«Ό,τι μου κάνει κέφι – δοκίμια για τη λογοτεχνία και την πολιτική» είναι τίτλος που δόθηκε σε έναν τόμο με δοκίμια του Τζορτζ Όργουελ που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο σε μετάφραση Οδυσσέα Πάππου, ενώ η ανθολόγηση και το επίμετρο είναι του Σταύρου Ζουμπουλάκη.

Φυσικά είναι αδύνατον να μπορέσεις έστω και να παρουσιάσεις αυτό το βιβλίο μέσα σε μια σελίδα. Όσο για τα εγκωμιαστικά σχόλια, σε έχει υπονομεύσει ο ίδιος ο συγγραφέας στο κείμενό του «Προς υπεράσπιση του μυθιστορήματος», όπου περνά «γενεές δεκατέσσερις» τους κριτικούς της εποχής του.

Με θέματα από τη ζωή σε πτωχοκομείο, μέχρι μια εκτέλεση στη Βιρμανία κι από τον αντισημιτισμό στη Βρετανία μέχρι το νόημα του ποιήματος, με πολλές κριτικές προσεγγίσεις μεγάλων συγγραφέων, το βιβλίο αυτό είναι ένα πανόραμα δοκιμιακού λόγου.

Διαλέγω να σταθώ σε τρία από τα κείμενα. Το ένα είναι το προαναφερθέν για το μυθιστόρημα, το άλλο για τον Ισπανικό Εμφύλιο και το τρίτο μια πολυσέλιδη κριτική ανάλυση του έργου του Ντίκενς.

Τα δυο πρώτα έχουν μια απίστευτη επικαιρότητα, που ξεπερνά τα όρια της εποχής που γράφτηκαν.

Καθώς έχουμε τη δίκη της «Χρυσής Αυγής» και όλοι ορκίζονται στον «αντιφασισμό», αρκούμαι στο να παραθέσω τα λόγια του Όργουελ από το «Μερικές αλήθειες για την Ισπανία»:

«…να προσποιείσαι –όχι με πολλά λόγια, απλώς υπονοώντας το– ότι ο φασισμός δεν έχει σχέση με τον καπιταλισμό. Ο φασισμός είναι απλώς μια ανούσια κακία, μια παρέκκλιση, ένας “μαζικός σαδισμός”… Παρουσίασε τον φασισμό με αυτή τη μορφή και μπορείς να κινητοποιήσεις την κοινή γνώμη εναντίον του, τουλάχιστον για λίγο, χωρίς να εγείρεις κανένα επαναστατικό κίνημα. Μπορείς να αντιτάξεις στον φασισμό την αστική “δημοκρατία”, δηλαδή τον καπιταλισμό. Θα πρέπει όμως παράλληλα να ξεφορτωθείς εκείνο τον ταραξία που επισημαίνει διαρκώς πως ο φασισμός και η αστική “δημοκρατία” είναι δίδυμα αδελφάκια…»

Αφορμή για το δοκίμιο ο αντεπαναστατικός ρόλος –κατά τον Όργουελ– που έπαιζαν εκείνη την εποχή (1937) οι κομμουνιστές στην Ισπανία, συμμαχώντας με τους αστούς εναντίον των αναρχικών και των τροτσκιστών, ξηλώνοντας παράλληλα τις επαναστατικές κατακτήσεις των προηγούμενων ετών…

Σε άλλο μήκος κύματος το κείμενό του για το μυθιστόρημα, όπου εντοπίζει τις παθογένειες της κριτικής που την ταλανίζουν μέχρι σήμερα.

«…Το πρόβλημα είναι ότι οι εγκωμιαστικές κριτικές συμβάλλουν στην εξαφάνιση του μυθιστορήματος… ευθύνονται οι αηδιαστικές ανοησίες που γράφονται από τους κριτικούς που τα προωθούν (Σ.τ.Σ. τα μυθιστορήματα). Δείτε απλώς ένα δείγμα από τους Sunday Times της περασμένης εβδομάδας: “Εάν μπορείτε να διαβάσετε αυτό το βιβλίο και να μην κραυγάσετε από ευχαρίστηση, τότε η ψυχή σας είναι νεκρή”…

…Η περιφρόνηση στην οποία έχει περιπέσει η βιβλιοκριτική επεκτείνεται και στα ίδια τα μυθιστορήματα…

…Κάθε κριτικός έχει κάποιον εκδότη ή εκδότες να μπλέκονται στα πόδια του δι’ αντιπροσώπου…

…Η απατεωνίστικη κριτική είναι στην πραγματικότητα ένα είδος εμπορικής αναγκαιότητας, όπως οι περιγραφές στα οπισθόφυλλα των βιβλίων, των οποίων αποτελεί απλώς προέκταση…»

Ο Χ κριτικός, δίνει «ένα σύντομο ρεζουμέ της πλοκής (προδίδοντας παρεμπιπτόντως στον συγγραφέα το γεγονός ότι δεν έχει διαβάσει το βιβλίο) και μοιράζοντας μερικά κομπλιμέντα, τα οποία σε όλη τους τη γενναιοδωρία έχουν περίπου την ίδια αξία με το χαμόγελο μιας πόρνης».

Ο Όργουελ δεν μένει στο να στηλιτεύει τον τρόπο που λειτουργεί η κριτική αλλά υποδεικνύει και τον τρόπο που θα μπορούσε να ασκηθεί ελεύθερα. Μια εφημερίδα όπου οι εκδότες δεν θα διαφημίζονταν σε αυτήν!

Αν σκεφτούμε το σύνολο των λογοτεχνικών εντύπων, σελίδων βιβλίου, ιστοσελίδων κλπ θα διαπιστώσουμε πως στο σύνολό τους επιβιώνουν χάρη στη διαφήμιση εκδοτικών οίκων. Άρα καταλαβαίνουμε πως δεν «δαγκώνεις το χέρι που σε ταΐζει». Έτσι είναι πολύ δύσκολο να εισπράττεις από τη μια τα χρήματα κι από την άλλη να γράφεις πως κάποιο βιβλίο του εκδοτικού οίκου που σου τα δίνει είναι για… πέταμα.

Κλείνω αυτή τη σύντομη πρώτη παρουσίαση με το οξυδερκέστατο δοκίμιο για το έργο του Ντίκενς. Ομολογώ πως στην κυριολεξία με έκανε να δω με άλλα μάτια το έργο του τόσο σε ό,τι αφορά θετικές, όσο και αρνητικές πλευρές του. Κατάλαβα επίσης πόσο μακριά είμαστε και σήμερα από μια πραγματική κριτική προσέγγιση της λογοτεχνίας. Που ερμηνεύει το έργο και δεν μένει σε απλές κρίσεις. Για να το κάνεις αυτό βεβαίως θα πρέπει να έχεις τις γνώσεις και το κριτικό πνεύμα, αλλά κυρίως να μελετήσεις σε βάθος το έργο που θες να προσεγγίσεις.

Να μη φοβάσαι να κατεβάσεις από το βάθρο του το άγαλμα του συγγραφέα και να δεις ποιος στ’ αλήθεια είναι πέρα από τη μυθολογία γύρω από το όνομά του.

Και κάτι αισιόδοξο: Αυτό που φοβόταν ο Όργουελ –το τέλος του μυθιστορήματος– ευτυχώς δεν ήρθε ακόμα. Από το 1936 που έγραψε αυτό το άρθρο, πραγματικά αριστουργήματα της λογοτεχνίας έχουν δει το φως. Συμπεριλαμβανομένων και των δικών του!

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!