Στα διεθνή ΜΜΕ γίνεται πολλή συζήτηση για αυτό τον ποταμό χρημάτων προς τις τράπεζες, καθώς φημολογείται ότι στις ΗΠΑ ετοιμάζεται νέο κύμα «ποσοτικής χαλάρωσης», όπως αποκαλείται ευφημιστικά το κόψιμο χρήματος, για τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους. Το καινούργιο στοιχείο είναι ότι στη λογική της «ποσοτικής χαλάρωσης» προσχωρεί και η Ε.Ε., αν και οι πολιτικοί δεν τολμούν ούτε να την ονοματίσουν, όπως λένε Αμερικανοί αναλυτές. «Το χέρι της αμερικανικής ελίτ φαίνεται όλο και περισσότερο καθημερινά στις αποφάσεις που λαμβάνονται στην Ευρώπη.
Ο Μάριο Ντράγκι, πρώην στέλεχος της Goldman Sachs, της Τριμερούς Επιτροπής και της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ, τα έχει τακτοποιήσει όλα όπως θέλει η αμερικανική ελίτ. Πρόκειται να δούμε μια μεγάλης κλίμακας ποσοτική χαλάρωση», προβλέπει ο Μπ. Τσάπμαν, συντηρητικός, πρώην χρηματιστής και νυν οικονομικός αναλυτής (International Forecaster 11/1/2012). Παρά τη σχετική αντίσταση της Μέρκελ, που γνωρίζει ότι πιθανώς αυτό θα της στοιχίσει την εξουσία, «οι ΗΠΑ, το Ην. Βασίλειο, η Γαλλία καθώς και οι αχυράνθρωποί τους Ντράγκι, Μόντι και Παπαδήμος κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση».
Ευρώπη και ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ, στην τριετία 2007-2010 έχουν ρίξει στην τραπεζική και επιχειρηματική χοάνη 16 τρισ. δολάρια, κυρίως τυπώνοντας χρήμα, τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν διοχετεύσει στο τραπεζικό σύστημα αρκετά τρισ. ευρώ. Στα τρία χρόνια της κρίσης έχουμε ακούσει επανειλημμένα να λέγεται ότι οι Αμερικανοί ακολουθούν «νεοκεϊνσιανή» επεκτατική πολιτική, ενώ οι Ευρωπαίοι νεοφιλελεύθερη. Δεν θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι δεν υπήρξαν διαφορές στην αντιμετώπιση της κρίσης μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε., η ουσία όμως παραμένει η ίδια: η πολιτική έναντι των διαφόρων κοινωνικών τάξεων ή το πώς ευνοείται μέσα στην κρίση η κυρίαρχη οικονομική τάξη και πώς φορτώνονται τα βάρη στα εργαζόμενα στρώματα.
Πολύ διαφωτιστικός, όσον αφορά αυτό το θέμα, είναι ο Τζακ Ράσμους που μας προϊδεάζει για το ποιόν της πολιτικής που σερβίρεται σήμερα στην Ελλάδα και μάλιστα ως «αντιμνημονιακό» και «αναπτυξιακό». Αναφέρει σε άρθρο του στο Zmagazine (1/2012): «Το πακέτο κινήτρων του Ομπάμα αποτελούνταν κατά 70% από περικοπές φόρων, κυρίως προς τις επιχειρήσεις. Αυτές οι περικοπές αποθησαυρίστηκαν και δεν επενδύθηκαν στις ΗΠΑ για να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Το μισό τρισ. δολάρια που διατέθηκε σε επιχορηγήσεις προς πολιτείες, σχολικές διευθύνσεις και ανέργους αποσκοπούσε στο να κερδίσει χρόνο, να συγκρατήσει την κατάρρευση της κατανάλωσης του 2008-9 μέχρι να μεταφραστούν οι φορολογικές περικοπές σε επενδύσεις… αλλά αυτό δεν συνέβη. Κάποια χρήματα πήγαν στην Ασία και αλλού και άλλα στην αγορά κερδοσκοπικών προϊόντων, ενώ τα υπόλοιπα κρατήθηκαν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε αγορές μετοχών, πληρωμές μεριδίων και εξαγορές που καταλήγουν σε ακόμη λιγότερες θέσεις εργασίας». Παρά τις φορολογικές μειώσεις τρισ. δολαρίων, οι αμερικανικές εταιρίες συνέχιζαν να κρατούν μετρητά 2-2,5 τρισ. στα τέλη του 2011. Οι πολυεθνικές έχουν αποθησαυρίσει άλλο 1,4 τρισ. δολάρια σε υπεράκτιες θυγατρικές και οι μεγάλες τράπεζες, τις οποίες η Κεντρική Τράπεζα διέσωσε με 9 τρισ. δολάρια των Αμερικανών πολιτών, συνεχίζουν να διατηρούν αποθεματικά 1,7 τρισ. δίνοντας δάνεια με το σταγονόμετρο που καταλήγουν, επίσης, σε ελάχιστες θέσεις εργασίας.
Βάσει της αμερικανικής εμπειρίας, ο Ράσμους αποδομεί τα επιχειρήματα που ακούμε καθημερινά από τηλεοράσεως, είτε αυτά αφορούν τις επιδοτήσεις προς τις τράπεζες είτε τις φοροαπαλλαγές προς τις επιχειρήσεις. Πράγματι, πόσα χρήματα πρέπει να δοθούν στους τραπεζίτες και τους μονοπωλιακούς ομίλους, ερωτά, για να επενδύσουν και γιατί να επενδύσουν όταν μπορούν κάλλιστα να βγάζουν πολλά χρήματα από την κερδοσκοπία που είναι εμπεδωμένη στο ίδιο το σύστημα;
Ο γερμανικός υπερπληθωρισμός
Οι κυβερνήσεις ψεύδονται εν γνώσει τους, λέγοντας πως η τραπεζική χρηματοδότηση θα οδηγήσει στην ανάπτυξη και την απασχόληση, αναφέρει ο Τσάπμαν. Είναι αποδεδειγμένο ότι οι παγκόσμιες τράπεζες ήταν εκείνες που ηγήθηκαν στην κούρσα της μεταφοράς της βιομηχανικής βάσης και των υπηρεσιών στις χώρες χαμηλού μισθολογικού κόστους, εκτός των ΗΠΑ και της Ευρώπης, δημιουργώντας τεράστια συμπίεση στους εγχώριους μισθούς και τα δημόσια έσοδα. Συνεπώς υπερχρέωση. Με την προπαγάνδα των ΜΜΕ, ο κόσμος ξεχνά μερικά πολύ απλά πράγματα, όπως π.χ. ότι τα κράτη δεν έχουν καμιά ανάγκη να δανείζονται από εμπορικές τράπεζες. Αντιθέτως, οι τράπεζες έχουν ανάγκη να δημιουργείται γι’ αυτές η αγορά του κρατικού δανεισμού, προκειμένου να αποκομίζουν τόκους και πολύ παχυλούς.
Όπως τονίζει ο Μάικλ Χάντσον, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μισούρι (Frankfurter Allgemeine Zeitung 6/12/2011), «οι κεντρικές τράπεζες τυπώνουν χρήματα για να δανείζουν εμπορικούς τραπεζίτες, αλλά όχι για να χρηματοδοτούν τις κρατικές δαπάνες». Η πεμπτουσία αυτού του φαινομένου είναι η ΕΚΤ και πίσω απ’ αυτήν οι Γερμανοί τραπεζίτες και οι πυροβολαρχίες του συντηρητικού Τύπου, επικαλούμενοι τον υπερπληθωρισμό του Μεσοπολέμου.
Ίσως στην τρέχουσα δημόσια συζήτηση δεν υπάρχει πιο μεγάλη παραπληροφόρηση από αυτή που αφορά τον υπερπληθωρισμό στη Γερμανία της δεκαετίας του 1920.
«Το πιο εντυπωσιακό», λέει ο Χάντσον, «είναι το πώς έχει γίνει παρωδία η γερμανική ιστορία και το πώς επαναλαμβάνεται αυτή η παρωδία, ως εάν η επανάληψη θα έκανε τους ανθρώπους να μη θυμούνται τι ακριβώς συνέβη τον 20ό αιώνα. Να ακούμε τους αξιωματούχους της ΕΚΤ να λένε ότι θα ήταν αψήφιστο για μια κεντρική τράπεζα να δανείζει την κυβέρνησή της, λόγω του κινδύνου του υπερπληθωρισμού.
Αυτό που συνέβη το 1921 δεν ήταν αποτέλεσμα του δανεισμού κυβερνήσεων από κεντρικές τράπεζες για τη χρηματοδότηση των εγχώριων δαπανών, όπως είναι τα κοινωνικά προγράμματα, οι συντάξεις ή η υγεία, δηλαδή αυτό που γίνεται σήμερα. Η υποχρέωση της Γερμανίας να πληρώσει πολεμικές αποζημιώσεις ώθησε την τράπεζα του Ράιχ να πλημμυρίσει τις αγορές ξένου συναλλάγματος με μάρκα, ώστε να μπορεί να αγοράσει στερλίνες, φράγκα και άλλα νομίσματα προκειμένου να πληρώσει τους συμμάχους – που χρησιμοποιούσαν αυτά τα χρήματα για να πληρώσουν τα διασυμμαχικά χρέη προς τις ΗΠΑ για την αγορά όπλων.
Ο υπερπληθωρισμός δημιουργήθηκε λόγω της υποχρέωσης της Γερμανίας να πληρώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις σε ξένο νόμισμα. Δεν υπήρχε καμιά δυνατότητα να συλλεχθούν αυτά τα χρήματα με εγχώρια φορολόγηση. Τη δεκαετία του 1930 αυτό ήταν ένα φαινόμενο πλήρως κατανοητό, όπως εξηγήθηκε από τον Κέινς και άλλους που ανέλυσαν τα δομικά όρια της ικανότητας αποπληρωμής εξωτερικού χρέους που επιβάλλεται, ανεξαρτήτως της δυνατότητας μιας χώρας να πληρώσει με βάση τον Προϋπολογισμό της σε εγχώριο νόμισμα».
Μια πολύ διδακτική ιστορία σε σχέση με τα δημόσια χρέη σήμερα και την επιβολή αποπληρωμής τους, με την αναγκαιότητα της στάσης πληρωμών προς τους δανειστές και την επιδιωκόμενη μετατροπή του δικαίου των ομολόγων από ελληνικό σε αγγλοσαξονικό. Τόσο διδακτική που δικαίως πάει ο νους μας ότι σκοπίμως δεν αναφέρεται ποτέ αυτή η ιστορία, αλλά επαναλαμβάνονται οι ανυπόστατες ρήσεις των κεντρικών τραπεζιτών.
Ποιες είναι οι προβλέψεις για το άμεσο μέλλον
Το ερώτημα που θέτουν πολλοί αναλυτές είναι: πόσο μπορεί να τροφοδοτείται το τραπεζικό σύστημα με κρατικό χρήμα;
Ο Πολ-Γκρεγκ Ρόμπερτς, πρώην υφυπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, θεωρεί ότι το σύστημα θα βρεθεί σε αδιέξοδο και είτε θα καταλήξει σε τραπεζικές χρεοκοπίες είτε σε πληθωρισμό. Το μόνο που εξασφαλίζει αυτή η πολιτική εις βάρος των κοινωνιών είναι η προσωρινή διάσωση των τραπεζών και η κερδοφορία τους με την παροχή δανείων ελάχιστου επιτοκίου και επιβάλλοντας στα κράτη να δανείζονται απ’ αυτές με υψηλά επιτόκια. Υπάρχουν, δε, ακόμη πιο δυσοίωνες προβλέψεις: «Εάν το πλημμύρισμα του κόσμου με χρήμα και πίστωση δεν αποδώσει κι αυτή τη φορά -και δεν θα αποδώσει και αυτοί που το κάνουν το γνωρίζουν- τότε ως κάλυψη θα έρθει ο πόλεμος. Γι’ αυτό βλέπουμε όλα αυτά στον Περσικό Κόλπο – αντιπερισπασμός και πρελούδιο πολέμου» (Τσάπμαν, ό.π.).
Σύμφωνα με τον Ράσμους, η κρίση δημόσιου χρέους της Ευρωζώνης θα σταθεροποιηθεί προσωρινά, επειδή η ΕΚΤ θα εφαρμόσει την ποσοτική χαλάρωση και εν αναμονή των διαπραγματεύσεων για το «δημοσιονομικό σύμφωνο», αλλά θα επανακάμψει με δριμύτητα στα τέλη της άνοιξης του 2012, καθώς η Ιταλία και η Ελλάδα αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αναχρηματοδότησης του χρέους και βαθαίνει η τραπεζική κρίση στη Γαλλία, τη Γερμανία και αλλού. Βάσει των υπολογισμών του, χρειάζονται πάνω από 5 τρισ. ευρώ για να αντιμετωπιστεί η κρίση χρέους. Μεγάλες τράπεζες θα χρεοκοπήσουν και θα κρατικοποιηθούν, εκ των οποίων οι πιθανότερες είναι οι Societe General, BNP Paribas, Commerzbank, Unicredit και μία ή περισσότερες αυστριακές και φιλανδικές, ενώ η γερμανική και γαλλική οικονομία θα εισέλθουν σε ύφεση, όπως και η Αγγλία, ως αποτέλεσμα ενός δεύτερου γύρου λιτότητας.
Σε πτώση των ρυθμών ανάπτυξης θα εισέλθουν η Κίνα και η Ινδία, καθώς θα συρρικνωθούν οι εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων. ια τη Βραζιλία ο Ράσμους προβλέπει ύφεση το 2012.
Οι παγκόσμιες επιπτώσεις θα είναι επιβράδυνση και συρρίκνωση του διεθνούς εμπορίου και της βιομηχανίας, λόγω της επιβράδυνσης της κινεζικής οικονομίας, της αστάθειας στην Ευρωζώνη και της αργής οικονομικής μεγέθυνσης των ΗΠΑ. Σε περίπτωση δε ευρείας τραπεζικής κρίσης στην Ευρωζώνη, οι πιθανότητες παγκόσμιας ύφεσης θα αυξηθούν σημαντικά.