Το είπαν «11/9 της διπλωματίας». Ο λόγος για τις διαρροές 251.287 απόρρητων αναφορών/τηλεγραφημάτων από 250 πρεσβείες και προξενεία των ΗΠΑ σε ολόκληρο τον κόσμο που έδωσε στη δημοσιότητα ο γνωστός ιστότοπος Wikileaks.
Το παλαιότερο ήταν του 1966, αλλά ο μεγάλος όγκος των διπλωματικών εγγράφων αφορούσε τα έτη 2008 και 2009. Αυτό οφείλεται στο ότι διακινούνται, μέσω του τεράστιου Secret Internet Protocol Router Network (SIPRNet), του παγκόσμιου διαδικτυακού στρατιωτικού συστήματος των ΗΠΑ, που διατηρείται χωριστά από το υπόλοιπο Διαδίκτυο και το χειρίζεται το αμερικανικό υπουργείο Άμυνας, στο οποίο οι περισσότερες πρεσβείες και προξενεία εντάχθηκαν μόλις τα τελευταία χρόνια (Guardian 30/11).
Τα έγγραφα περιέχουν ασύλληπτο πλήθος πληροφοριών που καλύπτουν ένα φάσμα το οποίο κυμαίνεται από προσωπικούς χαρακτηρισμούς ηγετών και κουτσομπολιό μέχρι ευαίσθητα δεδομένα. Ορισμένοι σχολιαστές θεωρούν ότι οι αποκαλύψεις επέφεραν «καταστροφικό πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς τις ΗΠΑ», αφού κανείς πλέον δεν είναι σίγουρος ότι η όποια εμπιστευτική πληροφορία δεν θα βρεθεί, κάποια στιγμή, σε εκατομμύρια οθόνες. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια μορφή κατάρρευσης της «μυστικής διπλωματίας», που αποτελεί βασικό όπλο των ισχυρών. Εξ ου και οι φόβοι που εκφράστηκαν από πολλές πλευρές περί «αναρχίας» και η έγερση εκ νέου του ζητήματος της ελευθερίας του Τύπου και του ελέγχου του Διαδικτύου.
Πολλοί σχολιαστές στρέφουν την προσοχή τού κοινού προς το υλικό που προέρχεται από τις πρεσβείες της Μ. Ανατολής και το Ιράν, αφού αποκαλύπτονται σημαντικά στοιχεία σχετικά με την οικοδόμηση μιας αντι-ιρανικής συμμαχίας στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Χαρακτηριστική η αντίδραση ορισμένων ηγετών. Ο Μαχμούτ Αχμαντινεζάντ δήλωσε ότι πρόκειται για «ανάξιο λόγου ψυχολογικό πόλεμο εναντίον της χώρας» του, με πολιτικό στόχο να τη φέρει σε αντιπαράθεση με γειτονικές χώρες. Μια εξόχως διπλωματική δήλωση, αφού τα έγγραφα αποκαλύπτουν εμπιστευτικές συνομιλίες ηγετών των εμιράτων του Κόλπου και των Σαουδαράβων που προτρέπουν τους Αμερικανούς να «αποκεφαλίσουν το φίδι» (Ιράν), τους διαβεβαιώνουν ότι ένα πλήγμα στο Ιράν, τώρα, θα «κοστίσει λιγότερο» από ό,τι αν του επιτραπεί να προχωρήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα κ.λπ. Από την άλλη, ο Β. Νετανιάχου εξέφρασε την ικανοποίησή του, διότι οι διαρροές έφεραν στην πλήρη δημοσιότητα αυτό που λεγόταν «πίσω από κλειστές πόρτες», δηλαδή τις προαναφερθείσες προτροπές των Αράβων, και διότι «επιτέλους» μέσω αυτών αναγνωρίζεται το Ιράν ως μεγαλύτερη απειλή για τη Μέση Ανατολή από ό,τι το Ισραήλ.
Ο Ρ. Φισκ, αρθρογράφος στη βρετανική Independent, επικεντρώνει επίσης το σχολιασμό του στα τηλεγραφήματα από τη Μέση Ανατολή και επιλέγει ένα από αυτά στο οποίο ο Νετανιάχου εξηγεί σε μια αντιπροσωπεία του αμερικανικού Κογκρέσου, στις 28/4/2009, τι εννοούν ως παλαιστινιακό «κράτος»: «Αποστρατιωτικοποιημένο, δεν θα ελέγχει τον εναέριο χώρο του και το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο του και δεν θα έχει τη δικαιοδοσία να συνάπτει συνθήκες ή να ελέγχει τα σύνορά τους». Ήτοι, μη κράτος. Οι Αμερικανοί κόγκρεσμεν ακούνε πειθήνια, χωρίς να απαντούν ή να σχολιάζουν…
Ο Τζ. Κουκ, αρθρογράφος της εφημερίδας The National του Άμπου Ντάμπι, θεωρεί ότι οι αποκαλύψεις δεν εξέπληξαν κανέναν. Και ίσως έχει δίκιο. Δεν ξέραμε π.χ. ότι οι Αμερικανοί κατασκοπεύουν τους εκπροσώπους των άλλων χωρών στον ΟΗΕ ή ότι το Ισραήλ πιέζει αφόρητα για στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν ή ότι οι Σαουδάραβες βυσσοδομούν εναντίον του Ιράν; Βεβαίως, απλώς τα έγγραφα το επιβεβαιώνουν. Ωστόσο, ο Κουκ προσπερνά τις αποκαλύψεις και διατυπώνει μια γενικότερη κρίση: τα διπλωματικά έγγραφα παρέχουν μια «χρήσιμη καταβύθιση, μέσα από την καθημερινή διπλωματική αλληλογραφία, στην αίσθηση που έχει η Ουάσιγκτον για τα όρια του παγκόσμιου ρόλου της – που δεν ήταν τόσο εμφανής στις προηγούμενες αποκαλύψεις για τους πολέμους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ». (Counter Currents.org 30/11).
Κάτω από το κουτσομπολιό και την ανάλυση που αποστέλλονται στην Ουάσιγκτον, υπάρχει η επίγνωση από πολλούς αξιωματούχους των ΗΠΑ που υπηρετούν στο εξωτερικό πόσο αναποτελεσματική και αρνητική είναι, ως επί το πλείστον, η εξωτερική πολιτική τους.
Επιλέγει ως παράδειγμα τα τηλεγραφήματα από το Πακιστάν, που αποκαλύπτουν ότι μεταξύ των τοπικών Αμερικανών αξιωματούχων επικρατεί η αντίληψη ότι η χώρα μένει ανεπηρέαστη από τις μηχανορραφίες των ΗΠΑ και υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγει από την επιρροή της Ουάσιγκτον. Στα τηλεγραφήματα από το Τελ Αβίβ, λέει, επικρατεί η ίδια μοιρολατρία. Τα δισεκατομμύρια που δίνουν οι ΗΠΑ κάθε χρόνο και η στρατιωτική βοήθεια δεν φαίνεται να αυξάνουν την επιρροή τους στο Ισραήλ. Ακόμη, θα πρόσθετε κανείς, και στα ελαχιστότατα σημεία που ίσως διαφωνούν μαζί του.
Βεβαίως, ένας τέτοιος όγκος διπλωματικού υλικού προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις και αντικρουόμενες ερμηνείες και η επιλογή είναι πάντα υποκειμενική. Ωστόσο, το ίδιο το γεγονός της αποκάλυψης τόσων εγγράφων υπογραμμίζει πόσο ευάλωτο είναι το σύστημα επικοινωνιών στην ψηφιακή εποχή. Όταν ήρθαν στο φως οι χιλιάδες σελίδες εγγράφων του Γουότεργκεϊτ, η πρόσβαση σ’ αυτές ήταν περιορισμένη και οι πληροφορίες έφταναν στο πλατύ κοινό εμμέσως. Τώρα, ένας υπολογιστής αρκεί να εξασφαλίσει άμεση και εύκολη πρόσβαση και μια μικρή ομάδα μπορεί να φέρει στο φως πληροφορίες που παλιά οι ερευνητές έψαχναν επί χρόνια, αναδιφώντας σε αραχνιασμένα αρχεία.
Τα έγγραφα περιέχουν ασύλληπτο πλήθος πληροφοριών που καλύπτουν ένα φάσμα το οποίο κυμαίνεται από προσωπικούς χαρακτηρισμούς ηγετών και κουτσομπολιό μέχρι ευαίσθητα δεδομένα. Ορισμένοι σχολιαστές θεωρούν ότι οι αποκαλύψεις επέφεραν «καταστροφικό πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς τις ΗΠΑ», αφού κανείς πλέον δεν είναι σίγουρος ότι η όποια εμπιστευτική πληροφορία δεν θα βρεθεί, κάποια στιγμή, σε εκατομμύρια οθόνες. Στην πραγματικότητα, όμως, πρόκειται για μια μορφή κατάρρευσης της «μυστικής διπλωματίας», που αποτελεί βασικό όπλο των ισχυρών. Εξ ου και οι φόβοι που εκφράστηκαν από πολλές πλευρές περί «αναρχίας» και η έγερση εκ νέου του ζητήματος της ελευθερίας του Τύπου και του ελέγχου του Διαδικτύου.
Πολλοί σχολιαστές στρέφουν την προσοχή τού κοινού προς το υλικό που προέρχεται από τις πρεσβείες της Μ. Ανατολής και το Ιράν, αφού αποκαλύπτονται σημαντικά στοιχεία σχετικά με την οικοδόμηση μιας αντι-ιρανικής συμμαχίας στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Χαρακτηριστική η αντίδραση ορισμένων ηγετών. Ο Μαχμούτ Αχμαντινεζάντ δήλωσε ότι πρόκειται για «ανάξιο λόγου ψυχολογικό πόλεμο εναντίον της χώρας» του, με πολιτικό στόχο να τη φέρει σε αντιπαράθεση με γειτονικές χώρες. Μια εξόχως διπλωματική δήλωση, αφού τα έγγραφα αποκαλύπτουν εμπιστευτικές συνομιλίες ηγετών των εμιράτων του Κόλπου και των Σαουδαράβων που προτρέπουν τους Αμερικανούς να «αποκεφαλίσουν το φίδι» (Ιράν), τους διαβεβαιώνουν ότι ένα πλήγμα στο Ιράν, τώρα, θα «κοστίσει λιγότερο» από ό,τι αν του επιτραπεί να προχωρήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα κ.λπ. Από την άλλη, ο Β. Νετανιάχου εξέφρασε την ικανοποίησή του, διότι οι διαρροές έφεραν στην πλήρη δημοσιότητα αυτό που λεγόταν «πίσω από κλειστές πόρτες», δηλαδή τις προαναφερθείσες προτροπές των Αράβων, και διότι «επιτέλους» μέσω αυτών αναγνωρίζεται το Ιράν ως μεγαλύτερη απειλή για τη Μέση Ανατολή από ό,τι το Ισραήλ.
Ο Ρ. Φισκ, αρθρογράφος στη βρετανική Independent, επικεντρώνει επίσης το σχολιασμό του στα τηλεγραφήματα από τη Μέση Ανατολή και επιλέγει ένα από αυτά στο οποίο ο Νετανιάχου εξηγεί σε μια αντιπροσωπεία του αμερικανικού Κογκρέσου, στις 28/4/2009, τι εννοούν ως παλαιστινιακό «κράτος»: «Αποστρατιωτικοποιημένο, δεν θα ελέγχει τον εναέριο χώρο του και το ηλεκτρομαγνητικό πεδίο του και δεν θα έχει τη δικαιοδοσία να συνάπτει συνθήκες ή να ελέγχει τα σύνορά τους». Ήτοι, μη κράτος. Οι Αμερικανοί κόγκρεσμεν ακούνε πειθήνια, χωρίς να απαντούν ή να σχολιάζουν…
Ο Τζ. Κουκ, αρθρογράφος της εφημερίδας The National του Άμπου Ντάμπι, θεωρεί ότι οι αποκαλύψεις δεν εξέπληξαν κανέναν. Και ίσως έχει δίκιο. Δεν ξέραμε π.χ. ότι οι Αμερικανοί κατασκοπεύουν τους εκπροσώπους των άλλων χωρών στον ΟΗΕ ή ότι το Ισραήλ πιέζει αφόρητα για στρατιωτική δράση εναντίον του Ιράν ή ότι οι Σαουδάραβες βυσσοδομούν εναντίον του Ιράν; Βεβαίως, απλώς τα έγγραφα το επιβεβαιώνουν. Ωστόσο, ο Κουκ προσπερνά τις αποκαλύψεις και διατυπώνει μια γενικότερη κρίση: τα διπλωματικά έγγραφα παρέχουν μια «χρήσιμη καταβύθιση, μέσα από την καθημερινή διπλωματική αλληλογραφία, στην αίσθηση που έχει η Ουάσιγκτον για τα όρια του παγκόσμιου ρόλου της – που δεν ήταν τόσο εμφανής στις προηγούμενες αποκαλύψεις για τους πολέμους στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ». (Counter Currents.org 30/11).
Κάτω από το κουτσομπολιό και την ανάλυση που αποστέλλονται στην Ουάσιγκτον, υπάρχει η επίγνωση από πολλούς αξιωματούχους των ΗΠΑ που υπηρετούν στο εξωτερικό πόσο αναποτελεσματική και αρνητική είναι, ως επί το πλείστον, η εξωτερική πολιτική τους.
Επιλέγει ως παράδειγμα τα τηλεγραφήματα από το Πακιστάν, που αποκαλύπτουν ότι μεταξύ των τοπικών Αμερικανών αξιωματούχων επικρατεί η αντίληψη ότι η χώρα μένει ανεπηρέαστη από τις μηχανορραφίες των ΗΠΑ και υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγει από την επιρροή της Ουάσιγκτον. Στα τηλεγραφήματα από το Τελ Αβίβ, λέει, επικρατεί η ίδια μοιρολατρία. Τα δισεκατομμύρια που δίνουν οι ΗΠΑ κάθε χρόνο και η στρατιωτική βοήθεια δεν φαίνεται να αυξάνουν την επιρροή τους στο Ισραήλ. Ακόμη, θα πρόσθετε κανείς, και στα ελαχιστότατα σημεία που ίσως διαφωνούν μαζί του.
Βεβαίως, ένας τέτοιος όγκος διπλωματικού υλικού προσφέρεται για πολλαπλές αναγνώσεις και αντικρουόμενες ερμηνείες και η επιλογή είναι πάντα υποκειμενική. Ωστόσο, το ίδιο το γεγονός της αποκάλυψης τόσων εγγράφων υπογραμμίζει πόσο ευάλωτο είναι το σύστημα επικοινωνιών στην ψηφιακή εποχή. Όταν ήρθαν στο φως οι χιλιάδες σελίδες εγγράφων του Γουότεργκεϊτ, η πρόσβαση σ’ αυτές ήταν περιορισμένη και οι πληροφορίες έφταναν στο πλατύ κοινό εμμέσως. Τώρα, ένας υπολογιστής αρκεί να εξασφαλίσει άμεση και εύκολη πρόσβαση και μια μικρή ομάδα μπορεί να φέρει στο φως πληροφορίες που παλιά οι ερευνητές έψαχναν επί χρόνια, αναδιφώντας σε αραχνιασμένα αρχεία.
Αριάδνη Αλαβάνου
Σχόλια