Ήδη το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στις μετεκλογικές επιλογές της Μέρκελ
του Ερρίκου Φινάλη
Καθώς πλησιάζουμε την 24η Σεπτεμβρίου, μέρα της κάλπης στη Γερμανία, η προεκλογική περίοδος παραμένει βαρετή. Όπως βαρετό ήταν και το υποτιθέμενο ντιμπέιτ μεταξύ των επικεφαλής των δύο μεγάλων κομμάτων, της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ και του σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς. Αφού αποκλείστηκαν δημοκρατικότατα οι εκπρόσωποι όλων των υπόλοιπων κομμάτων, η επικυρίαρχος και ο υποτιθέμενος αντίπαλος της περιορίστηκαν σε μια ευγενική συζήτηση που προκαλούσε χασμουρητά. Κάποιες στιγμές βέβαια ο Σουλτς θυμήθηκε το… αντινεοφιλελεύθερο πρόγραμμά του, αλλά η Μέρκελ αντέδρασε γαλήνια και με καλυμμένη ειρωνεία: ήταν σαν να έλεγε στον επικεφαλής του κόμματος με το οποίο συγκυβερνά αρμονικά «μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια». Διότι είναι γεγονός ότι εδώ και χρόνια δεν υπήρξε ούτε ένα βασικό ζήτημα στο οποίο το SPD να παζάρεψε έστω μια λίγο πιο διαφορετική προσέγγιση από αυτήν που είχε επιλέξει η Μέρκελ. Γι’ αυτό και ο Σουλτς δεν επέμεινε πολύ…
Ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ήταν και οι δύο χαλαροί, είναι το γεγονός ότι τίποτα ουσιαστικό δεν διακυβεύεται. Η Μέρκελ θα είναι η επόμενη καγκελάριος, και πιθανότατα ο μόνος πονοκέφαλός της επί του σχηματισμού κυβέρνησης θα είναι να επιλέξει μεταξύ των προσφερόμενων μνηστήρων: Επανάληψη του Μεγάλου Συνασπισμού με τους σοσιαλδημοκράτες, χάρη στον οποίο εφαρμόζει όσο πιο απρόσκοπτα γίνεται την πολιτική της εντός και εκτός Γερμανίας; Ή μήπως με τους φανατικούς νεοφιλελεύθερους του FDP; Σ’ αυτήν την περίπτωση μάλλον θα χρειαστεί η στήριξη και των πάλαι ποτέ ριζοσπαστών Πράσινων, που ήδη διαλαλούν ότι όλα τα σφάζουν κι όλα τα μαχαιρώνουν για λίγες έστω υπουργικές καρέκλες. Άλλωστε το όνειρο για μια πιο «προοδευτική» συγκυβέρνησή τους με τους σοσιαλδημοκράτες ήταν στιγμιαίο, αφότου η υποψηφιότητα Σουλτς ξεφούσκωσε σε χρόνο-ρεκόρ.
Το μοναδικό σασπένς αυτών των εκλογών συνίσταται στο ερώτημα σχετικά με το ποιο από τα 4 «μικρά» κόμματα θα καταλάβει την τρίτη θέση, καθώς όλα τους εμφανίζουν κοντινά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις. Εάν βέβαια τρίτο βγει ένα από τα δύο «άκρα»… απλώς δεν μετράει. Όλα τα κόμματα έχουν δηλώσει επισήμως ότι δεν θα συνεργαστούν με την ακροδεξιά και ξενοφοβική Εναλλακτική για τη Γερμανία. Η δε Αριστερά θεωρείται σχεδόν εξίσου λεπρή, παρόλο που έχει δώσει δείγματα «ευθύνης» σε κρατίδια όπου συγκυβερνά με άλλα κόμματα: το CDU/CSU και το FDP έχουν αποκλείσει επισήμως κάθε πιθανότητα συνεργασίας μαζί της, ενώ το SPD και οι Πράσινοι, πιο διπλωμάτες, απλά αφήνουν να εννοηθεί το ίδιο. Έτσι στην πραγματικότητα ο αγώνας δρόμου (ή μάλλον, η μάχη για την πιθανότητα της υπουργικής καρέκλας) αφορά μόνο το FDP και τους Πράσινους.
Τι θέση για τη Γερμανία στη διεθνή αρένα;
Αλλά όσο βαρετές κι αν είναι αυτές οι εκλογές, η επόμενη μέρα συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των πάντων. Όχι για το ποιον μνηστήρα θα επιλέξει η Μέρκελ από τη μετεκλογική βεντάλια, αλλά για το ποια πολιτική θα υιοθετήσει στα μεγάλα διεθνή και ευρωπαϊκά προβλήματα αφού απαλλαγεί από τις συμβατικότητες που επιβάλει η προεκλογική καμπάνια. Παγκοσμιοποίηση, μεταναστευτικό, σχέσεις με ΗΠΑ και Ρωσία, διαχείριση της Ε.Ε.: τα προβλήματα είναι πολλά και μεγάλα. Η Μέρκελ γνωρίζει ότι, όσον αφορά το στρατόπεδο της παγκοσμιοποίησης, είναι πια η μοναδική ηγετική παρουσία της Δύσης. Αλλά ο αντίθετος πόλος του στρατοπέδου (και κυρίως η Κίνα) διεκδικεί τώρα ανοιχτά να ηγεμονεύσει σε ένα πεδίο που υποτίθεται ότι αποτελούσε βασικά δυτική πρωτοβουλία και υπόθεση, πρωτοστατώντας αυτός πλέον στην καταγγελία του «προστατευτισμού» και στην υπεράσπιση του «ελεύθερου εμπορίου».
Αλλά και σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, η Μέρκελ κατανοεί ότι δεν έχει τις δυνατότητες να αμφισβητήσει τον ευρωατλαντισμό – ιδίως όσο η τραγική κατάσταση της Ε.Ε., με τις κεντρόφυγες τάσεις και την κρίση διαρκείας, δεν επιτρέπει έστω και τη σκέψη μιας πιο ανεξάρτητης από την Ουάσιγκτον «ευρωπαϊκής» πολιτικής υπό γερμανική ηγεμονία. Από την άλλη, ο Τραμπ, αν και κάθε άλλο παρά αδιαμφισβήτητος ηγέτης και εκφραστής των συμφερόντων των ΗΠΑ, δεν δείχνει διατεθειμένος να επιτρέψει στη γερμανική εξαγωγική οικονομία να «καταστρέφει αμερικανικές θέσεις εργασίας». Θα αρκεστεί η καγκελάριος στην αναγνώριση από τις ΗΠΑ ενός πρωταγωνιστικού λόγου της Γερμανίας μόνο εντός Ευρώπης, και πάλι υπό τον όρο συμμόρφωσης με την αντιρωσική εκστρατεία της Ουάσιγκτον;
Το αγκάθι της Ε.Ε. και το πλήθος των προθύμων
Όμως και εντός αυτών των ορίων, δεν είναι ακόμη σαφές το σχέδιό της για τον τρόπο διαχείρισης της Ε.Ε. και της κρίσης της, όπως και της «μεταναστευτικής απειλής», που περιλαμβάνει την αποσαφήνιση των δύσκολων σχέσεων με την Τουρκία του Ερντογάν (ο οποίος δεν δίστασε τον προηγούμενο μήνα να καλέσει τους τουρκικής καταγωγής ψηφοφόρους να μαυρίσουν την Μέρκελ, τον Σουλτς και τους Πράσινους!). Η αναβίωση ενός «παραδοσιακού» γαλλογερμανικού άξονα, πιθανά με την προσθήκη Ισπανίας και Ιταλίας, ίσως να μείωνε δραστικά τις όποιες αντιδράσεις στην πολιτική της – αλλά πέρασε ο καιρός που μια τέτοια επιλογή εξαρτιόταν μόνο από αυτήν. Η δυσκολία διαχείρισης επιτείνεται εξάλλου από το Brexit αλλά και τις πρόσθετες περιπλοκές με τους ανατολικούς (και στοιχημένους πίσω από τις ΗΠΑ) εταίρους της: Πολωνία, Ουγγαρία και όχι μόνο.
Τουλάχιστον μπορεί να είναι ήσυχη ότι συνωστίζονται ήδη έξω από την καγκελαρία οι «αντίπαλοί της» στις επερχόμενες εκλογές, πρόθυμοι να της βάλουν πλάτη. Πάντα για το καλό της δημοκρατικής Γερμανίας. Για τους απρόθυμους θα φροντίσει μάλλον ο νυν χριστιανοδημοκράτης υπουργός Εσωτερικών, που θεωρείται επιτυχημένος και προσβλέπει σε ανανέωση της θητείας του στο ίδιο πόστο. Αυτός μεταξύ άλλων πρότεινε να φορούν υποχρεωτικά βραχιολάκι εντοπισμού όσοι έχουν καταγραφεί ως «ριζοσπαστικοποιημένοι». Όταν με το καλό, ίσως στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, θα έχει ενταχθεί και η Εναλλακτική για τη Γερμανία στο «δημοκρατικό τόξο» (αν η επιχειρούμενη υπευθυνοποίηση δεν της στερήσει την εκλογική της βάση), μπορεί να προταθεί και κάτι πιο μόνιμο. Για παράδειγμα μια ανεξίτηλη σφραγίδα με αριθμό ταυτοποίησης στο χέρι. Άλλωστε η σχετική τεχνογνωσία υπάρχει και εφαρμόστηκε μαζικά πριν από 7-8 δεκαετίες.