Αρχική πολιτική Τρίπτυχο ευρωπαϊκής ανισορροπίας

Τρίπτυχο ευρωπαϊκής ανισορροπίας

Το ρίσκο ενός άτακτου Brexit, ο μονόδρομος του συμβιβασμού με την Ιταλία και το τέλμα που επιβάλλει η Μέρκελ στην Ευρωζώνη

Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες ανισορροπίας και αβεβαιότητας στην Ε.Ε. στην παρούσα συγκυρία: το Brexit, η Ιταλία και η Μέρκελ.

Για το πρώτο τα πράγματα είναι προφανή. Θεωρητικά, η ηγεσία της Ε.Ε. πήρε μια συμφωνία με τη Βρετανίδα πρωθυπουργό και απηλλάγη από το πρόβλημα. Όμως, το πρόβλημα μπορεί να γυρίσει ως μπούμερανγκ αν η πολιτική κρίση που ξέσπασε στη Βρετανία και στην κυβέρνηση της Μέι ακολουθήσει το χειρότερο σενάριο. Δηλαδή, πτώση της κυβέρνησης αν περάσει η πρόταση μομφής, αναγκαστική προσφυγή σε εκλογές και, τελικά, αναίρεση της συμφωνίας και προσφυγή σε άτακτο Brexit. Σε αυτή την περίπτωση το θέμα θα γίνει ξανά μείζον πρόβλημα της ίδιας της Ε.Ε. Όχι μόνο γιατί το ιρλανδικό ζήτημα θα βρεθεί σε γκρίζα ζώνη, απειλώντας την ακεραιότητα και τη συνοχή του Ηνωμένου Βασιλείου. Αλλά και γιατί χωρίς την τελωνειακή ένωση Βρετανίας-Ε.Ε., που είναι η προϋπόθεση της συμφωνίας, το σκληρό Brexit γίνεται μονόδρομος και η διαταραχή είναι αδύνατο να περιοριστεί στο αλαζονικό «νησί» της Ευρώπης. Γι’ αυτό και οι 27 της Ε.Ε. και η Κομισιόν χρησιμοποιούν την επικείμενη σύνοδο κορυφής της 25ης Νοεμβρίου ως –υποστηρικτικό προς την Μέι– εκβιασμό με το δίλημμα «ή ταν ή επί τας». Δηλαδή, ή η συμφωνία ως έχει, ή άτακτο Brexit. Μπορούν, όμως, οι Βρυξέλλες να διαχειριστούν το δεύτερο σενάριο;

Για τη δεύτερη εστία αβεβαιότητας, τον ιταλικό προϋπολογισμό, τα δεδομένα παραμένουν αμετάβλητα. Η κυβέρνηση Κόντε δεν υποχωρεί και δεν προτίθεται να αλλάξει τίποτε από τις προβλέψεις του προϋπολογισμού που προκάλεσαν την αντίδραση της Κομισιόν, με την απειλή ακόμη και κυρώσεων. Πέραν, όμως, της ρητορικής έντασης, στην ευρωπαϊκή ελίτ επικρατούν πλέον δεύτερες σκέψεις, εξ ου και οι πληροφορίες για ενδεχόμενη συνάντηση Κόντε-Γιούνκερ σήμερα (Σάββατο 17/11), στις Βρυξέλλες. Προφανώς, η διένεξη Ιταλίας και ευρωπαϊκού ιερατείου μπαίνει σε τροχιά συμβιβασμού, παρότι δεν είναι σαφές τι μορφή μπορεί να πάρει αυτός. Η κυβέρνηση Κόντε δεν υπάρχει περίπτωση να υποχωρήσει στις δαπάνες που αντιστοιχούν σε βασικές εξαγγελίες για την ανεργία, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, μείωση φορολογίας κ.λπ., ίσως όμως δείξει κάποια ευελιξία σε άλλες δαπάνες που δεν αφορούν άμεσα το εκλογικό ακροατήριο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οποιοσδήποτε συμβιβασμός περνάει στη σφαίρα της δημιουργικής λογιστικής και σχετικοποιεί την εφαρμογή του δημοσιονομικού «ευαγγελίου» της Ευρωζώνης, του Συμφώνου Σταθερότητας, κι αυτό φέρνει σε δύσκολη θέση τους θεματοφύλακές του.

Η τρίτη εστία αβεβαιότητας στην Ε.Ε. είναι η Γερμανίδα καγκελάριος και οι προθέσεις της σχετικά με τη μεταρρύθμιση της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Στην ομιλία της στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η κ. Μέρκελ απαρίθμησε μεν σχεδόν όλους τους τίτλους της ατζέντας Μακρόν για την εμβάθυνση της Ε.Ε. –τραπεζική ένωση, ευρωπαϊκός στρατός, κοινή φορολογία εταιρειών διαδικτύου κ.α.– αλλά δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο για τις γερμανικές θέσεις γι’ αυτά τα ζητήματα. Θα συνεισφέρει η Γερμανία σε έναν κοινό προϋπολογισμό της Ευρωζώνης; Θα δώσει πράσινο φως για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων; Θα στηρίξει την ολοκλήρωση της ένωσης κεφαλαιαγορών, ή θα προτιμήσει να αξιοποιήσει το Brexit ώστε να μετατρέψει τη Φρανκφούρτη σε City Λονδίνου; Καμιά απάντηση. Με εξαίρεση τον ευρωπαϊκό στρατό για τον οποίο η γερμανική ηγεσία εμφανίζεται πρόθυμη να αναλάβει μερικές πρόσθετες δεσμεύσεις, όλο το πολυδιαφημισμένο σχέδιο μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης είναι στον αέρα, ένα μόλις μήνα πριν την προγραμματισμένη υιοθέτησή του από τη σύνοδο κορυφής. Απ’ αυτή την άποψη οι συνεχείς εκκλήσεις του απερχόμενου προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι για «περισσότερη Ευρώπη» και για «επείγουσα ολοκλήρωση της ΟΝΕ» που αντιμετωπίζει οικονομικούς αλλά και πολιτικούς κινδύνους, έχουν τελικά κυρίως έναν αποδέκτη: τη καγκελάριο Μέρκελ. Κανείς δεν ξέρει αν ακούει και τι ακούει, εκτός από την ηχώ των δημοσκοπήσεων που φέρνουν το κόμμα της στη χειρότερη επίδοση από την ύπαρξή του.

Μεγάλη εστία αβεβαιότητας στην Ε.Ε. είναι η Γερμανίδα καγκελάριος και οι προθέσεις της σχετικά με τη μεταρρύθμιση της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης. Στην ομιλία της στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η κ. Μέρκελ απαρίθμησε μεν σχεδόν όλους τους τίτλους της ατζέντας Μακρόν για την εμβάθυνση της Ε.Ε. –τραπεζική ένωση, ευρωπαϊκός στρατός, κοινή φορολογία εταιρειών διαδικτύου κ.α.– αλλά δεν είπε τίποτα συγκεκριμένο για τις γερμανικές θέσεις γι’ αυτά τα ζητήματα

Η ασταθής ισορροπία που σώζει (προς το παρόν) τις συντάξεις…

 

Αν και προεξοφλημένη, η θετική –ή μη αρνητική– θέση του EuroWorkingGroup για το ελληνικό προσχέδιο προϋπολογισμού και ιδιαίτερα για τη μη περικοπή των συντάξεων –η τυπική επικύρωση θα γίνει στο Eurogroup της 3/12– δίνει ένα πολιτικό πλεονέκτημα χειρισμών στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. Βεβαίως, το τελικό σχέδιο προϋπολογισμού που αναμένεται εντός του μήνα θα αποκαλύψει αν υπάρχει κάποιου είδους τίμημα της συναίνεσης των δανειστών στο θέμα των συντάξεων, κυρίως στις δημόσιες επενδύσεις και στο τελικό μίγμα των «αντιμέτρων», με τα οποία η κυβέρνηση φιλοδοξεί να απευθυνθεί και σε άλλα στρώματα, πλην των συνταξιούχων.

Ωστόσο, το πραγματικό μεγάλο αντίβαρο στην θετική εξέλιξη της αποτροπής της περικοπής των συντάξεων αφορά πάλι τις συντάξεις και το σαρωτικό κύμα προσφυγών και αιτήσεων –έχουν ξεπεράσει τις 600.000– για τη διεκδίκηση αναδρομικών για τις περικοπές μετά το 2012 που κρίνονται αντισυνταγματικές και για τις οποίες αναμένεται μια οριστική απόφαση του ΣτΕ, η οποία θα κρίνει και τη συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου. Ενδεχόμενη απόφαση του ΣτΕ που θα παρέσυρε και τον ισχύοντα ασφαλιστικό νόμο θα τίναζε στον αέρα κάθε σχεδιασμό, καθώς υπολογίζεται ότι το δημοσιονομικό κόστος επιστροφής των αναδρομικών υπερβαίνει το 2% του ΑΕΠ τον χρόνο.

Ο λόγος που η κυβέρνηση κρατά την ψυχραιμία της είναι ότι ο χρόνος που θα κριθούν όλα αυτά υπερβαίνει τον εκλογικό κύκλο. Πρακτικά αφορά την μετά το 2019 και τις επόμενες εθνικές εκλογές περίοδο. Άρα, αφορά την όποια επόμενη κυβέρνηση. Πολιτικά, αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. έχει την ευχέρεια να συντηρήσει μια προσδοκία διαχείρισης του προβλήματος με τους δανειστές ανάλογη με αυτήν που πέτυχε τώρα με τη ματαίωση των συμφωνημένων περικοπών, ή σε περίπτωση εκλογικής ήττας της να παραδώσει μια δημοσιονομική βόμβα σε μια κυβέρνηση Ν.Δ. Το τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και τους νυν και μέλλοντες συνταξιούχους είναι άλλη υπόθεση, που κανένας από τους δυο βασικούς πόλους του κομματικού συστήματος θέλει να σκέφτεται.

Για τους ίδιους, αλλά και για πολλούς άλλους λόγους δεν θέλουν να το σκέπτονται ούτε οι δανειστές. Οι άλλοι λόγοι είναι η Ε.Ε. στο σύνολό της βρίσκεται στο τέλος του εκλογικού κύκλου –Ευρωεκλογές τον προσεχή Μάιο–, ενώ και σε πολλές χώρες καταγράφονται αντίστοιχες πολιτικές πιέσεις. Γι’ αυτό και ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς έσπευσε να δώσει την «ευλογία» του στο κυβερνητικό σχέδιο προϋπολογισμού χωρίς νέα περικοπή στις συντάξεις, γι’ αυτό το ΔΝΤ λέει ότι το θέμα δεν το αφορά, και γι’ αυτό η Κομισιόν ετοιμάζεται για μια θετική έκθεση για την πρώτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση. Γενικώς, μπορεί η Ε.Ε. να έχει πλημμυρίσει από εστίες αστάθειας, αλλά η ηγεσία της προτιμά την ασταθή ισορροπία στην οποία βρίσκεται τώρα και κρατά την ανάσα της για να μην διαταραχθεί. Μέχρι τον Μάιο που μπορεί, γιατί μετά κανείς δεν ξέρει…

 

Γ.Κ.

Σχόλια

Exit mobile version