Η απόφαση της Γερουσίας να υιοθετήσει την πρόταση μομφής κατά της προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ είχε σαν συνέπεια την «ολοκλήρωση του θεσμικού πραξικοπήματος», όπως καταγγέλλουν και μεγάλα κινήματα που έχουν ασκήσει σκληρή κριτική στη Ρούσεφ για την όλο και πιο νεοφιλελεύθερη, ουσιαστικά, πολιτική της, όπως το Κίνημα των Ακτημόνων (MST) και το Λαϊκό Μέτωπο Βραζιλίας. Πράγματι, η απόφαση της Γερουσίας, με τις ψήφους και όλων των «κεντρώων» πρώην συμμάχων της Ρούσεφ, έχει ως αποτέλεσμα την προεδρία της χώρας να αναλάβει τώρα ο αντιπρόεδρος Μισέου Τεμέρ – που πρόσφατα πέρασε στο στρατόπεδο της δεξιάς αντιπολίτευσης!
Οι πραγματικοί σκοποί του πραξικοπήματος έγιναν ξεκάθαροι την πρώτη κιόλας μέρα που ανέλαβε ο αποστάτης Τεμέρ (τον οποίο έγκαιρα κατήγγελλε ως τέτοιο η πολιτική και κοινωνική Αριστερά της Βραζιλίας, παρόλο που η Ρούσεφ τον είχε επιλέξει ως «σύμμαχό» της): ο νέος δήθεν «υπηρεσιακός» πρόεδρος ήδη ανήγγειλε ένα ανοιχτά νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και «περικοπές πλεονάζοντος προσωπικού στις δημόσιες επιχειρήσεις». Αφού δηλαδή ανήλθε στην εξουσία χωρίς εκλογές, θα εφαρμόσει τώρα μια πολιτική που επανειλημμένα έχει απορριφθεί από τους πολίτες της Βραζιλίας. Από την πλευρά του το MST, το Λαϊκό Μέτωπο Βραζιλίας και άλλες δυνάμεις δηλώνουν ότι δεν αναγνωρίζουν τη νομιμότητα του Τεμέρ και ζητούν «δημοψήφισμα που θα αποφασίσει την ανάδειξη Συντακτικής Συνέλευσης με δημοκρατικές εκλογές, ώστε να αποτραπεί ο βιασμός της λαϊκής βούλησης από την ολιγαρχία».