Στην Ισλανδία, μια χώρα που καταψήφισε με δημοψήφισμα το 2010 την αποπληρωμή του χρέους της, φυλακίζοντας τραπεζίτες για οικονομικές απάτες, τελευταία σημειώνεται αναβίωση της εγχώριας κινηματογραφικής παραγωγής, με αξιόλογες προοδευτικές ταινίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ταινία του 50χρονου Μπένεντικτ Έρλινγκσον Γυναίκα σε Πόλεμο (βραβείο Lux), με πρωτότυπο σενάριο για έναν σπάνιο, τολμηρό και γεμάτο δράση γυναικείο χαρακτήρα, που κόντρα στη γενικευμένη απάθεια επιδίδεται σε πράξεις σαμποτάζ κατά του συστήματος, έχοντας πλήρη επίγνωση των συνεπειών.
***
Η 50άρα Χάλα, μια ενθουσιώδης δασκάλα χορωδίας, το βράδυ δρα ως ακτιβίστρια, ενάντια σε ρυπογόνες πολυεθνικές εταιρίες. Κόβει αλυσίδες και συρματόσχοινα, με φορητό τροχό, κλέβει εκρηκτικές ύλες και ανατινάζει πυλώνες, προκαλώντας διακοπή ρεύματος στην εργοστασιακή μονάδα παραγωγής αλουμινίου της περιοχής. Υπογράφοντας ως «Η Γυναίκα του Βουνού», αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεών της σε προκηρύξεις που σκορπίζει από την ταράτσα πολυτελούς ξενοδοχείου, καλώντας τους πάντες να ξεσηκωθούν και να βρουν ευρηματικούς τρόπους να αντισταθούν στην καταστροφή της φύσης από τις πολυεθνικές. Η καθυστερημένη όμως θετική απάντηση σε αίτηση υιοθεσίας, πριν τέσσερα ολόκληρα χρόνια, ανατρέπει τις προτεραιότητές της, προκειμένου να αναλάβει ρόλο μητέρας.
Μέσα από σεναριακά και σκηνοθετικά ευρήματα, η ταινία παρουσιάζει με φρεσκάδα ένα άκρως πολιτικό θέμα. Την κωμική αίσθηση απογειώνει αναντίρρητα η χρήση της πρωτότυπης μουσικής, του διακεκριμένου Ισλανδού πιανίστα και συνθέτη Ντέιβιντ Θορ Γιόνσον, με ορατή την παρουσία των μουσικών, που σε κρίσιμες στιγμές παίζουν ζωντανά «επί σκηνής». Έτσι, η Χάλα ακολουθείται σχεδόν μόνιμα από ένα τρίο μουσικών, στο φόντο του κάδρου, που ως παθητικοί παρατηρητές σχολιάζουν μουσικά, εκφράζοντας ενίοτε τα εσώτερα συναισθήματα της πρωταγωνίστριας, ενώ προς το τέλος λειτουργούν ακόμα και προειδοποιητικά.
Θυμίζοντας το εξίσου πρόσχαρο και παιχνιδιάρικο σκηνοθετικό στυλ του Φινλανδού Άκι Καουρισμάκι, με ροκ μπάντες να παίζουν στις ταινίες του κουστουμαρισμένοι ζωντανά, οι μουσικοί του Έρλινγκσον, εμφανίζονται με κομψά κουστούμια πίσω από την ηρωίδα, στα πιο ευφάνταστα μέρη: καταμεσής ενός αγρού, κάτω από τον πυλώνα, ακόμα και στην ταράτσα του ξενοδοχείου, όπου κάνουν διάλειμμα και ανάβουν τσιγάρο, ενώ τα ταυτόχρονα «τιτιβίσματα» στα κινητά τους αντανακλούν την άμεση ανταπόκριση των προκηρύξεων στο πλήθος.
Την αγωνία στις επικίνδυνες αποστολές της Χάλα ενισχύει ο εμβατηριακός ρυθμός στα τύμπανα, υπογραμμίζοντας τη στρατιωτική πειθαρχία στις μεθοδικές κινήσεις της, ενώ σε πλάνα που τρέχει με το τόξο στην πλάτη σε αχανείς εκτάσεις, παρουσιάζεται να προσπερνάει το μουσικό τρίο, που παίζει ζωντανά. Όταν η πρωταγωνίστρια πηγαίνει να παραλάβει το 4χρονο κοριτσάκι, από ορφανοτροφείο στην Ουκρανία, στο κάδρο στριμώχνεται ένα πιάνο, με τον πιανίστα να παίζει θλιμμένες σόλο μελωδίες, με ηχοχρώματα από Ντεμπυσί και Μπαχ. Αλλά και λίγο πριν φτάσει στο αεροδρόμιο, η Χάλα αιφνιδιάζεται, βλέποντας μπροστά της τον ντράμερ να παίζει ρυθμό που σηματοδοτεί αγωνία, προειδοποιώντας την πως κάτι πάει στραβά. Αυτή η επικοινωνία με την πρωταγωνίστρια καθιστά μυθοπλαστικά όντα και τους μουσικούς της πρωτότυπης σύνθεσης, που συμμετέχουν ενεργά στη φιλμική ροή. Έτσι, η χρήση της μουσικής, ως αναπόσπαστου μέρους της αφηγηματικής δομής της ταινίας, με ορατούς τους μουσικούς να σιγοντάρουν τις πράξεις της ηρωίδας, λειτουργεί αντίστοιχα με τον χορό στην αρχαία τραγωδία.
Από τη στιγμή που η Χάλα σκέφτεται την μικρούλα, η μουσική σύνθεση εμπλουτίζεται με έντονες επιρροές από Μπρέγκοβιτς, όταν ένα πολυφωνικό ουκρανικό τρίο γυναικών, με παραδοσιακές φορεσιές, παίρνει σάρκα και οστά επί σκηνής. Ισλανδικά χορωδιακά τραγούδια έχουν την τιμητική τους στο μάθημα της Χάλα, αλλά και σε στιγμές αγαλλίασης, όταν κάνει αγέρωχη ποδήλατο στην πόλη, ενώ σε απόλυτη εναρμόνιση με τη φύση, απεικονίζεται σε κοντινό πλάνο να ακουμπάει το πρόσωπό της σε βρύα και λειχήνες για να νιώσει τη γη.
Ο αρμονικός τρόπος που αλλάζει κανάλια στην τηλεόραση εκτελώντας παράλληλα αναπνοές με χορευτικές σχεδόν κινήσεις γιόγκα, έρχεται σε αντίθεση με τον πανικό που σπέρνουν τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων στο φόντο, για θεομηνίες που σχετίζονται με τις άμεσες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
***
Ο Έρλινγκσον εκμεταλλεύεται στο έπακρο την απόκοσμη ομορφιά του ανάγλυφου ηφαιστειογενούς ισλανδικού τοπίου, στα μακρινά πλάνα όπου η Χάλα τρέχει σε ερημικά βοσκοτόπια, καταφεύγοντας ξεπαγιασμένη έπειτα από άγριο κυνηγητό, σε φυσικές θερμές πηγές.
Στοιχεία της ισλανδικής παράδοσης, όπως τα σχέδια στο μάλλινο πλεκτό της ηρωίδας, εμπλέκονται έντεχνα με αρχαιοελληνικά. Ο ίδιος ο Έρλινγκσον ισχυρίζεται πως ήθελε μια σύγχρονη Άρτεμη. Παρά τα πενήντα της, η Χάλα, ως άλλη τοξοβόλος Άρτεμις, εμφανίζεται με αθλητική κράση και τόξο στην πλάτη να τρέχει, λες και έχει ξεπεταχτεί από τη σειρά ταινιών δράσης Επικίνδυνες Αποστολές, ενώ φορώντας μάσκα Μαντέλα καταρρίπτει με το τόξο το απεχθές ντρόουν, που την κατασκοπεύει από ψηλά.
Όπως η Αντιγόνη του Σοφοκλή, που αναζητά δικαιοσύνη, η Χάλα βάζει την υπεράσπιση της φύσης πάνω από τους νόμους των ανθρώπων, ενώ τα τηλεοπτικά κανάλια προκαλούν σύγχυση, αντιστρέφοντας εσκεμμένα τις ιδέες της.
Θυμίζοντας ακόμα και τον πολυμήχανο Οδυσσέα, που απέδρασε από τη σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου κρεμασμένος από τις κοιλιές των προβάτων, έτσι και η Χάλα, κάτω από το κουφάρι νεκρού κριαριού, ξεγελάει τις θερμικές κάμερες ελικόπτερων και ντρόουν, που την καταδιώκουν.
Το κωμικό στοιχείο ενισχύεται με ευρηματικές παρεξηγήσεις, όπως η περίπτωση του Ισπανού τουρίστα ποδηλάτη, που βρίσκεται πάντα σε λάθος μέρος τη λάθος στιγμή, αλλά και των διδύμων, που προσφέρει σεναριακές λύσεις.
Η τελική σκηνή στη βροχερή Ουκρανία, με την πορεία των επιβατών του χαλασμένου λεωφορείου στον πλημμυρισμένο δρόμο και τους μουσικούς με τα όργανα ψηλά να ακολουθούν τη Χάλα με την μικρή στην αγκαλιά θυμίζει την τελετουργική σκηνή στον ποταμό, στον Καιρό των Τσιγγάνων, του Εμίρ Κουστουρίτσα.
Τα κάδρα με τα μεγάλα ασπρόμαυρα πορτραίτα των Γκάντι και Μαντέλα, στο σαλόνι της Χάλα, μαρτυρούν τις δημοκρατικές πεποιθήσεις και το αντιστασιακό πνεύμα της.
Επιλέγοντας να προβάλει με παραμυθένιο τρόπο πράξεις αντίστασης, σε μια εποχή που έχουν λησμονηθεί, η ταινία παρακινεί τους θεατές στην αναζήτηση του επόμενου βήματος, από τη θεωρία στην πράξη, πριν οι καταστροφές αποβούν μη αναστρέψιμες.
* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com
INFO
Το διήμερο 26 και 27 Ιανουαρίου προβάλλονται στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος οι βραβευμένες ταινίες του 21ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για Παιδιά και Νέους. Οι προβολές απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες και έχουν ενιαίο εισιτήριο 5 ευρώ, για το πρόγραμμα της κάθε μέρας. Οι ταινίες της Camera Zizanio προβάλλονται στις 16.00, με ελεύθερη είσοδο.