Του Μάριου Διονέλλη
Διάβασα τη λίστα με τα βραβεία που έδωσε προ ημερών σε δημοσιογράφους το «ίδρυμα προαγωγής της δημοσιογραφίας Αθανασίου Μπότση». Αν η μιζέρια της ελληνικής δημοσιογραφίας αποτυπώνεται καθημερινά στο γυαλί, τότε γιατί να με εκπλήσσει που αποτυπώνεται και στα βραβεία της, θα μου πείτε.
Οι βραβευθέντες εκπρόσωποι του κλάδου μας, υπηρετούν ο ένας ως διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Νέας Δημοκρατίας, ο άλλος έχει εις βάρος του καταγγελίες για πλαστό πτυχίο και υπήρξε μεγαλοστέλεχος των κυβερνήσεων της ΝΔ. Βραβεύθηκε επίσης η συνεισφορά τη «δημοσιογραφία» με το να ψάχνεις ανθρώπους που χάθηκαν αλλά και η καθημερινή αυτούσια μεταφορά της επίσημης θέσης της Αστυνομίας στους τηλεοπτικούς μας δέκτες. Δυστυχώς οι εξαιρέσεις συναδέλφων που είναι στη λίστα και πραγματικά φάει τα χρόνια τους στο ρεπορτάζ είναι ελάχιστες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού και είναι μόνο για να επιβεβαιώσουν τον κανόνα της αναξιοκρατίας και των δημοσίων σχέσεων.
Σημαντική στιγμή της εκδήλωσης ήταν η ομιλία της κυρίας Βούλτεψη που έχει ήδη δώσει διαπιστευτήρια για το πώς αντιλαμβάνεται τη δημοσιογραφία ως πολιτική προϊσταμένη της ΝΕΡΙΤ. «Οι δημοσιογράφοι καλούνται να μην αρκούνται στην απλά παράθεση πληροφοριών αλλά έγκαιρα να προβλέπουν και να προειδοποιούν τον λαό για τις συνέπειες της μιας ή της άλλης απόφασης ή ενέργειας».
Η κορύφωση όμως ήρθε με τη βράβευση που απένειμε το δημοσιογραφικό ίδρυμα στον Κάρολο Παπούλια. «Για την προσφόρα του» λέει, «στην πολιτική ζωή του τόπου και την ευδόκιμη θητεία του στο Ύπατο Πολιτειακό Αξίωμα» (προφανώς επειδή κατάφερε να την ολοκληρώσει – δε βλέπω άλλη εξήγηση για το «ευδόκιμη»).
Αυτή είναι η δημοσιογραφία που αλληλοβραβεύεται στην Ελλάδα, σκέφτηκα εκείνο το βράδυ. Είπα στον εαυτό μου πως αν κάποτε βρεθώ με ένα τέτοιο βραβείο στο χέρι, κάτι δε θα ‘χει πάει καλά. Να ξηγιόμαστε, και με τον εαυτό μου και με σας…