Με βρετανικές πλάτες κλιμακώνει την καταστολή η κυβέρνηση του Μπαχρέιν
Του Άλεξ Μακ Ντόναλντ*
Ο Ναμπίλ Ρατζάμπ έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος των 10 τελευταίων ετών στη φυλακή, σε κατ’ οίκον περιορισμό ή υπό απαγόρευση να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Ως ένας από τους πιο γνωστούς ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Μπαχρέιν και ιδρυτής, μαζί με άλλους ακτιβιστές (συμπεριλαμβανομένου του πρόσφατα φυλακισμένου Αμπντουλχαντί Αλκαβάτζα) του Κέντρου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα το 2002, αποτελεί αγκάθι στο πλευρό της οικογένειας Αλ Καλίφα που νέμεται την εξουσία. Είναι επίσης μια εμβληματική φυσιογνωμία των διαδηλώσεων που συντάραξαν το μικρό αυτό κράτος του Περσικού Κόλπου, το 2011.
«Έβλεπα τα παιδιά μου να μεγαλώνουν μέσα από τη φυλακή», δήλωσε στο Middle East Eye. «Το συνήθισα, αν και ήταν μια πολύ άσχημη εμπειρία».
Την 1η Οκτωβρίου 2014 ο Ρατζάμπ συνελήφθη ξανά λίγο μετά την επιστροφή του στο Μπαχρέιν από την Ευρώπη (όπου είχε δώσει μια σειρά διαλέξεις), κατηγορούμενος ότι «προσέβαλε τους θεσμούς και τον στρατό» μέσω ενός σχολίου στο twitter στο οποίο δήλωνε ότι τα σώματα ασφαλείας έχουν πιθανόν λειτουργήσει ως «εκκολαπτήριο» θρησκευτικού φανατισμού από την οποία προέκυψε το Χαλιφάτο.
Συμφωνία με Βρετανία
Η στενή σχέση ανάμεσα στη μικρή αυτή χώρα του Περσικού Κόλπου και κάποιες ισχυρές δυτικές χώρες θεωρείται τροχοπέδη για οποιαδήποτε πραγματική μεταρρύθμιση. Το Μπαχρέιν είναι μία από τις πολλές χώρες της περιοχής που ανήκουν στον συνασπισμό ενάντια στο Χαλιφάτο και μια πρόσφατη συμφωνία με την κυβέρνηση της Βρετανίας για την κατασκευή μιας νέας ναυτικής βάσης στη χώρα έχει δυσαρεστήσει κάποιους ακτιβιστές.
«Οι κατηγορίες ενάντια στον Ναμπίλ είναι αβάσιμες και το Φόρεϊν Όφις θα πρέπει να πιέσει για την απελευθέρωσή του», δηλώνει ο Αχμέντ Αλγουανταί, διευθυντής του Ινστιτούτου για τα Δικαιώματα και τη Δημοκρατία στο Μπαχρέιν. «Φαίνεται όμως ότι το Μπαχρέιν εξαγόρασε τη σιωπή της Βρετανίας, παραχωρώντας τους μια ναυτική βάση στον Κόλπο».
Ο Ναμπίλ Ρατζάμπ αναγνώρισε ότι αυτές οι συμφωνίες αποτελούν ένα ανάχωμα για την κυβέρνηση του Μπαχρέιν απέναντι στις διεθνείς πιέσεις. «Έτσι, δέχονται λιγότερη κριτική από τη διεθνή κοινότητα καθώς το Μπαχρέιν είναι απαραίτητο στον πόλεμο ενάντια στο Χαλιφάτο», υποστηρίζει. «Η κυβέρνηση πιστεύει ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να κλιμακώσει την εκστρατεία καταστολής, αφού δεν κινδυνεύει από την κριτική της διεθνούς κοινότητας ή των κυβερνήσεων της Δύσης. Απ’ ό,τι φαίνεται έχει δίκιο».
Απαγόρευση διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα
Η σύλληψη του σεΐχη Αλί Σαλμάν, γενικού γραμματέα του Αλ Γουεφάγκ -του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης στο Μπαχρέιν- πυροδότησε ένα νέο κύμα διαδηλώσεων και αναζωπύρωσε τις ανησυχίες για την ελαχιστοποίηση οποιασδήποτε πιθανότητας για μεταρρυθμίσεις στη χώρα. «Σχεδόν κάθε οικογένεια Σιιτών έχει έναν ή δύο φυλακισμένους ή κάποιον τραυματία ή νεκρό», δηλώνει ο Ρατζάμπ. «Έτσι, το χάσμα γίνεται βαθύτερο, οι πληγές είναι βαθύτερες τώρα απ’ ό,τι πριν από λίγα χρόνια και το Μπαχρέιν βυθίζεται στην καταστολή». «Για πρώτη φορά από την ανεξαρτησία της χώρας το 1971, πέρασε ένας νόμος που απαγορεύει τις ειρηνικές διαδηλώσεις στην πρωτεύουσα», προσθέτει, επισημαίνοντας ότι αν και οι διαδηλώσεις εκτός πρωτεύουσας είναι ακόμα νόμιμες γίνεται όλο και πιο δύσκολο να οργανωθούν εξαιτίας της κρατικής καταστολής.
Παράλληλα, διατυπώνει έντονη ανησυχία για την εξάπλωση του θρησκευτικού φανατισμού στους Σουνίτες και την αυξανόμενη συμπάθειά τους προς το Χαλιφάτο. Η απόφαση της κυβέρνησης να δώσει ιθαγένεια σε χιλιάδες ανθρώπους από χώρες όπως το Πακιστάν και η Υεμένη -ένα σχέδιο για να μεθοδευτεί μια δημογραφική αλλαγή κατά των Σιιτών στη χώρα- έχει αυξήσει τις εντάσεις.
«Η πολιτική του Μπαχρέιν να στρατολογεί Σουνίτες αστυνομικούς από την Ιορδανία, το Πακιστάν, τη Συρία και την Υεμένη και να τους χορηγεί ιθαγένεια, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της επιρροής του Χαλιφάτου μέσα στο σύστημα κρατικής ασφάλειας» έγραψε ο Τζόρτζιο Καφιέρο, αναλυτής της Country Risk Solutions, στην Huffington Post την περασμένη Πέμπτη. «Αυτοί οι “νέο-μπαχρεϊνοί” που εντάχθηκαν στα Σώματα ασφαλείας της χώρας με το δέλεαρ των υψηλότερων μισθών σε σχέση με αυτούς που έπαιρναν στις χώρες τους, χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση για τη διασφάλιση της εξουσίας της βασιλικής οικογένειας καθώς οι Σιίτες βρίσκονται σε αναβρασμό».
Μελλοντική απειλή
Ο Ρατζάμπ δήλωσε στο ΜΕΕ ότι οι φόβοι για την εμφάνιση ακραίων ομάδων στο Μπαχρέιν που θα βλέπουν τους Σιίτες ως «άπιστους» που πρέπει να πεθάνουν, είναι απόλυτα δικαιολογημένοι. «Πιστεύω ότι οι εξτρεμιστικές, φονταμενταλιστικές, ισλαμιστικές τρομοκρατικές ομάδες έχουν αρχίσει να ριζώνουν κι εδώ. Αυτό αποτελεί μια μελλοντική απειλή για τη χώρα μας και πρέπει να συζητηθεί σοβαρά», δήλωσε. «Θα μπορούσαμε να δεχθούμε επιθέσεις – αυτό αποτελεί απειλή τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τους Σιίτες. Κάτι τέτοιο θα πρέπει να κάνει την κυβέρνηση να ξανασκεφτεί την πολιτική της, να ακούσει τον λαό και να αναζητήσει μία πολιτική λύση στην κρίση προτού η τρομοκρατία εξελιχθεί σε πραγματική απειλή».
Παρά το δυνητικά ζοφερό μέλλον για το Μπαχρέιν, τις ανησυχίες για μία γενικότερη ανάφλεξη στον Κόλπο και την αναταραχή στη μικρή χώρα, ο Ρατζάμπ παραμένει αισιόδοξος ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της απόφασης του δικαστηρίου, όποιες κι αν είναι αυτές. «Είμαι έτοιμος για όλα, όπως και η οικογένειά μου. Όταν ήρθα στο Μπαχρέιν ήξερα ότι θα συλληφθώ, παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης για το αντίθετο», είπε. «Είμαι πρόθυμος να πληρώσω το τίμημα του αγώνα μου. Ελπίζω να πάνε όλα καλά αλλά εάν δεν πάνε δεν θα αλλάξει η στάση μου. Θα συνεχίσω να μάχομαι για την ελευθερία, την ισότητα και τη δημοκρατία στη χώρα».
* Εκτεταμένα αποσπάσματα από άρθρο του στο Middle East Eye (20/1/2015)
Μετάφραση: Νίκος Μαγνήσαλης