Σαν τους υποτελείς λαούς, έτσι και οι υποτελείς τάξεις μπορεί να παίζουν ρόλο αντιδραστικό και είναι σωστό να μη βάζουμε όλα τα κινήματα στο ίδιο σακί. Είναι πιο ώριμη η δεύτερη άποψη την οποία επικαλείται ο Λένιν. Αφού υπενθυμίσει τη στήριξη του Μαρξ και Ένγκελς στους Ιρλανδούς και τους Πολωνούς, άλλα όχι στους «Τσέχους» και τους «νότιο Σλάβους» (και τους Κροάτες) που ήταν τότε «εμπροσθοφυλακή του τσαρισμού» (τον Ιούλιο του 1916) συνεχίζει:

«Οι μεμονωμένες διεκδικήσεις της δημοκρατίας, συμπεριλαμβανόμενης της αυτοδιάθεσης, δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ένα μικρό μέρος του συνόλου του δημοκρατικού κινήματος. Είναι δυνατόν, σε ξεχωριστές μεμονωμένες περιπτώσεις, το μέρος να έρχεται σε αντιπαράθεση με το όλον και τότε πρέπει να απορριφθεί. Είναι δυνατόν το δημοκρατικό κίνημα μιας χώρας να μην είναι παρά ένα εργαλείο των εκκλησιαστικών ή χρηματιστικών ή μοναρχικών συμφερόντων άλλων χωρών. Τότε δε θα πρέπει να υποστηρίξουμε αυτό το συγκεκριμένο κίνημα, αλλά θα ήταν γελοίο να απαλείψουμε για αυτό το λόγο το αίτημα της δημοκρατίας από το πρόγραμμα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας.»

Εδώ δεν αντιπαρατίθενται μόνο το «εθνικό ζήτημα» και η «εργατική υπόθεση» αλλά το «μέρος» με το «όλον». Επειδή υπόκεινται στους χειρισμούς και στον έλεγχο του τσαρισμού, οι εθνικές διεκδικήσεις των Τσέχων και των Κροατών δεν είναι αποδεκτές, μόνο και μόνο επειδή αναφέρονται στο «εθνικό ζήτημα»: είναι ένα «μέρος» που έρχεται σε αντιπαράθεση με το συνολικό κίνημα εθνικής χειραφέτησης, του οποίου η τσαρική Ρωσία είναι ο κύριος εχθρός. […]

Φυσικά, η επίλυση του προβλήματος αυτού δεν είναι μονοσήμαντη. Αυτό δεν ισχύει μόνο για το επαναστατικό κύμα του 1848-1849. Είδαμε πως ο Άνταμ Σμιθ καλούσε τη «δεσποτική κυβέρνηση» να στραφεί ενάντια στους δουλοκτήτες: οι θεσμοί εκπροσώπησης που ηγεμονεύονται από αυτούς είναι ένα «μέρος» που έρχεται σε αντιπαράθεση με το «όλον». Και η ίδια παρατήρηση μπορεί να γίνει σχετικά με την αυτοδιάθεση των δουλοκτητικών πολιτειών που κατήργησε ο Λίνκολν και ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών. […]

Στις αρχές του αιώνα, η Κολομβία διστάζει να υποχωρήσει ή να παραχωρήσει στις ΗΠΑ τη λωρίδα γης που είναι απαραίτητη για την κατασκευή της διώρυγας που θα συνδέει τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό και να επικυρώσει την αυτοκρατορική ανοδική πορεία της βορειοαμερικανικής δημοκρατίας; Αυτή δεν δεσμεύεται από το «τυπικό δίκαιο». Ένα νέο κράτος, δημιουργείται εκ του μηδενός: αφού κερδίζει την «ανεξαρτησία» του, ο Παναμάς υποχωρεί πρόθυμα σε όλες τις απαιτήσεις της Ουάσινγκτον.

Το 1960, την ανεξαρτησία του Κονγκό ακολουθεί η απόπειρα απόσχισης της Κατάνγκα (περιοχής πλούσιας σε μεταλλεύματα) που υποστηρίζεται από μια πρώην αυτοκρατορική δύναμη, το Βέλγιο, και συνολικά από τη Δύση. Μερικά χρόνια αργότερα, οι ΗΠΑ θα συνοδεύσουν τους τρομοκρατικούς βομβαρδισμούς κατά του Βιετνάμ και του Λάος με την ενθάρρυνση και τη στήριξη σε αυτό ή το άλλο αποσχιστικό κίνημα, σε αυτή ή την άλλη «μικρή εθνότητα». […]

Ακριβώς γι’ αυτό είναι σε θέση (ο Λένιν), να προβλέψει με μεγάλη διορατικότητα τις εξελίξεις του 20ου αιώνα, ενός αιώνα που δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς το δίδαγμα, περισσότερο επιστημολογικό παρά πολιτικό του μεγάλου ρώσου επαναστάτη. Πρέπει να υπογραμμίσουμε και μια άλλη πλευρά: αρχικά σε λανθάνουσα κατάσταση στους συγγραφείς του Κομμουνιστικού Μανιφέστου, γίνεται τώρα ξεκάθαρη η τραγική θεώρηση του ιστορικού προτσές και της ίδιας της πάλης των τάξεων.

Τραγωδία υπάρχει (με τη φιλοσοφική ερμηνεία του όρου) όταν αντιπαρατίθενται όχι το δίκαιο και το άδικο, αλλά δυο διαφορετικά δίκαια, παρόλο που μεταξύ τους είναι άνισα και πολλές φορές καθαρά άνισα. Οι εθνικές διεκδικήσεις των Τσέχων ή άλλων εθνοτήτων μπορούν να χάσουν τη νομιμοποίησή τους, όχι επειδή δεν έχουν βάση, άλλα αν απορροφηθούν από μια πιο ισχυρή κατάσταση, που αποτελεί πολύ μεγαλύτερη απειλή για την ελευθερία και τη χειραφέτηση των εθνών.

(Αποσπάσματα από το βιβλίου του Ντομένικο Λοζούρντο Η πάλη των τάξεων. Μια πολιτική και φιλοσοφική ιστορία, εκδ. Α/συνεχεια)

Σχόλια

Σου άρεσε αυτό το άρθρο; Ενίσχυσε οικονομικά την προσπάθειά μας!