Διπλή δέσμευση σε αλληλοαναιρούμενους στόχους των δανειστών καλείται να αναλάβει η κυβέρνηση – Ενισχυμένο και απαιτητικότερο το ΔΝΤ
Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Στην υπόθεση διαρροής της πολύκροτης συνομιλίας Τόμσεν με τις εν Αθήναις απεσταλμένες του ΔΝΤ για την αξιολόγηση, η κυβέρνηση πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένη. Στο τέλος του επεισοδίου, μάλιστα, μπορεί να βγει όχι απλώς γουλί, αλλά να της έχουν πάρει και το «σκαλπ».
Όπως γράφαμε και στο προηγούμενο φύλλο του Δρόμου, αγνοώντας τη διαρροή της επίμαχης συνομιλίας, ο «απριλιανός συμβιβασμός» μεταξύ ΔΝΤ και Ε.Ε. για το κλείσιμο της αξιολόγησης πρέπει να θεωρείται δεδομένος. Οι δηλώσεις Μέρκελ-Λαγκάρντ μετά τη συνάντησή τους στο Βερολίνο ενταφίασαν τις κυβερνητικές προσδοκίες ότι μια καμπάνια «έκθεσης» του ΔΝΤ στην κοινή γνώμη θα το οδηγούσε σε αποχώρηση από το Μνημόνιο (Από ντροπή; Από πληγωμένο εγωισμό; Κανείς δεν ξέρει. Αν αυτό ίσχυε, το ΔΝΤ θα έπρεπε προ πολλού να έχει διαλυθεί. Είναι μισητό σε κάθε γωνιά του πλανήτη από την οποία πέρασε, ισοπεδώνοντάς την με προγράμματα «εξυγίανσης»).
Πιο σκληρό, πιο απαιτητικό
Όμως, το deal του Βερολίνου όχι απλώς επιβεβαίωσε την απόφαση παραμονής του ΔΝΤ, αλλά ενίσχυσε και τη διαπραγματευτική του ισχύ. Τόσο εντός του κουαρτέτου, όσο και απέναντι στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η πιο χαρακτηριστική ένδειξη είναι τα νέα «κεφάλαια» που απαιτεί το ΔΝΤ να ενταχθούν στην τρέχουσα αξιολόγηση, ώστε να δει με κάποια «κατανόηση» τις κυβερνητικές προτάσεις για το Aσφαλιστικό.
Ενώ, λοιπόν, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ επιμένουν σε περαιτέρω περικοπές στις επικουρικές συντάξεις, ζητούν ως προαπαιτούμενα να επισπευσθούν οι αποφάσεις τόσο για περικοπές της τάξης των 900 εκατ. ευρώ στα προνοιακά επιδόματα (αναπηρικά και οικογενειακά) εν ονόματι της χρηματοδότησης του «Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος», όσο και για τα εργασιακά (ομαδικές απολύσεις, συλλογικές συμβάσεις και συνδικαλιστικός νόμος) στο όνομα της μεγαλύτερης «ευελιξίας στην αγορά εργασίας». Οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών δεν έφεραν καμιά αντίρρηση στην απαίτηση του ΔΝΤ.
Σημειώνουμε ότι ειδικά για το εργασιακό, μόλις προ ημερών, ανακοινώθηκε η σύνθεση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που θα καταθέσει προτάσεις, ενώ η πρώτη συνεδρίασή της έχει οριστεί για τις 22/4. Επιπλέον, η κυβέρνηση χρησιμοποιούσε τη διατήρηση της εκκρεμότητας στο ιδεολογικά ευαίσθητο εργασιακό ως άλλοθι για να γίνει πιο εύπεπτη η προτεινόμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση.
Δύο κείμενα…
Η διαπραγμάτευση με τους επικεφαλής του κουαρτέτου θα συνεχιστεί στην Αθήνα από σήμερα (Σάββατο) μετά τη σύντομη διακοπή για τη συμμετοχή τους στο EuroWorkingGroup, με προφανή στόχο τη διαμόρφωση κοινής γραμμής του κουαρτέτου. Έχει καταστεί σαφές και από τις δημόσιες τοποθετήσεις του υπουργού Οικονομικών, Ε. Τσακαλώτου, ότι η ενδεχόμενη συμφωνία για το κλείσιμο της αξιολόγησης θα αποτυπώνεται σε δύο παράλληλα κείμενα, ένα με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και ένα με το ΔΝΤ. Αυτό δεν είναι καινοφανές, αφού έτσι κι αλλιώς αν το ΔΝΤ μπει και στον δανεισμό θα υπογράψει αυτοτελές μνημόνιο (επισήμως, το 4ο της εξαετούς μνημονιακής μας ιστορίας, και το 2ο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ).
Η πρωτοτυπία αυτού του δισυπόστατου (στα όρια της… διπολικής διαταραχής) μνημονίου θα έγκειται στο γεγονός ότι θα αποτυπώνει όχι μόνο ιδιαίτερες απαιτήσεις του ΔΝΤ, αλλά και ιδιαίτερους δημοσιονομικούς στόχους. Όπως, για παράδειγμα, τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ που το ΔΝΤ θεωρεί ρεαλιστικό, αντί του 3,5% που θεωρεί αδιαπραγμάτευτο στόχο η ευρωπαϊκή τρόικα. Πώς είναι δυνατό το ίδιο πακέτο μέτρων 5,4 δισ. ευρώ να εξυπηρετήσει, ταυτόχρονα, δυο αλληλοαναιρούμενους δημοσιονομικούς στόχους, ανάγεται στη σφαίρα της ψυχιατρικής ή της συνήθους δημιουργικής λογιστικής.
…και δυο αφεντάδες
Αυτό το παράδοξο, που καθιστά την κυβέρνηση «υπηρέτη δύο αφεντάδων» (αλλά χωρίς την επιδεξιότητα του Τρουφαλντίνο, του ήρωα του Γκολντόνι, να εξαπατά και τους δύο), έχει βεβαίως την εξήγησή του, που την παρέθεσε γλαφυρά ο Πολ Τόμσεν στην τηλεφωνική συνομιλία με τις υφιστάμενές του στην Αθήνα. Όπως αποκαλύπτεται εκεί, το ΔΝΤ εξακολουθεί να παζαρεύει με την ευρωπαϊκή τρόικα τη μείωση του στόχου για το πλεόνασμα, με σκοπό να τα βρουν κάπου στη μέση, στο 2,5%. Οι Ευρωπαίοι, όμως, δεν υποχωρούν, ενώ και η κυβέρνηση ταυτίζεται μαζοχιστικά με τη θέση τους για το εξωφρενικό 3,5%.
Φυσικά, το ΔΝΤ δεν θέλει μικρότερο πλεόνασμα από αλτρουισμό προς τα υποζύγια της λιτότητας στην Ελλάδα, αλλά για να τεκμηριώσει τη θέση του ότι θα χρειαστούν ή πρόσθετα μέτρα λιτότητας ή ριζικότερη αναδιάρθρωση χρέους από τους Ευρωπαίους. Η καταγραφή του διπλού στόχου για το πλεόνασμα σε δύο παράλληλης και ισότιμης ισχύος κείμενα θα του επιτρέψει να επανέλθει στο μέλλον με απαίτηση για πρόσθετη παρέμβαση στο χρέος, πέραν της επιμήκυνσης και της μείωσης επιτοκίων που μπορεί να δοθεί τώρα, αν επιβεβαιωθεί το δικό του σενάριο.
Αυτό αναμένεται να αποτυπωθεί και στη «δήλωση της Ουάσιγκτον», κατά την προκαταρκτική συζήτηση για το χρέος στο περιθώριο της εαρινής συνόδου ΔΝΤ- Παγκόσμιας Τράπεζας (15-17/4). Και αυτό εννοούσε η Λαγκάρντ στην αυστηρού ύφους απαντητική της επιστολή στον Τσίπρα, γράφοντας ότι «μπορούμε να υποστηρίξουμε ένα πρόγραμμα που είναι αξιόπιστο και που βασίζεται σε ρεαλιστικές παραδοχές, και το οποίο πετυχαίνει τους στόχους να θέσει την Ελλάδα σε μια πορεία ανθεκτικής ανάπτυξης, και να αποκαταστήσει σταδιακά τη βιωσιμότητα του χρέους». Το κλειδί βρίσκεται στη λέξη «σταδιακά» και αποτυπώνει τον συμβιβασμό που είναι διατεθειμένο να αποδεχθεί το ΔΝΤ για μέτρα βιωσιμότητας του χρέους, σε δυο ή περισσότερες φάσεις.
Κυβερνητική περιδίνηση
Ευρισκόμενη σε διαρκή στρατηγική σύγχυση η κυβέρνηση, μπερδεύοντας συνεχώς τους «καλούς» και τους «κακούς» μιας υπόθεσης που έχει μόνο «κακούς», έστω και με ξεχωριστές ιδιοσυγκρασίες, έχει αστοχήσει σε όλους τους τακτικούς της στόχους:
Επιδιώκοντας να διευρύνει το όποιο ρήγμα μεταξύ Ε.Ε.- ΔΝΤ, προκάλεσε μεγαλύτερη προσέγγιση της Κομισιόν και του Eurogroup στις θέσεις του Ταμείου. Είναι χαρακτηριστική όχι μόνον η ταύτιση των Ευρωπαίων αξιωματούχων με τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα εργασιακά και τα προνοιακά επιδόματα, αλλά και η θέση Ντομπρόβσκις (στο Capital.gr) ότι η «αύξηση των φόρων αντί των περικοπών δαπανών φέρνει ύφεση». Θέση που προϊδεάζει για όχι και τόσο θετική υποδοχή των κυβερνητικών προτάσεων για νέους έμμεσους φόρους 1,8 δισ.
Προσπαθώντας να προσεταιριστεί τους Ευρωπαίους δανειστές και να τους φέρει απέναντι στο ΔΝΤ, παραιτείται από οποιαδήποτε διεκδίκηση ουσιαστικής ελάφρυνσης του χρέους, αλλά και ελάφρυνσης του πακέτου λιτότητας. Έτσι, η κυβέρνηση εξαντλεί τις προσπάθειες στον εξωραϊσμό των μέτρων στην κοινή γνώμη, ενώ ταυτόχρονα ο Γ. Σταθάκης δηλώνει ότι το χρέος μέχρι το 2022 είναι βιώσιμο (προσχωρώντας στις θέσεις Σόιμπλε- Ντάισελμπλουμ) και ο Ε. Τσακαλώτος περιορίζει τις προσδοκίες του στο «να μας δώσουν κάτι(!) για το χρέος μετά την αξιολόγηση».
Ανεξάρτητα από την περιδίνηση της κυβέρνησης, στην πλευρά των δανειστών, Ευρωπαίων και ΔΝΤ, υπάρχουν πολλά «εξωγενή» κίνητρα για να κλείσει η αξιολόγηση μέχρι αρχές Μαΐου και να αποφευχθεί παράτασή της μέχρι τον Ιούνιο (ακριβώς για να αποφευχθεί ένα «πιστωτικό γεγονός» κι όχι για να προκληθεί, όπως αντίστροφα «διαβάστηκε» η αναφορά Τόμσεν στην επίμαχη συνομιλία). Υπάρχει το Προσφυγικό και οι απειλές Ερντογάν να ακυρώσει τη συμφωνία. Υπάρχει το «όχι» στο ολλανδικό δημοψήφισμα που ενισχύει τις ανησυχίες για την έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος τον Ιούνιου υπέρ του Brexit. Υπάρχει η απρόσμενη ευρεία συναίνεση στη γερμανική Βουλή για γρήγορη συμφωνία με την Ελλάδα, υπό τον όρο της παραμονής του ΔΝΤ. Και υπάρχει η απροθυμία για μια νέα πολιτική περιπέτεια στην Ελλάδα.
Εφόσον η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ έχει περάσει τις προαγωγικές εξετάσεις προσαρμογής, ποιος ο λόγος να ρισκάρουν τώρα μια αλλαγή φρουράς;