Όταν διαθέτεις ισχύ και τεράστιο μηχανισμό προπαγάνδας, μπορείς να νοηματοδοτήσεις τον κόσμο, σύμφωνα με τα συμφέροντά σου. Οι Αμερικανοί είναι οι μετρ του είδους, παίρνοντας τη σκυτάλη από τους Άγγλους που έχαναν την παγκόσμια αυτοκρατορία τους.
Ο πρόεδρος Μπους, μετά το τέλος του «σιδηρού παραπετάσματος», καθιέρωσε ορισμούς για «κράτη-παρίες» και «αποτυχημένα κράτη». Όποιο κράτος δεν δέχεται την αμερικανική κηδεμονία, αυτομάτως εντάσσεται στον «άξονα του κακού» με όλες τις συνέπειες που αυτό επιφέρει. Μιντιακό πόλεμο, εισβολές, βομβαρδισμούς, αποκλεισμούς, δέσμευση κεφαλαίων κ.λπ.
Αντιθέτως, κράτη που πραγματικά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αποτυχημένα ή τουλάχιστον προβληματικά, εξαιρούνται και εξωραΐζονται επειδή ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της Δύσης και εφαρμόζουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει το Μεξικό, μια χώρα που κατά το ήμισυ έχει βιαίως προσαρτηθεί στις ΗΠΑ (Τέξας, Καλιφόρνια και Νέο Μεξικό) και με τη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου (NAFTA) αποτελεί εν μέρει εξάρτημα της αμερικανικής οικονομίας.
Σήμερα, το Μεξικό, με 110 εκατομμύρια κατοίκους, βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Τα ποσοστά φτώχειας είναι από τα υψηλότερα στην Κεντρική και Νότια Αμερική, η διαφθορά είναι εκτός ελέγχου και η εγκληματικότητα από τις υψηλότερες στον κόσμο.
Από το 2007, που ο Φελίπε Καλντερόν εξελέγη πρόεδρος κηρύσσοντας τον πόλεμο στα καρτέλ των ναρκωτικών, η κεντρική εξουσία προσπαθεί, όπως διατείνεται ο ίδιος, όχι μόνο να περιορίσει το εμπόριο ναρκωτικών, αλλά και να επανακτήσει περιοχές ολόκληρες που διοικούνται από τα καρτέλ.
Ο πόλεμος αυτός έχει, μέχρι στιγμής, περισσότερους από 15 χιλιάδες νεκρούς! Και χαρακτηρίζεται από εξαιρετική αγριότητα. Καθημερινά, αμέτρητοι άνθρωποι αποκεφαλίζονται, βασανίζονται, ακρωτηριάζονται και εξοντώνονται μαζικά. Ολόκληρες οικογένειες αφανίζονται, σπίτια πυρπολούνται, επιχειρηματίες πέφτουν θύματα απαγωγής και χιλιάδες άλλοι, απλά, εξαφανίζονται για πάντα. Η αστυνομία και ο στρατός αντιμετωπίζουν ένα πολύ ισχυρό αντίπαλο που δε φαίνεται να υποχωρεί. Γεγονός που έχει οδηγήσει αξιωματούχους να αμφισβητούν όχι μόνο την αποτελεσματικότητα του πολέμου, αλλά και τη σκοπιμότητά του.
Ο Χόρχε Καστανιέδα, υπουργός Εξωτερικών στην προηγούμενη κυβέρνηση του Μεξικού και νυν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και στέλεχος του New America Foundation, υποστηρίζει ότι αυτός ο πόλεμος δεν έπρεπε να γίνει. Θεωρεί ότι το εμπόριο ναρκωτικών είναι μέρος της σύγχρονης πραγματικότητας, δεν εξαλείφεται όσο υπάρχει ζήτηση στις ΗΠΑ και οι συνέπειές του στο εσωτερικό της χώρας είναι μεν σοβαρές, αλλά όχι τόσο σοβαρές που να δικαιολογούν την ανοιχτή ρήξη με τα καρτέλ και το επακόλουθο μακελειό.
Τα επιχειρήματά του είναι ότι οι ναρκομανείς στο Μεξικό αυξάνονται μόνο κατά 26 χιλιάδες άτομα το χρόνο (συνολικά ανέρχονται σε μισό εκατομμύριο περίπου), ο αριθμός των δολοφονιών μόνο το 2006 ήταν διπλάσιος του αντίστοιχου στις ΗΠΑ, η παράνομη εισαγωγή δύο χιλιάδων όπλων ημερησίως δεν έχει ακόμα ξεπεράσει το ποσοστό της νόμιμης οπλοκατοχής στη Φιλανδία, η κατανάλωση ναρκωτικών στις ΗΠΑ δεν μειώνεται και ότι ο έλεγχος ολόκληρων περιοχών, πόλεων, λιμανιών, αυτοκινητοδρόμων, τελωνείων, αλλά και βουλευτών, δημάρχων, νομαρχών, αστυνομικών, δημοσιογράφων κ.λπ. από τα καρτέλ ισχύει, αλλά έτσι ήταν πάντα στο Μεξικό.
Αυτός ο πόλεμος, καταλήγει ο Καστανιέδα (FP, Ιαν./Φεβ. 2010) μπορεί να συνεχιστεί μόνο με στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ, την οποία ήδη αποδέχεται το 40% των Μεξικανών. Αν και θυμίζει ότι το παράδειγμα της Βολιβίας διδάσκει πως ο στρατός με μεγάλη εξωτερική βοήθεια μπορεί να περιορίσει τους αντάρτες, αλλά όχι και το εμπόριο ναρκωτικών.
Κανείς, βέβαια, ούτε ο Καστανιέδα, δεν θα παραδεχτεί ότι η διαφθορά και το έγκλημα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των δημοκρατιών που οι βασικές τους αξίες είναι το κέρδος και ο άνευ ορίων ανταγωνισμός για πλούτο και εξουσία.