Η μάχη των Navtex συνεχίζεται σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο με συνεχείς παρατάσεις των ερευνητικών δραστηριοτήτων του «Ορούτς Ρέις» αλλά και… δοκιμές για επέκταση της δράσης του στα νότια της Κρήτης και μέσα στα όρια της περιοχής που συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Προς το παρόν το τουρκικό ερευνητικό σκάφος πλέει μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου έχοντας κουρελιάσει τις παλαιές «κόκκινες γραμμές» των 12 ναυτικών μιλίων από τις ελληνικές νησιωτικές ακτές και φλερτάροντας επικίνδυνα πολύ κοντά στα 6 ναυτικά μίλια. Η κυβέρνηση δια στόματος Γεραπετρίτη -και επιβεβαίωση από Ντόρα Μπακογιάννη για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις- έθεσε τα όρια στα 6 ναυτικά μίλια και εύχεται να μην χρειασθεί να αποδείξει ότι το εννοεί. Μια κίνηση εκ του ασφαλούς καθώς ουδέποτε η Τουρκία αμφισβήτησε το όριο αυτό. Επίσης το Πολεμικό Ναυτικό παρακολουθεί διακριτικά για να διασκεδασθούν οι δηλώσεις της γερμανικής προεδρίας της Ε.Ε. περί κοινών ευθυνών Ελλάδας και Τουρκίας για την ένταση στη Αν. Μεσόγειο. Ακόμα προβάλλεται στον υπερθετικό βαθμό μια έντονη δραστηριότητα του υπουργείου Εξωτερικών ως δήθεν «αιχμή του δόρατος». Πρόκειται για μια τελείως προσχηματική κινητικότητα της ελληνικής διπλωματίας. Μοναδικός στόχος η διασκέδαση των αρνητικών εντυπώσεων στο εσωτερικό της χώρας από την υποχωρητικότητα της πολιτικής ελίτ.

Κινήσεις μηδενικού αποτελέσματος

Τη στιγμή που ο Τ. Ερντογάν απειλεί ότι «θα κόψει τα χέρια» όσων θέτουν εμπόδια στα συμφέροντα της χώρας του και ο αντιπρόεδρός του ανακοινώνει την ύπαρξη «δύο χωριστών κρατών στην Κύπρο», τη στιγμή που πληθαίνουν οι εκτιμήσεις ινστιτούτων, δεξαμενών σκέψης και αυτού ακόμα του γ.γ. του ΝΑΤΟ ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι ενός θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο, η ελληνική διπλωματία επιδίδεται σε ένα χαρτοπόλεμο επιστολών άνευ αντικρίσματος. Μέχρι στιγμής έχουν σταλεί επιστολές στον γ.γ. του ΟΗΕ Γκουτιέρες, τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Πομπέο, τον ύπατο εκπρόσωπο της Ε.Ε. και αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέπ Μπορέλ. Παράλληλα έχουν γίνει καταγγελίες στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) και τον Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας (ΙΜΟ) σχετικά με την αναγγελία της Άγκυρας για επέκταση της τουρκικής περιοχής ευθύνης έρευνας και διάσωσης σε περιοχές ελληνικής κυριαρχίας και δικαιοδοσίας. Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει γνωστή καμιά επίσημη απάντηση όλων των παραπάνω οργανισμών και φορέων.

Όμως το «βαρύ χαρτί» της ελληνικής διπλωματίας είναι η δημοσιοποίηση της επιστολής του Ν. Δένδια προς τον επίτροπο Διεύρυνσης της Ε.Ε. Oliver Varhely, όπου καταγγέλλεται η συνεχιζόμενη παραβίαση των δασμολογικών υποχρεώσεων της Τουρκίας στα θέματα που αφορούν την τελωνειακή της ένωση με την Ε.Ε. Αλλά και βάζει στη συζήτηση την εξέταση του ενδεχόμενου συνολικής αναστολής της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε.-Τουρκίας ως μήνυμα αποδοκιμασίας για τη συνεχή παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας. Αντίστοιχη επιστολή-αίτημα, σε συνέχεια προτάσεων του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, αφορούσε στην επιβολή εμπάργκο όπλων, για μελλοντικές παραγγελίες, σε βάρος της Τουρκίας, υποσημειώνοντας τον κίνδυνο χρησιμοποίησης αυτών των όπλων σε βάρος άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε.

Η πρόσφατη εργώδης κινητοποίηση του υπουργείου Εξωτερικών είναι προδήλως προσχηματική. Όχι γιατί θέτει δύσκολους στόχους. Κυρίως γιατί φρόντισε από νωρίς να τους υπονομεύσει

Αναμφισβήτητα πρόκειται για δύο σοβαρά αιτήματα που όμως είναι καταδικασμένα, εν γνώσει της Αθήνας, να μείνουν στα χαρτιά. Και οι δύο προτάσεις αφορούν μέτρα εξαιρετικά επώδυνα για την οικονομία της Τουρκίας. Υπολογίζεται ότι το ετήσιο κέρδος για την οικονομία της από τις προβλέψεις της τελωνειακής ένωσης φθάνουν τα 75 δισ. ευρώ και οι αντίστοιχες εισαγωγές ευρωπαϊκών προϊόντων ξεπερνούν σε αξία τα 120 δισ. Έτσι κάθε άλλο παρά τυχαία είναι η επίσημη απάντηση του εκπροσώπου της Κομισιόν για θέματα Εξωτερικών Υποθέσεων, Πίτερ Στάνο, ότι «θα δώσουμε προσοχή στην επιστολή και εν συνεχεία θα δράσουμε και θα απαντήσουμε αναλόγως». Το μέτρο της «απάντησης» προκαθόρισαν δηλώσεις Γερμανών ιθυνόντων που θύμισαν ότι «η Ε.Ε. έχει σταθερή εξαγωγική πολιτική». Και ο νοών νοείτο.

Όσο αφορά τώρα το εμπάργκο εξοπλισμών, ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών Κρίστοφερ Μπούργκερ, σημείωσε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση λαμβάνει τις σχετικές αποφάσεις έπειτα από προσεκτική εξέταση. Εκκωφαντική ήταν η σιωπή απαξίωσης για την ελληνική πρόταση που κράτησαν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες πέραν της Γερμανίας (Ολλανδία, Ιταλία, Ισπανία) που πρωταγωνιστούν στα προγράμματα εξοπλισμών και εξαγωγής σχετικής τεχνογνωσίας στηρίζοντας το εξοπλιστικό «θαύμα» της Τουρκίας. Άλλωστε ο προσχηματικός χαρακτήρας της ελληνικής «ιδέας», γιατί περί ιδέας πρόκειται και όχι επίσημης πρότασης προς τα ευρωπαϊκά όργανα, αποδεικνύεται και εκ του γεγονότος ότι τα προγράμματα εξοπλισμών μεταξύ Τουρκίας και ευρωπαϊκών χωρών αποτελούν τμήμα διμερών εμπορικών συμφωνιών για τις οποίες η Ε.Ε. δεν έχει καμιά δικαιοδοσία ή δυνατότητα παρέμβασης.

Όσο και αν είναι σημαντικά τα οικονομικά μεγέθη που σχετίζονται με τις δύο ελληνικές επιστολές, δεν αποτελούν αυτά το μοναδικό λόγο αποτυχίας. Η ελληνική διπλωματία είχε φροντίσει έγκαιρα να αφοπλίσει κάθε διπλωματικό όπλο απεμπολώντας το δικαίωμα βέτο ως μέσο πίεσης και κατά συνέπεια κάθε δυνατότητα ανάσχεσης των επεκτατικών βλέψεων της Τουρκίας.


Προσχήματα και χαμένες δυνατότητες

Η ελληνική εξωτερική πολιτική, στηριγμένη από όλες τις δυνάμεις του επίσημου πολιτικού κόσμου, διαπερνιέται από την ψευδαίσθηση ότι η συμμόρφωση «προς τα υποδείξεις» Βερολίνου–Ουάσιγκτον είναι ικανή να αποτρέψει τον πλήρη εξευτελισμό της έναντι των επεκτατικών βλέψεων της Τουρκίας. Η πρόσφατη εργώδης κινητοποίηση του υπουργείου Εξωτερικών είναι προδήλως προσχηματική. Όχι γιατί θέτει δύσκολους στόχους. Κυρίως γιατί φρόντισε νωρίτερα να τους υπονομεύσει.

Αλήθεια τι νόημα έχουν οι επιστολές για αναστολή της τελωνειακής ένωσης Ε.Ε.-Τουρκίας όταν προηγουμένως απεμπόλησε κάθε δυνατότητα επιβολής κυρώσεων κατά της Τουρκίας στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής; Να θυμίσουμε τις δηλώσεις ικανοποίησης της ελληνικής και κυπριακής πλευράς για τις αποφάσεις της Συνόδου που ουσιαστικά αθώωνε τις τουρκικές προκλήσεις και παρέπεμπε κάθε συζήτηση για μέτρα σε βάρος της στις καλένδες, την ίδια ώρα που αποφάσιζε κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Να θυμίσουμε τις κοινές δηλώσεις της ελληνικής και κυπριακής αντιπροσωπείας ότι το «αίτημα» για κυρώσεις δεν αποτελεί «αυτοσκοπό» αλλά «μέσο πίεσης» κατά της Τουρκίας. Και κατά συνέπεια η μη επιβολή τους πράσινο φως και δικαίωση των τουρκικών τετελεσμένων.

Να θυμίσουμε ότι η Ελλάδα δε ζήτησε ποτέ τη σύγκλιση του Συμβουλίου Ασφαλείας και τη διεθνοποίηση των απειλών πολέμου, ακόμα και τις πρακτικές πολέμου χαμηλής έντασης, που για χρόνια ασκεί η Τουρκία στη θάλασσα και τον αέρα του Αιγαίου.

Το χειρότερο δεν είναι η σκόπιμη αποδυνάμωση των διπλωματικών όπλων της χώρας. Είναι ότι αυτό είναι σε γνώση της λεγόμενης διεθνούς κοινότητας που αντιμετωπίζει ανάλογα τις πρόσφατες πρωτοβουλίες. Και ακόμα είναι σε γνώση της Τουρκίας που έχει οδηγηθεί σε συμπεράσματα για το μέτρο της ελληνικής αντίδρασης. Γεγονός που φέρνει το θερμό επεισόδιο πιο κοντά από ποτέ…


Ο Λαβρόφ στην Αθήνα

Η ρωσική διπλωματία δεν αφήνει καμιά ευκαιρία να πάει χαμένη. Πριν λίγο καιρό η ρωσική πρεσβεία της Αθήνας ανακοίνωσε ότι η Μόσχα αναγνωρίζει ως νόμιμο και σύμφωνο με το διεθνές δίκαιο της θάλασσας το δικαίωμα μιας χώρας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια ακόμα και σε κλειστές θάλασσες. Η αναφορά στην Ελλάδα ήταν προφανής. Προφανούς σημειολογίας ήταν και η ανάρτηση στον επίσημο διαδικτυακό λογαριασμό του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας βίντεο σχετικά με τη σημασία της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου στην ανεξαρτησία της Ελλάδας.

Οι δύο αυτές πρωτοβουλίες πάρθηκαν, καθόλου τυχαία, λίγες μέρες πριν την επίσκεψη του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών στην Αθήνα.

Συνοδεύτηκαν μάλιστα με δύο ακόμα ανακοινώσεις του προέδρου Πούτιν αναφορικά με την Τουρκία. Η μια εξήρε τον Ερντογάν ως «ευέλικτο και αξιόπιστο» εταίρο. Η άλλη απαξίωνε την μη αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσία από την Τουρκία ως «άνευ ενδιαφέροντος» θέση.

Η χρονική συγκυρία της επίσκεψης Λαβρόφ και η φημολογούμενη έλευση στην Αθήνα του Πούτιν δεν είναι τυχαίες. Η Ρωσία επιθυμεί μια αναθέρμανση των σχέσεων της με την Ελλάδα και αξιοποιεί την πίεση που αισθάνεται η Αθήνα από την Άγκυρα, αλλά και την καταφανή αδιαφορία της δυτικής συμμαχίας έναντι της τουρκικής επιθετικότητας, για να το πετύχει. Έχει άλλωστε επανειλημμένα δηλώσει πρόθεση μεσολάβησης.

Ταυτόχρονα αντιλαμβάνεται τις σκιές στις σχέσεις της με την Τουρκία, σε Συρία, Λιβύη, Αρμενία και αναζητά, χωρίς να γκρεμίζει γέφυρες, την αξιοποίηση κάθε δυνατότητας.

Άλλωστε γνωρίζει και τους περιορισμούς από την δυτική προσήλωση των Αθηνών. Προσφέρει έτσι, χωρίς ψευδαισθήσεις, λόγια συμπαράστασης αποφεύγοντας τα αναγκαία έργα καθώς δεν της ζητείται τίποτα σχετικό. Δηλώνει όμως παρούσα στην περιοχή αναζητώντας την αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας.

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!