Στο ορυχείο πλατίνας Marikana της Νότιας Αφρικής, που βρίσκεται περίπου 60 χλμ. έξω από το Γιοχάνεσμπουργκ και ανήκει στη βρετανικών συμφερόντων εταιρία Lonmin, πριν από περίπου 13 μέρες πραγματοποιήθηκε μια δυναμική απεργία 3.000 μεταλλωρύχων, με κύριο αίτημα την αύξηση του πενιχρού μισθού των 4.000 rand (480 δολαρίων) σε 12.500 rand (1.500 δολάρια). Αξίζει να σημειωθεί ότι η προαναφερθείσα κατηγορία εργαζομένων δουλεύει σε άθλιες συνθήκες, εκατοντάδες μέτρα κάτω από τη γη, με τις επαγγελματικές ασθένειες καθώς και τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα να αποτελούν τον κανόνα. Οι εν λόγω συνθήκες εργασίας εννοείται ότι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις αντίστοιχες των διευθυντικών στελεχών της Lonmin, οι απολαβές των οποίων αγγίζουν τα 1,2 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Lonmin, η τρίτη μεγαλύτερη εταιρία εξόρυξης και παραγωγής πλατίνας στον κόσμο, κατέχει ρεκόρ συχνών θανάτων και «πολύ κακών» συνθηκών για τους εργαζόμενούς της, σύμφωνα με έρευνα του Ιδρύματος Bench Marks. Τέλος, είναι γνωστό ότι η Νότια Αφρική είναι μια χώρα με πολλές κοινωνικές αντιθέσεις και τεράστιους φυσικούς πόρους, καθώς στο έδαφός της βρίσκονται τα 4/5 των παγκόσμιων αποθεμάτων πλατίνας.
Η εταιρία κήρυξε την απεργία παράνομη και έδωσε τελεσίγραφο στους εργαζόμενους να επιστρέψουν στις θέσεις τους, απειλώντας τους με απόλυση. Το κυβερνών εδώ και 18 έτη Αφρικανικό Εθνικό Συμβούλιο έδωσε εντολή στην αστυνομία να μεταβεί τις εγκαταστάσεις του ορυχείου και να στήσει σημεία ελέγχου και συρματοπλέγματα. Την Πέμπτη 16/8, όταν οι αστυνομικές δυνάμεις βρέθηκαν απέναντι σε 3.000 απεργούς οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει σε κορυφή κοντινού λόφου, δεν δίστασαν να ανοίξουν πυρ. Μετά από 3 λεπτά πυροβολισμών στο ψαχνό, 34 εργάτες κείτονταν νεκροί, ενώ οι τραυματίες ήταν εκατοντάδες, ξυπνώντας μνήμες σφαγών της εποχής του Απαρτχάιντ. Οι αξιωματικοί της αστυνομίας είχαν αναφερθεί στην ημέρα ως «D-Day» και είχαν δηλώσει εκ των προτέρων ότι θα χρησιμοποιήσουν τη «μέγιστη δύναμη».
Ο πρόεδρος Τζέικομπ Ζούμα ανακήρυξε εθνικό πένθος, αλλά απέφυγε να σχολιάσει τις τακτικές της αστυνομίας. Η παραγωγή στο ορυχείο φυσικά σταμάτησε, ενώ η Lonminέστειλε νέο τελεσίγραφο στους απεργούς να επιστρέψουν στην εργασία τους μέχρι τη Δευτέρα, εντολή που οι εξοργισμένοι μεταλλωρύχοι φυσικά δεν υπάκουσαν. Πάνω από 250 απεργοί συνελήφθησαν και παραμένουν κρατούμενοι, χωρίς οι οικογένειές τους να γνωρίζουν τίποτα για την τύχη τους. Επίσης, πριν τη σφαγή της Πέμπτης, δέκα άνθρωποι είχαν ήδη πεθάνει στις διαμάχες, μεταξύ των οποίων δύο αστυνομικοί, δύο φύλακες και σύμφωνα με πληροφορίες τρεις υπάλληλοι της NUM (Εθνική Ένωση Ανθρακωρύχων) που στοχοποιήθηκαν ως όργανα της Lonmin.
Φωνές από τα έγκατα της γης
Οι κοινότητες που περιστοιχίζουν την εξορυκτική ζώνη της Marikana αποτελούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα εργαζόμενων που διαβιούν σε τραγικές συνθήκες, αλλά ξεκινούν έναν δύσκολο και μακρύ αγώνα για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας τους. Όπως δήλωσε στο BBC μια νεαρή κάτοικος του χωριού Wonderkop, που βρίσκεται εξαιρετικά κοντά στο ορυχείο, «οι δύο αδελφές μου εργάζονται στο ορυχείο. Τα πράγματα γίνονται χειρότερα μέρα με την ημέρα. Παρακολουθούσα μια από τις φίλες μου χθες η οποία αφού έψαχνε για 3 μέρες, έμαθε ότι ο 22χρονος γιος της ήταν νεκρός. […] Οι εργαζόμενοι στο ορυχείο ζητούσαν εδώ και πολύ καιρό αύξηση μισθών… Το πλήθος πρέπει να είχε πραγματικά εξοργιστεί αφού κανένας δεν άκουγε τα αιτήματά τους. Η Lonmin έπρεπε να παρέμβει εδώ και πολύ καιρό. Ήξεραν για τα παράπονα των ανθρακωρύχων, ήξεραν για την απεργία, οι εργαζόμενοι ήθελαν να διαπραγματευθούν με τη διοίκηση, αλλά οι διευθυντές δεν παρενέβησαν και ήταν εξαφανισμένοι. Δεν έχουμε ασφάλτινους δρόμους, και έκοψαν την παροχή νερού την ημέρα. Τώρα απειλούν τους εργαζόμενους ότι αν δεν επιστρέψουν στην εργασία τους θα χάσουν τη δουλειά τους. Ανησυχώ για τις αδελφές μου. Υπάρχει ακόμη πολλή ένταση. Υπάρχει αστυνομία εκεί, αλλά δεν βρίσκεται για την προστασία της ζωής των ανθρώπων, αλλά για την προστασία της ιδιοκτησίας του ορυχείου… Είμαστε τόσο θυμωμένοι. Η Lonmin δεν μας αντιμετωπίζει σαν ανθρώπους, δεν έχει κάνει τίποτα για την τοπική κοινωνία. Δεν έχουμε ούτε επαρκή παροχή νερού. Παίρνουν την πλατίνα μας για να πλουτίσουν, αλλά πού είναι τα χρήματα που υποσχέθηκαν; Οι νέοι μας είναι άνεργοι».
Κόντρα στον υποταγμένο συνδικαλισμό
Πρωταγωνιστής στην απεργία, όπως και σε άλλες μαχητικές κινητοποιήσεις στο παρελθόν, είναι το συνδικάτο AMCU (Συνδικάτο Εργατών Ορυχείων και Κατασκευών) με πρόεδρο τον Joseph Mathunjwa. Ένα ταχέως αναπτυσσόμενο και σχετικά νέο συνδικάτο, που δημιουργήθηκε από δυσαρεστημένα μέλη του κυρίαρχου συνδικάτου στο χώρο των ορυχείων το NUM (Εθνική Ένωση Ανθρακωρύχων). Ο καθεστωτισμός, οι στενές σχέσεις του NUM (το οποίο υπερασπίστηκε εμμέσως την αστυνομία κατά τη σφαγή), οι στενές σχέσεις του με το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο και η αδιαφορία του για τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων που εκπροσωπεί, οδήγησε στη δημιουργία του ανεξάρτητου και μαχητικότερου AMCU, το οποίο τείνει να κυριαρχήσει στην νοτιοαφρικάνικη «πλατινένια εξορυκτική ζώνη».
Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι η εργατική τάξη της Νοτίου Αφρικής είναι παρούσα και έχει πολλούς αγώνες μπροστά της. Και είναι επίσης σίγουρο, ότι στους αγώνες της θα έρθει αντιμέτωπη με την συμμαχία ντόπιων κεφαλαιούχων, πολυεθνικών εταιριών, πολιτικής τάξης και κατασταλτικών μηχανισμών.