Στον Πύργο, εδώ και μια βδομάδα, χτυπάει η καρδιά του 22ου Φεστιβάλ κινηματογράφου Ολυμπίας, για παιδιά και νέους, με 86 ταινίες, από 59 χώρες, στο Διαγωνιστικό και άλλα 30 ντοκιμαντέρ στο 4ο Kids & Docs στην Αμαλιάδα, καθώς και πλήθος εργαστήρια και σεμινάρια, ανάμεσά τους και του εμβληματικού Κώστα Φέρρη, τιμώμενου προσώπου φέτος, ενώ το εργαστήριο δημιουργικών ιδεών για επαγγελματίες κινηματογραφιστές έρχεται να ενισχύσει τη σχεδόν ανύπαρκτη, στη χώρα μας, παραγωγή παιδικών ταινιών.

Σ’ αυτό το φεστιβάλ με παιδαγωγικό και κοινωνικό όραμα, με μεγάλο αντίκτυπο στη διαμόρφωση κινηματογραφικής παδείας, στα παιδιά της περιοχής, ζωντανό κομμάτι αποτελεί η Camera Zizanio, με επικεφαλής τον σκηνοθέτη Νίκο Θεοδοσίου, όπου μαθητές της περιοχής, με την επίβλεψη έμπειρων κινηματογραφιστών, σκηνοθετούν, γράφουν, ερμηνεύουν και μοντάρουν μόνοι τους απίθανα ολιγόλεπτα «ντέιλι νιουζ», διασκεδαστικά ταινιάκια που αποτυπώνουν με κέφι και χιούμορ τον καθημερινό παλμό του φεστιβάλ, για να προβληθούν το ίδιο βράδυ μπροστά σε συμμαθητές, συγγενείς και συμπολίτες.

Αξίζει να σημειώσουμε, ότι κάθε, μα κάθε φορά που εμφανίζεται η φιγούρα του Δημήτρη Σπύρου, καλλιτεχνικού διευθυντή και ψυχής του Φεστιβάλ Ολυμπίας, στο κινούμενο σχέδιο-σήμα του φεστιβάλ, που προβάλλεται και από την ΕΡΤ, δημιούργημα του Δανού Γιανίκ Αστρούπ, σε μουσική του «Λιλιπουπολίτη» Νίκου Κυπουργού, η αίθουσα πάλλεται από παρατεταμένο χειροκρότημα, συγκινητική ένδειξη αναγνώρισης του εμπνευστή αυτού του ουσιαστικού εγχειρήματος.

Τέλος, αξίζει να επισημάνουμε τη θετική παρέμβαση του νεαρού σε ηλικία, νέου αντιπεριφερειάρχη, με σχέδια και προτάσεις σε ουσιαστικό διάλογο με τους παράγοντες του φεστιβάλ, για τη διαμόρφωση του παλιού σταφιδεργοστασίου του ΑΣΟ, ώστε να εξυπηρετήσει τη στέγαση και επέκταση του φεστιβάλ, με δέσμευση υλοποίησης εντός της τετραετίας.

Ξεχωρίσαμε να σχολιάσουμε δύο από τις ταινίες με ισχυρό κοινωνικό ρόλο του Διαγωνιστικού.

Με νατουραλιστική διάθεση, που πατάει στην παράδοση του ανθρωποκεντρικού σινεμά που χάραξε ο Σατγιαζίτ Ρέι, η αυτοδίδακτη Ινδή Ρίμα Ντας γράφει το σενάριο, σκηνοθετεί, μοντάρει και διευθύνει τη φωτογραφία στην ευαίσθητη ταινία «Η Μπουλμπούλ μπορεί να τραγουδήσει».

Η Μπουλμπούλ, μια συνεσταλμένη έφηβη με πολύχρωμα λουλουδάτα φορέματα, παρά την καθημερινή εξάσκηση με τον πατέρα της στα παραδοσιακά τραγούδια, δεν τολμά να τον συνοδεύσει στις εκδηλώσεις του χωριού. Προτιμά να σεργιανάει στους αγρούς με την κολλητή της και τον θηλυπρεπή φίλο τους, να ερωτοτροπούν με τους συμμαθητές στα ανθισμένα λιβάδια και να ποζάρουν στο φωτογραφικό φακό. Καλωσορίζουν όλο γέλια την καταρρακτώδη βροχή, αλλά η οπισθοδρομική κλειστή κοινωνία του χωριού δεν ανέχεται ερωτοτροπίες. Μια ομάδα πρεσβύτερων τους ξυλοφορτώνει δημόσια, με τη σκυτάλη του συνετισμού να περνά στην οικογένεια και στο σχολείο, με παραδειγματικές τιμωρίες, επειδή αγνόησαν το ταμπού του σαρκικού έρωτα σ’ αυτή την ηλικία, εκτός γάμου. Αυτή η αντίδραση διαλύει την όμορφη συντροφιά που νιώθει φόβο και ντροπή. Η Μπουλμπούλ, μετά τον τραγικό εκούσιο πνιγμό της κολλητής της, απαρνείται κάθε ερωτική επιθυμία και απομονώνεται. Σιγοτραγουδάει στη βροχή για τη φίλη της, μετατρέποντας τον πόνο σε τραγούδι, όταν ανακαλύπτει πως το ουράνιο τόξο βγαίνει μονάχα μετά τη βροχή.

Η εθνογραφική διάθεση των σκηνών με τις γυναικείες χειρονακτικές δουλειές και το συλλογικό ψάρεμα, θυμίζοντας τους εξωτικούς πίνακες του Πωλ Γκωγκέν, αλλά και η ποιητική απεικόνιση των νεαρών κοριτσιών που φλερτάρουν στα χωράφια, ανάμεσα σε μοσχαράκια και γουρουνάκια, υποδηλώνοντας το εύθραυστο της νεανικής ψυχής, μετά την ωρίμανση μέσα από ένα τραυματικό γεγονός δίνουν τόπο προς ένα σύγχρονο κοινωνικό ρεαλισμό, που τελευταία υπερισχύει στο ινδικό σινεμά, όπως στο «Δικαστήριο» (2014) του Τσαϊτάνια Ταμπάνε.

Σε πρώιμο ερωτικό σκίρτημα αναφέρεται και η πρωτότυπη γαλλική ταινία «Ντανιέλ», της Μαρίν Ατλάν.

Ο 10χρονος Ντανιέλ ή Ντανί αντιλαμβάνεται ότι τον μαγνητίζει κυριολεκτικά η παρουσία της συμμαθήτριάς του Μάρτ. Κατά τις πρόβες για μια φιλόδοξη χορευτική παράσταση -τύπου Πίνα Μπάους- και ενώ οι δάσκαλοι σχεδιάζουν άσκηση για αντιμετώπιση ένοπλης εισβολής στο σχολείο, ο Ντανί εισχωρεί κατά λάθος στα αποδυτήρια, τη στιγμή που η Μαρτ αλλάζει. Παγωμένος στη σκέψη να γίνει αντιληπτός, την κρυφοκοιτάζει κρυμμένος, καθώς γδύνεται ανυποψίαστη, γεμάτος ανάκατα συναισθήματα σαγήνης, επιθυμίας, ντροπής και ενοχής. Η Μάρτ τον ανακαλύπτει οργισμένη και ο Ντανί αποχωρεί ντροπιασμένος, ψάχνοντας σε όλη τη διάρκεια της πρόβας ευκαιρία να ζητήσει συγγνώμη, τη στιγμή που οι σειρήνες συναγερμού για την άσκηση βουίζουν δαιμονισμένα, ενώ στη συνέχεια και το κορίτσι ανακαλύπτει τον ερωτισμό του, μέσα από το βλέμμα του αγοριού πάνω της, καθώς κοιτιέται στον καθρέφτη.

Πατώντας στην ηδονοβλεπτική φύση του ίδιου του σινεμά, η πρωτότυπη αυτή ιστορία για την αμηχανία της πρώιμης σεξουαλικότητας αποτυπώνει με συγκλονιστικό τρόπο το ερωτικό παιχνίδι των βλεμμάτων δύο παιδιών, μέσα από μια πρόβα χορού και υπό το κλίμα μιας εξωτερικής απειλής, εντός σχολικής κοινότητας, καθιστώντας τη συνειδητοποίηση του ερωτισμού, κατά το πέρασμα προς την ενηλικίωση, αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Εμπνευσμένο σεναριακό εύρημα αποτελεί και η εκπληκτική σκηνή, όπου ο λιγομίλητος Ντανί επιχειρεί να εκφράσει λεκτικά το πρωτόγνωρο αυτό συναίσθημα στον κολλητό του, χορεύοντας ταγκό.

Οι απαιτητικές χορευτικές κινήσεις πάθους και πόνου προκαλούν ενδιαφέρουσα αντίθεση με τη «μεγαλίστικη» κινησιολογία που εκτελούν με σοβαρότητα τα παιδιά, υπό την καθοδήγηση του οραματιστή δάσκαλου χορού, που αγωνιά να τους μεταδώσει άγνωστα συναισθήματα, καθώς δεν κατανοούν την υπαρξιακή βαρύτητα που καλούνται να εκφράσουν κινησιολογικά, υπό τη μουσική ενός λίντερ του Σούμπερτ. Στα χνάρια του «Ανάμεσα στους τοίχους» (2008) του Λοράν Καντέ, και η Ατλάν αναπτύσσει το πολυσύνθετο θέμα της στον πυρήνα της διαλεκτικής της παιδείας, εντός σχολικής κοινότητας, δημιουργώντας μια συγκινητική ρομαντική ταινία, με τόλμη και ψυχή.

Στο Διαγωνιστικό μικρού μήκους κινουμένου σχεδίου παρουσιάστηκε σε παγκόσμια πρεμιέρα η νέα ταινία του 78χρονου Δανού σκηνοθέτη κινουμένων σχεδίων Γιανίκ Αστρούπ («Το παιδί που ήθελε να γίνει αρκούδα» / 2003), τον οποίο τιμά φέτος το φεστιβάλ, με προβολή έξι ταινιών του, σε ειδικό αφιέρωμα.

Με τίτλο «Οι Αδαείς», ο Αστρούπ επικεντρώνεται σε όσους επιμένουν να αγνοούν τους χιλιάδες μετανάστες που πνίγονται στην προσπάθεια να προσεγγίσουν τις ευρωπαϊκές ακτές. Με μεικτή τεχνική, οι πραγματικές φωτογραφίες πλοιαρίων, γεμάτων μετανάστες που πηδούν απελπισμένοι στο νερό, παρουσιάζονται ανετάριστες και μπλέκονται με σχέδια νερομπογιάς σε ένα μακάβριο, αλλά βαθιά συγκλονιστικό κινούμενο σχέδιο, με τα γκριζωπά φαντάσματα χιλιάδων νεκρών μεταναστών.

Στο 4ο Διαγωνιστικό Kids & Docs, στο ντοκιμαντέρ «Χάλκινα ίχνη ενός ονείρου», του Ιρανού Ρεζά Φαραχμάντ, μια παρέα μικρών παιδιών προσπαθεί να επιβιώσει σε μια ισοπεδωμένη πόλη της Συρίας, ενω στο ντοκιμαντέρ «Καμπούλ, πόλη στον άνεμο», του Αφγανικής καταγωγής Αμπουζάρ Αμινί, καταγράφεται η καθημερινότητα της Καμπούλ. μέσα από τις διαδρομές σε χωματόδρομους ενός απελπισμένου οδηγού λεωφορείου και δυο μικρών αδερφών, που παίζουν ποδόσφαιρο με ένα τενεκεδάκι στο λασπωμένο χωματόδρομο.

* Η Ιφιγένεια Καλαντζή, θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, [email protected]

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!