Και μέσα στον ορυμαγδό εξελίξεων, ένα φοβερό θέμα κατάκλυσε την επικαιρότητα τη βδομάδα που πέρασε: Το άνοιγμα στεκιού του Ρουβίκωνα στη Φιλοσοφική της Αθήνας… Το μέγεθος της δημοσιότητας που έλαβε το θέμα, είναι από μόνο του ένα γεγονός, σίγουρα σημαντικότερο από το ίδιο το περιστατικό της κατάληψης, ανακατάληψης και ξανά κατάληψης (;) ενός μικρού χώρου στο πανεπιστήμιο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που αντίστοιχα περιστατικά συγκεντρώνουν τα φώτα του ενδιαφέροντος κομμάτων, ΜΜΕ και σχολιαστών. Αυτό από μόνο του κάτι δείχνει. Παλιότερα, για παράδειγμα, οι φοιτητικές εκλογές απασχολούσαν τα πρωτοσέλιδα για αρκετές μέρες. Σήμερα, χωράνε σε ένα μονόστηλο, άντε μια σελίδα τη μέρα της διεξαγωγής. Το στέκι του Ρουβίκωνα απασχόλησε σίγουρα πολύ περισσότερο για μια βδομάδα και ίσως έχει συνέχεια.
Δεν είναι ανεξήγητο. Το συγκεκριμένο γεγονός «κουμπώνει» αρκετά καλά με όσα αναδεικνύει η «πολιτική ατζέντα». Για τους μεν, η ανεκτικότητα και τα δικαιώματα αντιπαραβάλλονται στο μίσος και τον ρεβανσισμό της «πινοτσετικής» Δεξιάς. Για τους δε, το χάος και η αναρχία βρίσκονται στον αντίποδα της τάξης και της ασφάλειας που πρέπει να εγκατασταθεί.
Και οι δύο αφηγήσεις εντάσσονται αποκλειστικά στη σφαίρα του συμβολικού, του «φαντασιακού». Αν υπερβείς τα εσκαμμένα, αν εμποδίσεις κανέναν πλειστηριασμό, αν διαδηλώνεις στη Λευκίμμη ή στη Θεσσαλονίκη, μια χαρά θα αντιμετωπίσεις τη σιδηρά πυγμή της «κυβερνώσας Αριστεράς». Και βέβαια, αν μένεις σε μια υποβαθμισμένη συνοικία, καμιά ασφάλεια δεν θα σου εξασφαλίσουν οι «αυριανοί» κυβερνώντες, όσο η κοινωνική ζούγκλα θα γιγαντώνεται.
Ο «Ρουβίκωνας», από τη μεριά του, δεν αναπαράγει κάτι διαφορετικό από τη λογική της ανάθεσης σε τρίτους για την επίλυση των προβλημάτων, μαζί με κάποιες δυναμικές ενέργειες «χαμηλής έντασης» και συμβολικού χαρακτήρα.
Η «ανάθεση» έχει πολλά πρόσωπα και μπόλικα ποδάρια. Το μόνο που δεν αλλάζει είναι ο ρόλος που επιφυλάσσεται στους «πολλούς», αυτός του κομπάρσου ή του χειροκροτητή. Ποιος δεν θυμάται το παλιότερο «θα τα πω στον Τριανταφυλλόπουλο» σαν απάντηση σε αδικίες και ανομίες;
Λίγο παλιότερα το «μια 17Ν χρειάζεται» αποτελούσε άλλοθι για την απραξία. Σε πιο «κεντρικό» πολιτικό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ προσγείωσε διά της ανάθεσης όλη την κοινωνική δυναμική του αντιμνημονιακού ρεύματος. Στην άλλη μπάντα, το «θα φέρω τη Χρυσή Αυγή» ακουγόταν αρκετά για κάνα δυο χρόνια από διάφορους.
Δεν τσουβαλιάζουμε τίποτα από τα παραπάνω. Εκείνο, όμως, που αναδεικνύεται μέσα από εντελώς διαφορετικές καταστάσεις, είναι η λογική κάποιου τρίτου που θα «λύσει» το πρόβλημα, ερήμην της κοινωνίας η οποία είτε δεν λογαριάζεται καθόλου, είτε κατακεραυνώνεται σαν απαθής ή συντηρητική.
Με ανάρτησή του, πρόσωπο που παρουσιάζεται να σχετίζεται με την ομάδα, κάλεσε να κατατεθούν από τους φοιτητές «πληροφορίες για καθηγητές πανεπιστημίων που ζητάνε φακελάκια ή σεξουαλικά ανταλλάγματα». Σε άλλο μήνυμα, προειδοποιεί: «Την ανομία που έχουν επιβάλλει η νεολαία της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ στα πανεπιστήμια θα την πατάξουμε».
Πέρα από τη λογική μιας ομάδας που θα «πατάξει» τα προβλήματα για λογαριασμό του πλήθους, παρατηρεί κανείς και την απουσία της κυβέρνησης και του ΣΥΡΙΖΑ από τις «στοχεύσεις». Μικρή λεπτομέρεια που δεν διαπιστώνεται για πρώτη φορά.
Άλλωστε, και το κυβερνητικό κόμμα φροντίζει συχνά να κλείνει το μάτι σε διάφορες κατευθύνσεις, προσπαθώντας να «μαντρώσει» όποιους μπορεί από το «προοδευτικό κοινό». Αλλά και να φουντώσει εσκεμμένα το κλίμα με την Ν.Δ., κάτι που βολεύει και τους δύο «μονομάχους».
Η Νέα Δημοκρατία φυσικά έσπευσε να αναδείξει το θέμα, καταγγέλλοντας ότι «με το δόγμα της ανοχής στις “συλλογικότητες” και τον νόμο Γαβρόγλου για το άσυλο της ανομίας, πλέον όλα επιτρέπονται. Αυτή η πολιτική δεν μπορεί να γίνεται ανεκτή σε καμία κανονική χώρα». Την «κανονική χώρα» που έχουν στο μυαλό τους, την έχουμε ζήσει στο πετσί μας βέβαια χρόνια τώρα, και συνεχίζουμε…
Οι πρυτανικές αρχές, τέλος, έδειξαν αρκετό ζήλο για το θέμα. Ζήλο που δεν βλέπουμε συχνά να επιδεικνύουν για κορυφαία προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι νέοι, η παιδεία και η χώρα.
Δεν αναφερόμαστε φυσικά στο σύνολο των πανεπιστημιακών, αλλά σε όσους προτιμούν την εμπλοκή στη μικροπολιτική ατζέντα και τη διαφύλαξη της «φήμης» και της θέσης τους, από την αντιμετώπιση της τραγωδίας που έχει στείλει τους μισούς νέους στο εξωτερικό. Ψιλά γράμματα…
Γ.Παπ.