Το κείμενο που ακολουθεί βασίζεται στην  παρέμβαση του Βαγγέλη Πισσία, καθηγήτη Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, στην εκδήλωση με θέμα Καθεστώς Δανεισμού και Πολιτικός Αγώνας για να μην σβήσει η χώρα

Ακολουθεί στο τέλος του άρθρου βίντεο με την παρέμβαση

Η εκδήλωση που διοργάνωσε ο Δρόμος της Αριστεράς, πραγματοποιήθηκε στις 09/11/2015 στην ΑΣΟΕΕ .

Εδώ μπορείτε να βρείτε και τις άλλες ομιλίες της εκδήλωσης.

 

Θα κινηθώ σε ένα άλλο μήκος κύματος. Η ερώτησή μου απευθύνεται στους παριστάμενους, αλλά και στους ομιλητές: Άραγε γνωρίζαμε ποιος είναι ο άλλος; Η Αριστερά γνώριζε ποιος είναι ο άλλος; Τώρα τον ανακαλύψαμε; Δεν γνωρίζαμε ότι στην Ευρώπη χάθηκε μια μάχη στις αρχές του ’90, ανάμεσα σε κάποιες ιδέες για ένα ολοκληρωμένο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό σχέδιο και σ’ αυτούς που στο Μάαστριχτ έστρεψαν τη ρότα προς μια άλλη κατεύθυνση, τα αποτελέσματα της οποίας τα ζούμε εμείς σήμερα, τα ζει όμως και η Ευρώπη; Γνωρίζουμε ότι η Ευρώπη, σύμφωνα με όλες τις μελέτες που έχουν γίνει από τους διεθνείς οργανισμούς, τους οποίους τουλάχιστον οι αφέντες, όπως θα λέγαμε, τούτου του κόσμου γνωρίζουν καλά και τους εκτιμούν (Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), λένε ότι η Ευρώπη από το 2010 έως το 2050 θα δει το ακαθάριστο προϊόν της να συρρικνώνεται από 27% στη μεγάλη «παγκόσμια πίτα» στο 16-17%;

Οι ΗΠΑ θα έχουν κι αυτές μια αντίστοιχη, σημαντική απώλεια· ενόσω αναδύονται άλλες δυνάμεις, αλλάζει το οικονομικό τοπίο στον πλανήτη. Απ’ αυτή την Ευρώπη, η οποία έχει μπει σε μια διαδικασία αποβιομηχάνισης, αν μιλήσουμε για τα οικονομικά, η οποία δεν θέλησε να οικοδομήσει ένα συνεκτικό κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό σχέδιο που να στηρίζεται σε κάποιες ιδέες, οι οποίες κάποτε διατυπώθηκαν, και είχαν ηθικό, αξιακό υπόβαθρο, περιμέναμε μια διαφορετική αντιμετώπιση; Με αυτήν την Ευρώπη περιμέναμε εμείς να πάνε να διαπραγματευτούν αποτελεσματικά, κάποιοι υποτίθεται ευφυείς εκπρόσωπόι μας, κάποιοι ιδιαίτερα ικανοί ή καπάτσοι πολιτικοί· καπάτσοι ίσως για να διαχειρίζονται τα εσωτερικά θέματα της χώρας, καπάτσοι και ικανοί σε τακτικισμούς; Θα μπορούσαν να πάνε αυτοί να διαπραγματευτούν μη γνωρίζοντας όχι μόνο ποια είναι η Ευρώπη, αλλά και ποια είναι η Ελλάδα μας. Η Ελλάδα, το γνωρίζουμε ή δεν το γνωρίζουμε ότι στη δεκαετία 2000-2010 δανειζόταν τρία για να παράγει ένα; Γνωρίζουμε ότι ο δανεισμός εκείνη την περίοδο υπερέβη τα 160 δισεκατομύρια;

Κοιτάξτε, πολλοί θα πουν πολλά. Όμως, το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα δεν είναι μια αγαθοεργός επιχείρηση. Σου δανείζει, σου δανείζει, και αν εσύ μετατραπείς σε έναν αφελή καταναλωτή, εάν εκστασιαστείς από τους πέντε παράδες που σου περισσεύουν, εάν εσύ δεν δεις πώς θα κτίσεις την οικονομία της χώρας σου, πώς θα κτίσεις τις κοινωνικές και οικονομικές υποδομές της, θα πιαστείς αιχμάλωτος και ύστερα θα περιορίζεσαι να τους λες «είστε σκληροί, είστε άτεγκτοι». Θα πηγαίνεις με ένα λόγο ηθικό, τον οποίο είτε δεν τον ακούν είτε έρχονται να τον αντικρούσουν με έναν δικό τους λόγο, τον οποίο κι αυτοί με έναν τρόπο προσπαθούν, μέσα στη χώρα τους, να νομιμοποιήσουν.

Αλλού ήταν, λοιπόν, το ζήτημα. Το ζήτημα ήταν ότι εμείς, ακόμα και όταν είδαμε ότι μπήκαμε βαθιά μέσα στην κρίση, έπρεπε να προσπαθήσουμε να διαγνώσουμε τις βαθύτερες αιτίες της. Έπρεπε να δούμε γιατί η βιομηχανική παραγωγή, το Aκαθάριστο Προϊόν, ειδικότερα η προστιθέμενη αξία του βιομηχανικού τομέα ήταν 14% στην Ελλάδα, όταν είναι 23% στο Βέλγιο, 30% στη Γερμανία, 27% στην Εσθονία, στην Κροατία, 30% σε χώρες όπως το Καμερούν ή το Μπανγκλαντές, 40% η Αίγυπτος, κ.α. σε χώρες δηλαδή μικρές, μεσαίες, μεγάλες που εκβιομηχανίστηκαν τον 17ο , 18ο ή, πολύ αργότερα, τον 20ο αιώνα. Αντί να παραμένουμε ευτυχείς με μια οικονομία των υπηρεσιών, με μια οικονομία αεριτζίδικη όπου δεν πραγματοποιούνται παραγωγικές επενδύσεις, όπου δεν κινητοποιούνται ανθρώπινοι και υλικοί πόροι, προσβλέπουμε στο αδιέξοδο παρελθόν. Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει ακόμη ισχυρή συνείδηση ότι αυτή η χώρα πρέπει να είναι κι αυτή μια παραγωγική χώρα, η οποία να βρει μια θέση στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας, ο οποίος κι αυτός είναι πολύ σκληρός, ανταγωνιστικός και εκεί πρέπει να βρεις τρόπους για να μπορέσεις να σταθείς, τρόπους για να μπορέσεις να υποστηρίξεις τα προϊόντα σου. Τα προϊόντα αυτά που λέγονται «διεθνώς αναγνωρίσιμα», τα είδαμε να συρρικνώνονται μεταξύ 2000 – 2010, από 16% σε 10%. Βλέπαμε, συνεπώς, ότι κάτι θεμελιώδες χάνεται σ’ αυτήν τη χώρα, για να μη μιλήσω για το χάσιμο μιας συνείδησης, για να μη μιλήσω για μια ευκολία ζωής, για να μη μιλήσω για στοιχεία παρακμής. Το βλέπουμε, το ομολογούμε;

Θα πείτε: «και γι’ αυτό έπρεπε να μας τιμωρήσουν;». Αυτοί δεν έπρεπε να μας τιμωρήσουν, αυτοί όμως τη δουλειά τους κάνουν. Εμείς, σήμερα, λέμε ότι θα πάμε και θα τους πούμε για άλλη μια φορά ότι αυτό που κάνουν δεν είναι ηθικό, δεν είναι σωστό, και ότι θα ζητήσουμε και τη συμπαράσταση των λαών του κόσμου. Αυτό ας το κάνουμε. Είμαστε όμως σε θέση εμείς που μιλάμε και για έναν δρόμο της Αριστεράς, για έναν οποιονδήποτε δρόμο, να μιλήσουμε για ένα σχέδιο; Δεν είδαμε ότι αυτό το οποίο συμβαίνει και τώρα στη χώρα συμβαίνει γιατί ήρθε μια κυβέρνηση η οποία δεν ενδιαφέρθηκε για όλα αυτά, η οποία δεν είχε όχι ένα σχέδιο Β, δεν είχε ούτε σχέδιο Α, η οποία σήμερα ανακυκλώνει παλιές πολιτικές; Κάτι που νομοτελειακά θα συνέβαινε εφόσον η κυβέρνηση δεν είχε άλλο σχέδιο και δεν είχε δημιουργήσει τα εργαλεία -καταρχήν να τα εννοήσει και εν συνεχεία να μπορέσει να τα αξιοποιήσει- που θα τη βάζανε σιγά-σιγά σε έναν άλλο δρόμο. Ένα δρόμο οπωσδήποτε δύσκολο.

Η οικονομία μιας χώρας δεν χτίζεται από τη μια μέρα στην άλλη. Για να δημιουργήσεις τις βάσεις της πραγματικής οικονομίας θα περάσει καιρός. Αυτό που θέλει αυτή η χώρα είναι μια ενδογενή ανάπτυξη. Στην ουσία απαιτείται μια στρατηγική ενδογενοποίησης των οικονομικών, κοινωνικών διαδικασιών. Δεν υπάρχει οικονομία χωρίς ένα κοινωνικό σχέδιο, δεν υπάρχει κοινωνικό σχέδιο χωρίς οικονομία και από κει και πέρα υπάρχει ένα πολιτικό πλαίσιο, υπάρχει η χώρα. Χρειαζόμαστε μια χώρα, η οποία να έχει υλικές βάσεις, μια χώρα στην οποία ακόμα και η παραγωγή να έχει τα κοινωνικά και τα περιβαλλοντικά της πρόσημα. Χρειαζόμαστε μια χώρα όπου η κοινωνία θα αποκτήσει ξανά εκείνους τους δεσμούς τους οποίους έχασε. Αυτή η χώρα θα μπορέσει, όχι τώρα, αλλά σε δύο, πέντε, δέκα χρόνια να ξαναβρεί τον εαυτό της σε όσα συμβαίνουν σε αυτόν τον πλανήτη, και μάλιστα σε μία περιοχή εξαιρετικά δύσκολη. Σε μία περιοχή όπου χρειάζονται επανακαθορισμοί και σε ό,τι αφορά τις διεθνείς μας σχέσεις, χρειάζεται μια βαθιά κατανόηση του τι γίνεται γύρω μας. Βλέπουμε τον ορυμαγδό, βλέπουμε τον πόνο.

Κλείνοντας θέλω να πω κάτι. Μόνο αυτό, σαν βιωματική εμπειρία. Όταν κάποια χρόνια πριν, στη δεκαετία του ’90, έχεις δει στη Δυτική Αφρική να έρχονται αυτοί με τα βαλιτσάκια, της Διεθνούς Τράπεζας, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης κ.α. και να συζητάνε με τους άμοιρους Μαυριτανούς, Καμερουνέζους, Αιθίοπες και άλλους. Και να τους επιβάλουν αυτά που λίγο ως πολύ τα βλέπουμε τώρα εδώ. Όταν στα τέλη της δεκαετίας του ’90 βλέπεις σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, συγκεκριμένα στο Εκουαδόρ, όπου βρισκόμουν, να έρχονται πάλι αυτοί με τα βαλιτσάκια και να επιβάλουν τους ίδιους κανόνες. Εσύ δικαιούσαι ύστερα να λες ότι «δεν γνώριζα τίποτα»; Δεν γνώριζα ότι αυτή η επίπλαστη, ψευδής ευημερία αυτών των 30 χρόνων θα έχει από πίσω της λογαριασμό; Η Αριστερά είναι ριζοσπαστική αν έχει ριζοσπαστική σκέψη. Αν βλέπει το μετά. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε για Αριστερά, ας πάμε και στους προπάτορες. Η Αριστερά κάποτε έφτιαχνε σχέδια, μελετούσε, το ’ψαχνε όπως λέμε. Στα 27 του χρόνια, κάποιος -ας τον αναφέρω- ο Βλαδίμηρος Λένιν, ήταν εξόριστος και έγραφε για την ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρωσία. Ξέρετε όμως, δεν έγραφε μόνο για να πει πόσο κακός είναι ο καπιταλισμός στη Ρωσία. Προσπαθούσε να δει ποιες είναι οι οικονομικές δυναμικές της εποχής του και να δει ποιο θα είναι το νέο κοινωνικό υποκείμενο το οποίο μπορεί να δημιουργήσει έναν ριζικό μετασχηματισμό. Αυτό το κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό υποκείμενο που θα ανακτήσει πέρα από όλα τα άλλα την ιδεολογική αλλά και την ηθική ηγεμονία, την οποία είχε κάποτε η Αριστερά, αλλά δεν την έχει τώρα, αυτό μπορούμε να το δημιουργήσουμε; Γι’ αυτό χρειάζεται, όμως, να αρχίζουμε να ξαναχτίζουμε και την οικονομική μας βάση, την πραγματική οικονομία της χώρας και να δημιουργήσουμε ξανά κοινωνικούς δεσμούς, να έχουμε ένα ολοκληρωμένο οικονομικό σχέδιο και να το εφαρμόζουμε. Τότε ίσως, σιγά-σιγά, αποκτήσουμε τις δυνάμεις που μας λείπουν. Προς τα κει πρέπει να κατευθυνθούμε.

 

* Καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!