Και ενώ η ελληνική ηγεσία φωτογραφιζόταν όλο χαμόγελα και ομοψυχία μαζί με τους υπόλοιπους ηγέτες του ΝΑΤΟ στη Χάγη, η Τουρκία ετοίμαζε ακόμη ένα τετελεσμένο που άπτεται των εθνικών ενδιαφερόντων της χώρας μας. Πιο συγκεκριμένα η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου της Λιβύης (NOC) και η τουρκική TPAO, υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας για τη διενέργεια ερευνών σε τέσσερις θαλάσσιες περιοχές εντός του παράνομου Τουρκολιβυκού Μνημονίου, με τον τουρκικό Τύπο να μιλά για βήματα ελέγχου της «Γαλάζιας Πατρίδας». Μια κίνηση που έχει ως de facto στόχο να πιέσει την Ελλάδα, να εμβαθύνει την παρουσία της Τουρκίας νοτίως της Κρήτης, να ανακατέψει την τράπουλα σχετικά με τους ενεργειακούς σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή – βλέπε πρόσφατες αδειοδοτήσεις ερευνών από την Ελλάδα στην αμερικανική Chevron νοτιώς της Κρήτης και της Πελοποννήσου. Παράλληλα η Λιβύη συνεχίζει να αποτελεί κόμβο για το σύγχρονο δουλεμπόριο, με κρατικές και παρακρατικές ομάδες να οργανώνουν τις καραβιές ξεριζωμένων προς την Ευρώπη, που τις τελευταίες μέρες δοκιμάζουν για μια ακόμη φορά τις αντοχές της χώρας μας – και της Κρήτης πιο συγκεκριμένα.
Ένας ακόμη πονοκέφαλος έρχεται να προστεθεί στην εξωτερική πολιτική της χώρας, που τρέχει να προλάβει τα τετελεσμένα σε μια σειρά μέτωπα (χάρτες θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού, στροφή Χαφτάρ για το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, δικαστικές αποφάσεις για τη Μονή του Σινά, συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά προγράμματα αμυντικού εξοπλισμού κ.ά.). Από το 2019, οπότε και υπογράφηκε το παράνομο Τουρκολιβυκό Μνημόνιο, οι ελληνικές ελίτ (των «ήρεμων νερών» και της «σωστής πλευράς της ιστορίας») στρουθοκαμηλίζουν, κάνοντας λόγο για άκυρη πράξη που δεν χαίρει νομιμότητας και αναγνώρισης. Και όμως αυτή ήδη παράγει τετελεσμένα υπέρ της τουρκικής περιφερειακής επέκτασης.
«Άσφαιρες» αντιδράσεις από την Ε.Ε.
Την ίδια αδιέξοδη τακτική φαίνεται να ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση και σήμερα, αναζητώντας κάποια απάντηση στα τετελεσμένα, έστω και «στο και πέντε» των εξελίξεων. Ο ΥΠΕΞ Γ. Γεραπετρίτης, που βλέπει το πολυαναμενόμενο ταξίδι του στη Λιβύη (σε Τρίπολη και Βεγγάζη) να ναρκοθετείται πολλαπλά, σπεύδει να καθησυχάσει λέγοντας πως οι έως τώρα χάρτες των αναφερόμενων θαλάσσιων περιοχών σέβονται τη μέση γραμμή Ελλάδας-Λιβύης, τονίζοντας ταυτόχρονα πως υπάρχουν επιχειρησιακά σχέδια αντίδρασης σε περίπτωση που αμφισβητηθεί η ΑΟΖ της χώρας μας. Εμφανώς αιφνιδιασμένος από τη νέα αυτή κίνηση και ο Έλληνας πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, ζητά από την Ε.Ε. να καταγγείλει το νέο αυτό μνημόνιο, με την ελληνική κυβέρνηση να πανηγυρίζει για ορισμένες διατυπώσεις στο κείμενο συμπερασμάτων της συνεδρίασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε τις προηγούμενες μέρες. Πρόκειται για την ίδια Ε.Ε. που εννοεί τόσο πολύ τις καταγγελίες της εναντίον της Τουρκίας, που της επιφυλάσσει (με τις ευλογίες του ΝΑΤΟ) προνομιακή θέση στα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα, για την ίδια Ε.Ε. που αναδεικνύεται σε φιλοπόλεμο γεωπολιτικό κομπάρσο των σχεδιασμών Τραμπ, αναιρώντας κάθε επίφαση υποστήριξης στο διεθνές δίκαιο κ.ο.κ.
Καζάν-καζάν και νεο-οθωμανικός χώρος
Τώρα η ελληνική κυβέρνηση σπεύδει να βγάλει το πολεμικό ναυτικό στα ανοιχτά της Λιβύης (για να στείλει μήνυμα πυγμής για το προσφυγικό), δηλώνει αποφασισμένη να προασπιστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας σε περίπτωση που τα τουρκικά ερευνητικά περάσουν τη μέση γραμμή και επιμένει πως οι συμφωνίες με τον αμερικανικό ενεργειακό κολοσσό της Chevron διασφαλίζουν επαρκώς τα δικαιώματά μας στη Μεσόγειο. Και όμως, γίνεται κάθε μέρα και πιο εμφανές ότι η λογική, πως οι ενεργειακές συμφωνίες θα σώσουν την κυριαρχία μας (στην Κάσο, στην Κύπρο, νοτιώς της Κρήτης ή όπου αλλού), είναι ψευδεπίγραφη και μπορεί σε ανύποπτο χρόνο να αφήσει τη χώρα έκθετη σε πιθανή μεγαλύτερη συμφωνία μεταξύ των φίλων Τραμπ και Ερντογάν –την οποία στο τέλος θα κληθούμε να αποδεχτούμε ως αμοιβαία επωφελή–, εμπεδώνοντας τη δορυφοροποίησή μας στον νεο-οθωμανικό χώρο, με υπονομευμένα ή ακυρωμένα όλα τα γεωπολιτικά αντίβαρα. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για τις κοντόθωρες και πλήρως υποταγμένες ελίτ των Αθηνών.
Μικρά μαθήματα ιστορίας
Ας επιστρέψουμε όμως στη Λιβύη και στην ανατίναξη της το 2011 που επέτρεψε σε φατρίες και ιδιωτικούς στρατούς να ελέγξουν τη χώρα και στην Τουρκία να καταστεί, 200 χρόνια μετά, εκ νέου ηγεμόνας της περιοχής. Τίποτα από αυτά δεν θα γινόταν κατορθωτό χωρίς τις βόμβες Αμερικανών και Ευρωπαίων, χωρίς την επιχείρηση ανατροπής του καθεστώτος Καντάφι, μια επιχείρηση που στήριξαν ένθερμα οι τότε ελληνικές κυβερνήσεις. Αλλά και τα επόμενα χρόνια, με τον εμφύλιο να μαίνεται η Ελλάδα επέμενε να στηρίζει την υποκινούμενη από την Τουρκία προσωρινή κυβέρνηση του Σάραντζ, χρησιμοποιώντας επικοινωνιακά την όποια διπλωματική επικοινωνία με την αντίπαλη πλευρά του στρατάρχη Χαφτάρ (ο οποίος είχε διαύλους επικοινωνίας με τη Ρωσία). Ο χώρος και ο χρόνος που άφησε η ελληνική πλευρά καλύφθηκε από την Άγκυρα, που πλέον διατηρεί προνομιακές σχέσεις και με τα δύο διοικητικά κέντρα της χώρας, αξιοποιώντας τα μεταξύ άλλων και ως μοχλούς παρενόχλησης και περικύκλωσης της Ελλάδας. Γιατί επιμένουμε σε αυτά; Γιατί είναι η ίδια αδιέξοδη πολιτική, που υπαγορεύουν οι δεσμεύσεις στους δυτικούς συμμάχους, που αποδυναμώνουν κάθε δυνατότητα ανεξάρτητης περιφερειακής πολιτικής και θέτουν τη χώρα σε ομηρία, με αποτελέσματα που γίνονται πιο εμφανή μέρα με τη μέρα.
Μεταναστευτικές πιέσεις στην Κρήτη
Έντονα αυξημένες εμφανίζονται οι μεταναστευτικές ροές προς τη χώρα μας, με την κύρια πίεση να εμφανίζεται στον νότιο διάδρομο, από την Λιβύη προς τη Κρήτη και τη Γαύδο. Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Λιμενικό Σώμα, από την αρχή του 2025 καταγράφηκαν 133 περιστατικά με 7.051 μετανάστες έναντι 45 περιστατικών και 1.968 μεταναστών το αντίστοιχο διάστημα του 2024, με την αύξηση να αγγίζει το 258%. Πέρα από αριθμούς, όμως μιλάμε για το δράμα του ξεριζωμού, για μια σειρά περιστατικά πνιγμών μεσοπέλαγα και την ίδια στιγμή για την αυξημένη επιβάρυνση της κρητικής κοινωνίας (με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τουριστικής περιοχής) με το βάρος της διαχείρισης ενός προβλήματος να ξεπερνά τα στενά τοπικά όρια – (ήδη στο κενό μιας βιώσιμης διαχείρισης είχαμε τα πρώτα επεισόδια αγριανθρωπισμού στο Ρέθυμνο).
Είναι εμφανές ότι η αύξηση των μεταναστευτικών-προσφυγικών ροών έχει δύο πηγές: Η πρώτη είναι αναμφισβήτητα η διαρκής πολεμική κρίση και αστάθεια στις περιοχές της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής και ειδικά η συνεχιζόμενη σύγκρουση στο Σουδάν. Η δεύτερη σχετίζεται με τη δράση των δουλεμπορικών δικτύων στη Λιβύη και την ενεργοποίηση αυτών ως μοχλό πίεσης προς τη χώρα μας, προφανώς σε συντονισμό με την Τουρκία.
Η Ελλάδα βρίσκεται για ακόμη μια φορά έκθετη και μόνη (αναζητείται η αλληλεγγύη της Ε.Ε.) απέναντι στις πιέσεις αυτές. Οι εξαγγελίες Μητσοτάκη και Βορίδη για αποφασιστική στάση αποτροπής της παράνομης μετανάστευσης και η επιστράτευση του πολεμικού ναυτικού δεν θα έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα (και δεν αναφερόμαστε στο «πατριωτικό» ξέπλυμα του υπουργού για το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ) αν δεν αντιμετωπίσουν τις δύο παραπάνω πηγές (που επιμελώς αποκρύπτονται). Υπάρχει μάλιστα ο κίνδυνος η επιλογή αυτή (όσο δεν βάζει, επαναλαμβάνουμε, στο στόχαστρο τις πηγές) να έχει σαν αποτέλεσμα όχι να μειωθούν οι ροές, αλλά να αυξηθούν τα ναυάγια, οι δολοφονίες μεταναστών, οι πνιγμένοι πρόσφυγες που ξεβράζονται στα παράλια και η ανθρωπιστική τραγωδία στην περιοχή, πολλαπλασιάζοντας έτσι τις πιέσεις προς τη χώρα μας.
Να σπάσει η ομηρία των «ήρεμων νερών»
Η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολουθεί πιστά την Αγία Τριάδα υπονόμευσης της εθνικής μας κυριαρχίας: δεδομένος εταίρος των ΗΠΑ, στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ, κατευνασμός της Τουρκίας. Είναι αυτή η υπαγορευμένη από τις ΗΠΑ πολιτική που καθοδηγεί την ελληνική ελίτ και ετοιμάζει υποχωρήσεις σε μια σειρά μέτωπα. Είναι αυτή η πολιτική που επέβαλε τη λογική των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο, ανοίγοντας τη διαδικασία της ελληνοτουρκικής προσέγγισης, αφοπλίζοντας τη χώρα μας και νομιμοποιώντας τα τουρκικά τετελεσμένα. Είναι αυτή η πολιτική που έχει οδηγήσει την ελληνική εξωτερική πολιτική σε απανωτές αποφάσεις αυτοχειρίας: στη Συρία και τη στήριξη στους κοστουμαρισμένους τζιχαντιστές που δολοφονούν χριστιανούς, στην Κύπρο που συνεχίζει να κείται μακράν μετατρεπόμενη σε μετόπισθεν του γενοκτονικού Ισραήλ, στην Κάσο και το καλώδιο που δεν μπορεί να ποντιστεί χωρίς άδεια της Άγκυρας και στην Ε.Ε. που αδιαμαρτύρητα (είπαμε είναι η «σωστή πλευρά της ιστορίας») μπάζει την Τουρκία στα προγράμματα αμυντικού επανεξοπλισμού.
Τα παραπάνω σε μια εποχή που μυρίζει μπαρούτι. Σε μια περίοδο που απαιτείται επαρκές έρμα για να μην βουλιάξει το καράβι που λέγεται Ελλάδα. Σε αυτή την περίοδο η χώρα οδηγείται μεθοδευμένα να αδειάσει από βαθμούς κυριαρχίας, κρατώντας ως μοναδική καβάντζα την υποταγή της στους δυτικούς «συμμάχους». Με τους κυβερνώντες και τα ελεγχόμενα ΜΜΕ μάλιστα να πανηγυρίζουν για ένα τουίτ ή μια δήλωση κάποιου Αμερικανού αξιωματούχου – κι ας είμαστε τόσο δεδομένοι που ακόμη δεν έχουν διορίσει πρέσβη για τη χώρα μας, έξι μήνες μετά την ανάληψη της κυβέρνησης Τραμπ. Η πολιτική αυτή φτάνει στα όρια της βιωσιμότητάς της και αυτό το κατανοούν όλο και περισσότεροι. Οι εγχώριες ελίτ (της αρπαχτής και των εργολαβικών εξυπηρετήσεων) δένουν τη μοίρα τους με αυτή την επιλογή και μαζί υπονομεύουν τη μοίρα της χώρας. Η επείγουσα ανάγκη απεγκλωβισμού από αυτή τη συνθήκη απαιτεί την ενεργοποίηση της κοινωνικής πλειοψηφίας πριν είναι αργά.