Καλημέρα, πελάτες μου, συντρόφια του Δρόμου.
Καλημέρααα! Τι κάνετε, βρε πελάτες μου, σας επιθύμησα.

Βέβαια, κι εσείς, το ξέρω, αλλά, αντί να νοσταλγείτε τις ωραίες μέρες που πίναμε τις φραπεδιές μας στο Σύνταγμα, ρίχναμε τις ωραίες μούντζες στο κυνοβούλειο! και χτίζαμε τη λαοκρατία μας, νοσταλγείτε τις ιστορίες του ταξιτζή, ας είναι. Ο ταξιτζής ήταν στο γύψο (άρα ξέρει από γύψο και δεν φοβάται τον Παπουτσή), ήταν στην εργασιακή εφεδρεία (πρώτος έκανα πράξη τα σχέδια του Βαγγέλη, ντε!). Όμως, προσοχή εδώ, δεν έχω βγει και ούτε σκοπεύω να βγω στην πολιτική και ιδεολογική εφεδρεία. Το ποτήρι αυτό θα το πιω μέχρι τέλους (βλέπε Γιωργάκη, Βαγγέλη κ.λπ.) και, αν είναι να με οδηγήσει στα βουλευτικά έδρανα, τόσο το καλύτερο για τον αγωνιζόμενο και δοκιμαζόμενο κλάδο της «διπλής ταρίφας»!
Παιδιά, κάτι δεν πάει καλά με τον ταξιτζή. Ονειρεύεται βουλευτικά κουστούμια και έδρανα! Ξεκίνησαν, λέει, να βρίσκονται και να συζητούν (επιτέλους) οι αριστερές δυνάμεις! Να ρωτήσω κάτι; Τα ανακοινωθέντα και οι δράσεις είναι για την «Κρίση» ή «Η Πορεία Της Χώρας Μετά Την Κρίση» – καλό ε; Και το κουίζ της εβδομάδας: Τι περιμένει ένας Έλληνας, άνεργος, άφραγκος, απογοητευμένος, χωρίς αναμνήσεις, στο σταθμό του Μονάχου; (Που ’σαι, Στράτο, να τα πεις). Απάντηση: Να περάσει το τρένο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς! Καλό;
Όπως βλέπετε, ο ταξιτζής γύρισε κεφάτος, φτιαγμένος, βρε παιδί μου. Ας το λάβουν υπόψη οι εκδότες και ο διευθυντής μου, πριν αρχίσουν να τρίζουν οι καρέκλες τους! Φιλάκια στον Δρόμο της Αριστεράς και διπλάσια φύλλα!
Πάμε τώρα να χαλαρώσουμε…
Ο ταξιτζής, ψάχνει την τελευταία κούρσα πριν το τέλος της βάρδιας. Οπότε, κοντά στην Ακρόπολη, η κυρία ρωτάει: «Ελεύθερος;» «Για μια ώρα ακόμα». «Μέχρι την Κηφισιά θέλουμε». «Μπείτε και φύγαμε σφαίρα». «Άσε, φίλε, γιατί έφερα τους κουμπάρους από τη Γερμανία, και η Ακρόπολη είναι κλειστή τη Δευτέρα», λέει. «Από πού είναι οι κουμπάροι;» ρωτάω. «Από το Βερολίνο», απαντά. Και εγώ το ρίχνω: «Berlin». Οπότε ο Γερμανός λέει χαμογελαστός «σπρέχεν ντόιτς» και απαντώ «σπρέχεν γκρικ με λίγα αρβανίτικα από τη μάνα μου». Η κουμπάρα το εξηγεί και έχουμε λυθεί στα γέλια. «Και μην ξεχνάς, κύριε Γερμανέ, ότι ακόμα μας χρωστάτε τις αποζημιώσεις από τον πόλεμο και κάνει την πάπια η Μέρκελ… Μετάφραζε εσύ, κουμπάρα». Εκείνος κομπιάζει, σκέφτεται και μου λέει: «Ξέρεις, υπάρχουν κάτι παλιά χαρτιά που αποδεικνύουν ότι τα πήραν οι Άγγλοι και τα χρέωσαν σε μας». Εγώ τον κοιτάζω περίεργα και του λέω: «Μα έχει κάνει καταγγελία ο Μανώλης Γλέζος, να κάνει λάθος ο Μανώλης; Μετάφραζε, κουμπάρα». Αυτός επιμένει και τότε αλλάζω θέμα: «Πώς ήταν η ζωή στην Ανατολική Γερμανία, τότε, επί Χόνεκερ;» ρωτάω. «Ήμασταν καλά και δεν το ξέραμε, γιατί, μετά την ένωση με τη Δυτική Γερμανία, περάσαμε δύσκολα, όλος ο πλούτος πέρασε σε λίγα χέρια, έμειναν χιλιάδες άνεργοι και, σε λίγο καιρό, ο κόσμος ζητούσε να ξαναγίνει το τείχος». Και εγώ μένω άναυδος. «Ισχύει ότι η Μέρκελ ήταν Ανατολικογερμανίδα;» ρωτάω. «Ο πατέρας της Μέρκελ ήταν παπάς από το Αμβούργο και την έφερε μικρή στο Βερολίνο». «Και δεν πήρε τίποτα από τον Μαρξ, μωρέ;» τους λέω και λυνόμαστε στα γέλια. «Εμείς έχουμε σπουδάσει όλοι πολιτικές επιστήμες στη Λειψία», μου λέει η κουμπάρα. «Ελπίζω όχι τόσο καλά σαν τη Μέρκελ», και το ταξί παίρνει φωτιά.
Τότε ο Γερμανός μού λέει: «Λες να βγει αληθινός ο Μαρξ και η καταστροφή του κεφαλαίου και του καπιταλισμού να ξεκινήσει από τη χώρα σας;» «Μακάρι», τους λέω, «να δω τον Παπανδρέου και τη Μέρκελ πλύστρες της εργατικής τάξης και ας πεθάνω, Θεέ μου!» Η κατάσταση έχει ξεφύγει. «Θα σε θυμόμαστε, ταξιτζή», μου λέει η κουμπάρα. «Κι εγώ», τους λέω, «φιλάκια στη Γερμανία, για χατίρι σας και μόνο».

Φιλάκια πολλά,
Ο Ταξιτζής του Δρόμου της Αριστεράς

 

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!