Αρχική στήλες Της επιστήμης και της κοινωνίας Από πού «πέφτουν» τελικά οι μετεωρίτες

Από πού «πέφτουν» τελικά οι μετεωρίτες

Επιμέλεια: Γιάννης Σχίζας

Οι μετεωρίτες αποτελούν μια όμορφη υπενθύμιση ότι η Γη είναι μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου και απίστευτα δυναμικού συστήματος. Το θέαμα μιας πύρινης σφαίρας που διασχίζει τον ουρανό προκαλεί θαυμασμό και ενθουσιασμό σε παιδιά και ενήλικες.

Κάθε χρόνο, περίπου 17.000 από αυτές τις σφαίρες φωτιάς όχι μόνο εισέρχονται στην ατμόσφαιρα της Γης, αλλά επιβιώνουν από το επικίνδυνο ταξίδι προς την επιφάνεια. Αυτό δίνει στους επιστήμονες μια πολύτιμη ευκαιρία να μελετήσουν αυτούς τους βραχώδεις επισκέπτες από το διάστημα.

Οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι ενώ ορισμένοι από αυτούς τους μετεωρίτες προέρχονται από τη Σελήνη και τον Άρη, η πλειονότητα προέρχεται από αστεροειδείς.

Ωστόσο, δύο διαφορετικές μελέτες που δημοσιεύονται σήμερα στο Nature προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα. Επικεφαλής της έρευνας ήταν ο Miroslav Brož από το Πανεπιστήμιο Charles της Τσεχικής Δημοκρατίας και ο Michaël Marsset από το Ευρωπαϊκό Νότιο Αστεροσκοπείο στη Χιλή.

Οι έρευνες εντοπίζουν την προέλευση των περισσότερων μετεωριτών σε λίγα μόνο περιστατικά διάσπασης αστεροειδών και πιθανώς ακόμη και μεμονωμένων αστεροειδών, σύμφωνα με το Reuters.

Με τη σειρά τους, ενισχύουν την κατανόησή μας για τα γεγονότα που διαμόρφωσαν την ιστορία της Γης αλλά και ολόκληρου του ηλιακού συστήματος.

Μόνο όταν μια πύρινη σφαίρα φτάνει στην επιφάνεια της Γης ονομάζεται μετεωρίτης.

Συνήθως χαρακτηρίζονται ως τρεις τύποι: Οι πετρώδεις μετεωρίτες, οι σιδερένιοι μετεωρίτες και πετρώδεις-σιδερένιοι μετεωρίτες.

Οι πετρώδεις μετεωρίτες διακρίνονται σε δύο τύπους.

Οι πιο συνηθισμένοι είναι οι χονδρίτες, οι οποίοι έχουν στο εσωτερικό τους στρογγυλά αντικείμενα που φαίνεται να έχουν σχηματιστεί ως σταγονίδια τήγματος. Αυτοί αποτελούν το 85% όλων των μετεωριτών που βρίσκονται στη Γη. Οι «ανθρακούχοι χονδρίτες» αποτελούν μια ξεχωριστή ομάδα. Περιέχουν μεγάλες ποσότητες νερού σε αργιλικά ορυκτά και οργανικά υλικά όπως αμινοξέα. Οι χονδρίτες δεν έχουν ποτέ λιώσει και αποτελούν άμεσα δείγματα της σκόνης που αρχικά σχημάτισε το ηλιακό σύστημα. Οι αστεροειδείς είναι οι κύριες πηγές των μετεωριτών.

Οι περισσότεροι αστεροειδείς βρίσκονται σε μια πυκνή ζώνη μεταξύ του Άρη και του Δία, την Κύρια Ζώνη. Η ίδια η ζώνη των αστεροειδών αποτελείται από εκατομμύρια αστεροειδείς που περιστρέφονται και συσπειρώνονται γύρω από τη βαρυτική δύναμη του Δία.

Οι αλληλεπιδράσεις με τον Δία μπορούν να διαταράξουν τις τροχιές των αστεροειδών και να προκαλέσουν συγκρούσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία θραυσμάτων, τα οποία μπορούν να συσσωρευτούν σε σωρούς από μπάζα αστεροειδών. Αυτοί στη συνέχεια αποκτούν τη δική τους πορεία.


Γέμισαν τις ελληνικές θάλασσες με καρχαρίες και σαλάχια!

Γεμάτες από καρχαρίες και σαλάχια είναι οι ελληνικές θάλασσες, όπως προκύπτει από καταγραφές των τελευταίων 90 χρόνων, που συγκέντρωσε η περιβαλλοντική οργάνωση iSea. Συνολικά εντοπίστηκαν σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, 4.540 καταγραφές για 33 είδη καρχαρία, 29 είδη βάτων και σαλαχιών και μία χίμαιρα, αποδεικνύοντας τον πλούτο των ελληνικών θαλασσών για τα συγκεκριμένα είδη τις τελευταίες εννέα δεκαετίες.

Περισσότερα στοιχεία για τη μελέτη θα παρουσιαστούν στο Συνέδριο της Πανευρωπαϊκής Ένωσης για τους Καρχαρίες και τα Σαλάχια (ΕΕΑ 2024), που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη υπό την αιγίδα της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και του δήμου Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη διοργάνωση για τους καρχαρίες και τα σαλάχια, που αποτελεί ορόσημο για όσους μελετούν κι εργάζονται για την προστασία των μοναδικών αυτών ειδών. Φέτος, η θεματική, που θα φέρει κοντά συμμετέχοντες από όλη την Ευρώπη, τη Μεσόγειο, αλλά και πέρα από αυτήν, είναι η «Ισχυρότερη συνεργασία για αποτελεσματικότερη προστασία», με στόχο την ενίσχυση της διευρυμένης διεπιστημονικής συνεργασίας, την αύξηση των ευκαιριών που έχουν οι νέοι ερευνητές, καθώς και την αύξηση της εκπροσώπησης περιοχών, όπως τα Βαλκάνια και η Μέση Ανατολή, από όπου τα δεδομένα και οι γνώσεις για τους καρχαρίες και τα σαλάχια είναι συχνά περιορισμένα.

Στο πλαίσιο του Συνεδρίου, η περιβαλλοντολόγος και υπεύθυνη προγραμμάτων της iSea, Ρωξάνη Ναασάν Αγά – Σπυριδοπούλου, θα παρουσιάσει τα αποτελέσματα της βιβλιογραφικής έρευνας για την παρουσία και κατανομή των χονδριχθύων (βατοειδή, όπου ανήκουν τα σαλάχια, καρχαρίες, χίμαιρες) που πραγματοποίησε, βασιζόμενη -μεταξύ άλλων- σε πτυχιακές εργασίες, κοινωνικά δίκτυα και ΜΜΕ, βάσεις δεδομένων βιοποικιλότητας, Επιστήμη των Πολιτών, επίσημες κυβερνητικές εκθέσεις και ερευνητικά έργα.

«Στόχος της μελέτης, που βασίστηκε σε διαφορετικές πηγές δεδομένων, ήταν να αποτελέσει τη βάση έτσι ώστε να στηθούν καινούργια ερευνητικά προγράμματα, να έχουμε καλύτερη εικόνα για την κατανομή των συγκεκριμένων ειδών και με βάση ενός χάρτη καταγραφών, να επικεντρώσουμε τις έρευνες σε συγκριμένα σημεία», ανέφερε στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κ. Σπυριδοπούλου, τονίζοντας ότι θα αποτελέσει και «μπούσουλα» για επόμενες μελέτες.

Χαρακτηριστικό της μελέτης είναι το γεγονός ότι από το σύνολο των καταγραφών, σχεδόν το 55% δεν είναι δημοσιευμένες σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό, ενώ το 20% προέρχεται από την Επιστήμη των Πολιτών.

Η ερευνήτρια της iSea δημιούργησε και χάρτη, τον οποίο θα παρουσιάσει στο συνέδριο, με όλες τις καταγραφές που έγιναν τα τελευταία 90 χρόνια, με αποτέλεσμα, όπως λέει η ίδια, να μην μπορεί να βρει ένα σημείο σε θαλάσσια περιοχή, όπου να μην έχουν παρουσία οι καρχαρίες και τα σαλάχια!

«Οι ελληνικές θάλασσες είναι γνωστό ότι φιλοξενούν μια ποικιλία χονδριχθύων, η παρουσία των οποίων έχει τεκμηριωθεί από την εποχή του Αριστοτέλη. Ωστόσο, μόνο τις δύο τελευταίες δεκαετίες πραγματοποιείται συστηματική επιστημονική έρευνα σχετικά με τα χονδριχθυακά. Αυτό κλείνει σταδιακά το κενό της γνώσης σχετικά με την οικολογία και τη βιολογία αυτών των ειδών αλλά οι πληροφορίες σχετικά με τη χωρική κατανομή τους εξακολουθούν να είναι σπάνιες, με περιορισμένο αριθμό μελετών που παρέχουν τέτοια δεδομένα και επικεντρώνονται κυρίως σε βιολογικές και σχετικές με την αλιεία παραμέτρους με χαμηλή ταξινομική ή/και χωρική ανάλυση», καταλήγει.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Το νερό και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος

Η Ευρώπη οφείλει να διαχειρισθεί καλύτερα τους υδάτινους πόρους της για να εγγυηθεί στους πολίτες της νερό καλής ποιότητας, προειδοποιεί σε έκθεση ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος επισημαίνοντας ότι μόνο το 37% των επιφανειακών υδάτων στην ευρωπαϊκή ήπειρο βρίσκεται σε καλή ή πολύ καλή οικολογική υγεία.

«Η υγεία των ευρωπαϊκών υδάτων δεν είναι καλή. Τα ύδατά μας αντιμετωπίζουν σειρά πρωτοφανών προβλημάτων που απειλούν την σχετική με το νερό ασφάλεια της Ευρώπης», δηλώνει σε ανακοίνωσή της η διευθύντρια του οργανισμού Λέενα Ιλα-Μονόνεν, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Σε ό,τι αφορά την χημική υγεία των επιφανειακών υδάτων, δεν είναι καλή παρά στο 29% των περιπτώσεων, έναντι 77% για τον υδροφόρο ορίζοντα, από όπου προέρχεται το μεγαλύτερο μέρος του πόσιμου νερού που καταναλώνουν οι Ευρωπαίοι. Καλή χημική υγεία σημαίνει απουσία υπερβάλλουσας ρύπανσης από οργανικά στοιχεία και από επιβλαβείς χημικές ουσίες όπως οι υπερφθοριωμένες αλκυλιωμένες ουσίες (PFAS) και τα μικροπλαστικά.

Τα επιφανειακά ύδατα απειλούνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση (καύση του άνθρακα, εκπομπές των αυτοκινήτων, κ.λπ.) και την γεωργία που παράγει μεγάλες ποσότητες αποβλήτων που μολύνουν τα εδάφη.

«Η ευρωπαϊκή γεωργία θα πρέπει να αυξήσει την χρήση περισσότερο αειφόρων φυσικών και αγροοικολογικών πρακτικών που θα συνοδεύονται από κίνητρα και αλλαγή των διατροφικών μας συνηθειών», σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος.

Ο ευρωπαϊκός οργανισμός έχει αναλύσει 120.000 εξωτερικές επιφάνειες υδάτων και 3,8 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα υπόγειων υδάτων σε 19 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη Νορβηγία και ζητά την μείωση κατά 50% της χρήσης των ζιζανιοκτόνων μέχρι το 2030. «Θα πρέπει να διπλασιάσουμε τις προσπάθειές μας για να αποκαταστήσουμε την υγεία των πολύτιμων υδάτινων ρευμάτων μας, των λιμνών, των παράκτιων υδάτων και άλλων υδάτινων μαζών ώστε αυτός ο ζωτικής σημασίας πόρος να διατηρηθεί και να είναι ασφαλής για τις επόμενες γενιές», επισημαίνει η Λέενα Ιλα-Μονόνεν.

Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής (ξηρασία και πλημμύρες) και η υπερεκμετάλλευση των υδάτινων πόρων ασκούν επίσης πίεση στους υδάτινους πόρους. Ο περιορισμός της κατανάλωσης νερού και η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων πρέπει να είναι προτεραιότητες για τις κυβερνήσεις…

Σχόλια

Exit mobile version