Προεκλογική περιοδεία Μέρκελ στην ελληνική αποικία της με υποσχέσεις για στήριξη της «επιτυχούς λιτότητας» και για εφαρμογή μοντέλου Ανατολικής Γερμανίας. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
«Αν υπάρχει πραγματική διάθεση να καταδικαστεί η σημερινή τρομοκρατική επίθεση στο κέντρο της πόλης, όσοι υπερασπίζονται τους δημοκρατικούς θεσμούς πρέπει να τις ακυρώσουν (σ.σ. τις διαδηλώσεις για την επίσκεψη Μέρκελ). Αλλιώς θα εγκριθεί μαζικά και πανηγυρικά το σημερινό τρομερό περιστατικό».
Αυτό έγραφε προχθές στην ηλεκτρονική έκδοση του Βήματος συντάκτης της εφημερίδας (Δ. Ψυχογιός), ως αντίδραση στη βομβιστική επίθεση. Θέση ακραία ακόμη και για τα δεδομένα μιας καθεστωτικής εφημερίδας, αλλά χαρακτηριστική ενός υπερβάλλοντος ζήλου στα όρια της υστερίας με τον οποίο το πολυάνθρωπο σύστημα ενημέρωσης λειτούργησε ως στρατός προπαγάνδας στο σόου της «αλλαγής σελίδας».
Από την Τετάρτη, οπότε ανακοινώθηκε η «συμβολική» έξοδος της χώρας στις αγορές, μέχρι χθες, οπότε ήρθε η Γερμανίδα καγκελάριος στην Αθήνα για να προσθέσει την Ελλάδα στο πετράδι του αυτοκρατορικού της στέμματος, ο συντονισμός εγχώριων και διεθνών ΜΜΕ στην προβολή του νεκραναστημένου ελληνικού success story ήταν εντυπωσιακός. Ελάχιστες οι αποκλίσεις, χαμηλόφωνες οι κριτικές υποσημειώσεις.
«Επιτυχής λιτότητα»
Η Άνγκελα Μέρκελ ήρθε για περίπου 8 ώρες στην Αθήνα, αλλά δεν είπε και δεν έκανε τίποτα πέρα από τα αναμενόμενα. Μίλησε σε ομάδες νέων και μεσαίων επιχειρηματιών με αυστηρά ελεγχόμενη σύνθεση, συμφώνησε με την κυβέρνηση στη δημιουργία του προαναγγελθέντος Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου με «μαγιά» 100 εκατ. ευρώ και, κυρίως, έδρεψε τις δάφνες της επιτυχίας της: η Ελλάδα, μετά την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Ισπανία, είναι το ύστατο επιχείρημα υπέρ της αποτελεσματικότητας της ακραίας λιτότητας που επέβαλε παραδειγματικά στις μνημονιακές χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην επίσημη ανακοίνωση της γερμανικής καγκελαρίας ενόψει της επίσκεψης Μέρκελ, αναφέρεται ρητά και κυνικά ότι «η καγκελάριος συναντάται με τον Έλληνα πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά προκειμένου να επαινέσει τη συνεπή μεταρρυθμιστική πορεία της κυβέρνησής του. Η επίσκεψή της όμως είναι και ένα μήνυμα ότι η γερμανική κυβέρνηση θα συνεχίσει να στηρίζει τα επιτυχή μέτρα λιτότητας της Ελλάδας». Το ΑΠΕ έκανε τη φιλότιμη προσπάθεια να μετριάσει την αναφορά διορθώνοντας τη «λιτότητα» σε «εξυγίανση», αλλά η γερμανική γραφειοκρατία δεν χρειάζεται μεταφραστικές, διπλωματικές αβρότητες.
Άλλωστε, η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ, που κάλεσε τους νέους επιχειρηματίες οι οποίοι επιλέχθηκαν για το θεατρικό forum «να μη φοβούνται και να μιλήσουν ελεύθερα», μίλησε και η ίδια ελεύθερα για το όραμά της για την Ελλάδα. Κι αυτό ήταν ίσως το πιο ενδιαφέρον και πιο αποκαλυπτικό στοιχείο της επίσκεψής της. «Έχω συναίσθηση του βάρους που σηκώνετε», είπε η καγκελάριος, παρομοιάζοντας ευθέως την Ελλάδα με την Ανατολική Γερμανία και τις δυσκολίες της επανένωσής της. «Σήμερα εμείς οι Γερμανοί έχουμε ξεπεράσει τα προβλήματα του παρελθόντος από τη συνένωση. Το ίδιο θα γίνει και στη χώρα σας».
Ανατολικογερμανικό όραμα
Η αφοπλιστική ειλικρίνεια της Μέρκελ είναι εξαιρετικά χρήσιμη. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ανατολική Γερμανία προβάλλεται ως μοντέλο «μεταρρύθμισης» για την Ελλάδα. Στα πρότυπά της στηρίχθηκε η Ελληνογερμανική Συνεργασία από το 2011, μια διακρατική συμφωνία μεταφοράς «μεταρρυθμιστικής τεχνογνωσίας», αλλά κυρίως η λειτουργία του ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο συγκεντρώθηκε όλη η ακίνητη και κινητική περιουσία του Δημοσίου που προσφέρεται για ιδιωτικοποιήσεις –πλιάτσικο. Το ΤΑΙΠΕΔ είναι μια «μετενσάρκωση» της γερμανικής εταιρείας Treuhand (που σημαίνει «εμπιστοσύνη»), στην οποία περιήλθαν το 1990 όλα τα περιουσιακά στοιχεία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, από επιχειρήσεις και ακίνητα, μέχρι σχολεία και νοσοκομεία, συνολικής αξίας περίπου 300 δισ. ευρώ. Στα 4 χρόνια λειτουργίας της η Treuhand ξεπούλησε περίπου 14.500 επιχειρήσεις, έκλεισε 3.500, άφησε χωρίς δουλειά 2,5 εκατ. Ανατολικογερμανούς, και κατέληξε με ένα έλλειμμα ύψους 150 δισ. ευρώ (αναλυτικά βλέπε ρεπορτάζ Δρόμου φ. 67, τον Μάιο του 2011).
Αυτή την καταστροφική «μεταρρύθμιση» στην Ανατολική Γερμανία, που εκτίναξε το κόστος της επανένωσής της στα 1,6 τρισ. ευρώ, αργότερα κλήθηκε να την πληρώσει όλη η Ε.Ε., με την εσπευσμένη υιοθέτηση του ευρώ.
Προεκλογική καμπάνια
Η Γερμανίδα καγκελάριος δεν μπήκε, φυσικά, σε λεπτομέρειες για την ανατολικογερμανική εμπειρία, ούτε δέχθηκε κάποια σχετική ερώτηση από τους προσεκτικά επιλεγμένους startuppers επιχειρηματίες. Ο σκοπός της επίσκεψής της ήταν εξόφθαλμα πολιτικός και δη προεκλογικός, ενώ η σκηνοθεσία της «θριαμβικής» επιστροφής στις αγορές, μια μέρα πριν, ήταν χονδροειδέστατη, αν και επιβεβαιωτική του αποφθέγματος Σαμαρά ότι οι άλλοτε «υποχθόνιες» αγορές σήμερα είναι «ο πιο αντικειμενικός κριτής» του ελληνικού success story. Οι αγορές, δηλαδή τα πιο κερδοσκοπικά και επιθετικά κεφάλαια που εκκινούν από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις του κόσμου, στην παρούσα φάση ψηφίζουν δαγκωτό Μέρκελ. Δηλαδή επιβραβεύουν τη συνταγή της ακραίας και αιώνιας λιτότητας στην Ευρωζώνη η οποία ανατιμά το ευρώ και, ελλείψει εναλλακτικής στις ΗΠΑ και στις αναδυόμενες αγορές, καθιστά ελκυστικά ακόμη και τα ομόλογα του ευρωπαϊκού Νότου.
Με σύμμαχο αυτές τις αγορές, τις οποίες κατά καιρούς η ίδια η γερμανική ηγεσία κατακεραύνωνε, η Άνγκελα Μέρκελ επιχειρεί να ανασυντάξει υπό την ηγεμονία της όλη την νεοφιλελεύθερη και σοσιαλφιλελεύθερη ελίτ της Ε.Ε. ενόψει των εκλογών του Μαΐου. Απευθυνόμενη κατ’ αρχάς στο γερμανικό ακροατήριο, μετά την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία, περιλαμβάνει και την Ελλάδα στη συλλογή των «επιτυχιών» της. Απευθυνόμενη στο πανευρωπαϊκό ακροατήριο εμφανίζει την πολιτική που επέβαλε σε όλη την Ευρώπη ως μονόδρομο, και επιχειρεί να περιορίσει την εκλογική καταγραφή όσων χαρακτηρίζονται «ευρωσκεπτικιστές» και να εμφανίσει συνετή, αποτελεσματική, οικεία και τελικά αποδεκτή τη γερμανική ηγεμονία στην Ε.Ε. και την πλήρη αποικιοποίηση της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Απευθυνόμενη, τέλος, στη διεθνή πολιτική ελίτ, επιχειρεί να αποκρούσει τις πιέσεις για χαλάρωση της δημοσιονομικής λιτότητας στην Ευρώπη.
Η ευκαιρία Σαμαρά
Αυτά αφορούν την προεκλογική εκστρατεία της κ. Μέρκελ. Το ερώτημα είναι αν απ’ αυτήν μπορεί να αποκομίσει όφελος και η κυβέρνηση Σαμαρά στον δικό της αγώνα εκλογικής επιβίωσης. Η ίδια η Μέρκελ, πέρα από τους επαίνους και τη θερμή πολιτική στήριξη, δεν ξέφυγε από το πρωτόκολλο στις αναφορές για το πώς και πότε θα γίνει η συζήτηση για το ελληνικό χρέος ή για την ανάγκη να συνεχιστούν οι «μεταρρυθμίσεις», δηλαδή η σκληρή λιτότητα για την οποία ο Σαμαράς θέλει να δημιουργήσει προσδοκίες χαλάρωσης. Από κοντά και το ΔΝΤ δεν απέφυγε τον πειρασμό να διατυπώσει την εκτίμηση ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί πρόσθετη χρηματοδότηση, την ώρα που ο Σαμαράς ενώπιον Μέρκελ απέκρουε το ενδεχόμενο τρίτου δανείου.
Έτσι, για την κυβέρνηση απομένει κυρίως το ενδεχόμενο όφελος του επικοινωνιακού πογκρόμ «θετικών» εξελίξεων, ειδήσεων, εκτιμήσεων και δηλώσεων που με θαυμαστή διεθνή ενορχήστρωση προέκυψαν τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Όλα κινούνται στη σφαίρα της εικονικής πραγματικότητας που φιλοτεχνούν κυβέρνηση και ευρωπαϊκή ελίτ. Ωστόσο, η ισχύς και η επίδραση στην κοινή γνώμη αυτού του προπαγανδιστικού πογκρόμ δεν θα πρέπει καθόλου να υποτιμηθεί. Όταν για ευρύτατα στρώματα η ελπίδα έχει στραγγίξει, το «κάτι» φαίνεται καλύτερο από το «τίποτα».