποιήσεων στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος διαρρέεται πως συζητούνται, επίσης, στο πρωθυπουργικό επιτελείο.
Πηγαία η κίνηση του κόσμου θέτει στο στόχαστρο το πολιτικό σύστημα και μέσω της πρακτικής των δημοψηφισμάτων αναζητούνται, σήμερα, μορφές το δυνατόν αμεσότερης και ανόθευτης έκφρασης της λαϊκής γνώμης. Ποιος έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, ποιος νομιμοποιείται να ορίζει ποια αντικείμενα θα αποτελέσουν τον πυρήνα της αντιπαράθεσης, αυτά είναι τα κρίσιμα ζητούμενα.
Δημοψηφίσματα με λαϊκή πρωτοβουλία, αυτό είναι το αίτημα για Δημοκρατία. Δημοψήφισμα για το νέο τερατώδες «Σύμφωνο για το ευρώ» που καταδικάζει την Ευρώπη στα δεσμά του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου (που μας κατάντησαν στο τωρινό εφιαλτικό αδιέξοδο) αυτό είναι ένα επίκαιρο, ζωτικό αίτημα.
Είπαμε, για τα αμερικάνικά δημοκρατικά ιδεώδη του Παπανδρέου ο λαός είναι ώριμος μόνο όταν παγιδεύεται στους άθλιους χειρισμούς του. Καμώνεται πως δεν ακούει τη λαϊκή εντολή: «πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω»! Φαντασιώνεται πως θα αναβαπτιστεί σε μία παθητική σιωπηλή μειοψηφία αποπροσανατολισμένη στον λαϊκισμό του διχαστικού αυτοματισμού, σε ένα κοινωνικό τοπίο έρημο και ζούγκλα συνάμα. Το μπορεί; Και το κυριότερο… προλαβαίνει;