Μια ιστορία 60 χρόνων διαλύεται για χάρη των… επενδύσεων
Η δήλωση του υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Kλιματικής Αλλαγής στους εκπροσώπους του συνδικάτου εργαζομένων στο ΙΓΜΕ, πριν από λίγο καιρό, ήταν ενδεικτική των προθέσεων: «Δεν διευκολύνετε τις επενδύσεις». Έτσι, ένας δημόσιος φορέας που λειτουργεί επί 60 χρόνια και έχει την ευθύνη της έρευνας του ορυκτού πλούτου και του ελέγχου των μεταλλευτικών παραχωρήσεων, της έρευνας των ενεργειακών πρώτων υλών και του υπόγειου υδατικού δυναμικού της χώρας, της μελέτης των γεωτεχνικών προβλημάτων και περιβαλλοντικών επιπτώσεων, διαλύεται ουσιαστικά διά της… απορροφήσεως. Συγκεκριμένα, σε εφαρμογή του τελευταίου πολυνόμου το Ινστιτούτο με τους 337 εργαζόμενους απορροφάται από το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης, ένα φορέα που απασχολεί μόλις 2 εργαζόμενους και οκτώ αποσπασμένους! Το συνδικάτο των εργαζομένων σε λίγες μέρες (13/12) διοργανώνει εκδήλωση για να γιορτάσει τα 60χρονα του Ινστιτούτου, προσπαθώντας με άλλο έναν τρόπο να αναδείξει το ρόλο που έχει διαδραματίσει, παράγοντας εφαρμοσμένη έρευνα που αποτέλεσε τη βάση για σειρά βιομηχανικές δραστηριότητες του παρελθόντος. Όπως καταγγέλλει, η σπουδή της κυβέρνησης να εντάξει ένα φορέα με πανελλαδική διάρθρωση σε ένα γραφειοκρατικό μόρφωμα και η ταυτόχρονη απομάκρυνση μεγάλου μέρους του προσωπικού, έχει στόχο τη δημιουργία «ενός μικρού ευέλικτου ινστιτούτου με μοναδικό ρόλο τη διαχείριση της ανάθεσης μελετών σε τρίτους».
Το εξωφρενικό είναι ότι από πουθενά δεν προκύπτει μια τέτοια ανάγκη. Το Επιχειρησιακό Σχέδιο που εκπόνησε κατ’ εντολή του ΥΠΕΚΑ το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, όχι μόνο δεν έθεσε θέμα τροποποίησης του θεσμικού πλαισίου του ΙΓΜΕ, αλλά αντίθετα διαπίστωσε και τεκμηρίωσε την ανάγκη προσλήψεων νέου ερευνητικού και τεχνικού προσωπικού. Την ίδια στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη ερευνητικά έργα εγκεκριμένα για χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ ύψους 25 εκατ. ευρώ. Αυτά είχαν σχεδιαστεί με την προοπτική απασχόλησης όλου του προσωπικού του Ινστιτούτου, που την περίοδο σχεδιασμού είχε 450 εργαζόμενους. Μάλιστα, για την εξυπηρέτηση των διαφόρων έργων είχε προωθηθεί από τη Διοίκηση του ΙΓΜΕ η ανάγκη προσλήψεων ερευνητών και τεχνικού προσωπικού και μάλιστα τηρώντας την αναλογία 1:10 προσλήψεων-αποχωρήσεων. Αντ’ αυτού, έμπειροι γεωλόγοι και μεταλλειολόγοι μπαίνουν στην εφεδρεία, καθώς και όλοι οι εργαζόμενοι υποχρεωτικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (167 εργαζόμενοι), που αποτελούν το αναγκαίο εξειδικευμένο προσωπικό για τη διενέργεια της γεωτεχνικής έρευνας (χειριστές γεωτρύπανων και εργοδηγοί).
Η αποδυνάμωση του ΙΓΜΕ με μείωση του προσωπικού του κατά 48% από το 2007 μέχρι σήμερα και το γεγονός ότι ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζομένων είναι 59 ετών, αιτιολογεί πλήρως τις καταγγελίες για διάλυση. Τα ερωτήματα που θέτει το συνδικάτο είναι πολλά: πώς θα προχωρήσουν ανειλημμένες υποχρεώσεις της χώρας, όπως η Οδηγία Φερχόιγκεν (επικαιροποίηση μεταλλευτικών δεδομένων), το δίκτυο παρακολούθησης των υπογείων υδάτων (Οδηγία 2000-60), η Οδηγία για τα καταστροφικά φαινόμενα; Ποιος θα έχει την ευθύνη της έρευνας για στρατηγικής σημασίας τομείς, όπως η γεωθερμία ή τα λιγνιτικά αποθέματα; Το ίδιο το υπουργείο σε νομοσχέδια που καταρτίζει αναφέρει το ΙΓΜΕ ως βασικό συντελεστή έργων, όπως στο φορέα υδρογονανθράκων ή την έρευνα για φυσικό αέριο. Χαρακτηριστική είναι η απομάκρυνση δύο επιστημόνων που υπηρετούν σήμερα στον έλεγχο και γνωμοδότηση μεταλλείων, αναστέλλοντας πλήρως τη λειτουργία του αντίστοιχου δημόσιου ελεγκτικού μηχανισμού. Κάπως έτσι σκέφτεται μάλλον η κυβέρνηση να εξυπηρετήσει τις… επενδύσεις, αφήνοντας ανεξέλεγκτες τις παραχωρήσεις μεταλλείων και λατομείων σε ιδιώτες.
Παρά την επιμονή της κυβέρνησης να οδηγήσει σε διάλυση το Ινστιτούτο, το συνδικάτο των εργαζομένων δεν το βάζει κάτω. Με συνεχείς κινητοποιήσεις αρνείται να δεχτεί τετελεσμένα γεγονότα. Έχει προσελκύσει τη συμπαράσταση από διεθνείς οργανισμούς (UNESCO, EuroGeoSurveys, ProGeo, Γεωλογικά Ινστιτούτα), περιφερειακά συμβούλια, δήμαρχους και δημοτικά συμβούλια, δεκάδες επιστημονικούς φορείς, πανεπιστημιακά τμήματα, πνευματικούς ανθρώπους, πρώην γενικούς διευθυντές και διευθυντικά στελέχη του ΙΓΜΕ που έχουν προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στην έρευνα του ορυκτού πλούτου. Όλοι αυτοί καλούν την κυβέρνηση να διατηρήσει το ΙΓΜΕ στην πλήρη του μορφή και διάρθρωση.
Παράλληλα, το συνδικάτο πρωτοστατεί στο συντονιστικό των φορέων που οδηγούνται σε συγχωνεύσεις και καταργήσεις, δημιουργώντας ένα μεγάλο πονοκέφαλο στην κυβέρνηση που βιάζεται να υλοποιήσει τις αποφάσεις της. Ίσως γι’ αυτό το λόγο επιμένει τόσο στην πλήρη διάλυση της δομής του ΙΓΜΕ, στοχεύοντας να αποφύγει ένα ενοχλητικό αντίπαλο.
Το εξωφρενικό είναι ότι από πουθενά δεν προκύπτει μια τέτοια ανάγκη. Το Επιχειρησιακό Σχέδιο που εκπόνησε κατ’ εντολή του ΥΠΕΚΑ το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, όχι μόνο δεν έθεσε θέμα τροποποίησης του θεσμικού πλαισίου του ΙΓΜΕ, αλλά αντίθετα διαπίστωσε και τεκμηρίωσε την ανάγκη προσλήψεων νέου ερευνητικού και τεχνικού προσωπικού. Την ίδια στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη ερευνητικά έργα εγκεκριμένα για χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ ύψους 25 εκατ. ευρώ. Αυτά είχαν σχεδιαστεί με την προοπτική απασχόλησης όλου του προσωπικού του Ινστιτούτου, που την περίοδο σχεδιασμού είχε 450 εργαζόμενους. Μάλιστα, για την εξυπηρέτηση των διαφόρων έργων είχε προωθηθεί από τη Διοίκηση του ΙΓΜΕ η ανάγκη προσλήψεων ερευνητών και τεχνικού προσωπικού και μάλιστα τηρώντας την αναλογία 1:10 προσλήψεων-αποχωρήσεων. Αντ’ αυτού, έμπειροι γεωλόγοι και μεταλλειολόγοι μπαίνουν στην εφεδρεία, καθώς και όλοι οι εργαζόμενοι υποχρεωτικής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (167 εργαζόμενοι), που αποτελούν το αναγκαίο εξειδικευμένο προσωπικό για τη διενέργεια της γεωτεχνικής έρευνας (χειριστές γεωτρύπανων και εργοδηγοί).
Η αποδυνάμωση του ΙΓΜΕ με μείωση του προσωπικού του κατά 48% από το 2007 μέχρι σήμερα και το γεγονός ότι ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζομένων είναι 59 ετών, αιτιολογεί πλήρως τις καταγγελίες για διάλυση. Τα ερωτήματα που θέτει το συνδικάτο είναι πολλά: πώς θα προχωρήσουν ανειλημμένες υποχρεώσεις της χώρας, όπως η Οδηγία Φερχόιγκεν (επικαιροποίηση μεταλλευτικών δεδομένων), το δίκτυο παρακολούθησης των υπογείων υδάτων (Οδηγία 2000-60), η Οδηγία για τα καταστροφικά φαινόμενα; Ποιος θα έχει την ευθύνη της έρευνας για στρατηγικής σημασίας τομείς, όπως η γεωθερμία ή τα λιγνιτικά αποθέματα; Το ίδιο το υπουργείο σε νομοσχέδια που καταρτίζει αναφέρει το ΙΓΜΕ ως βασικό συντελεστή έργων, όπως στο φορέα υδρογονανθράκων ή την έρευνα για φυσικό αέριο. Χαρακτηριστική είναι η απομάκρυνση δύο επιστημόνων που υπηρετούν σήμερα στον έλεγχο και γνωμοδότηση μεταλλείων, αναστέλλοντας πλήρως τη λειτουργία του αντίστοιχου δημόσιου ελεγκτικού μηχανισμού. Κάπως έτσι σκέφτεται μάλλον η κυβέρνηση να εξυπηρετήσει τις… επενδύσεις, αφήνοντας ανεξέλεγκτες τις παραχωρήσεις μεταλλείων και λατομείων σε ιδιώτες.
Παρά την επιμονή της κυβέρνησης να οδηγήσει σε διάλυση το Ινστιτούτο, το συνδικάτο των εργαζομένων δεν το βάζει κάτω. Με συνεχείς κινητοποιήσεις αρνείται να δεχτεί τετελεσμένα γεγονότα. Έχει προσελκύσει τη συμπαράσταση από διεθνείς οργανισμούς (UNESCO, EuroGeoSurveys, ProGeo, Γεωλογικά Ινστιτούτα), περιφερειακά συμβούλια, δήμαρχους και δημοτικά συμβούλια, δεκάδες επιστημονικούς φορείς, πανεπιστημιακά τμήματα, πνευματικούς ανθρώπους, πρώην γενικούς διευθυντές και διευθυντικά στελέχη του ΙΓΜΕ που έχουν προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στην έρευνα του ορυκτού πλούτου. Όλοι αυτοί καλούν την κυβέρνηση να διατηρήσει το ΙΓΜΕ στην πλήρη του μορφή και διάρθρωση.
Παράλληλα, το συνδικάτο πρωτοστατεί στο συντονιστικό των φορέων που οδηγούνται σε συγχωνεύσεις και καταργήσεις, δημιουργώντας ένα μεγάλο πονοκέφαλο στην κυβέρνηση που βιάζεται να υλοποιήσει τις αποφάσεις της. Ίσως γι’ αυτό το λόγο επιμένει τόσο στην πλήρη διάλυση της δομής του ΙΓΜΕ, στοχεύοντας να αποφύγει ένα ενοχλητικό αντίπαλο.
Γιώργος Κατερίνης
Σχόλια