Η κυβέρνηση προσβλέπει σε παράταση του βίου της για το επόμενο εξάμηνο – Η καυτή πατάτα της τραπεζικής ενοποίησης κι ένα ακόμη ημιτελές ευρωπαϊκό μνημόνιο. Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
«Ιδού τι συμβαίνει όταν γίνεται αληθινή διαπραγμάτευση». Αυτό ήταν ο τίτλος – σχόλιο του MEGAλου καναλιού, την ώρα που οι γνωστές ομιλούσες κεφαλές εξηγούσαν στο αδαές κοινό πώς η κυβέρνηση «κατατρόπωσε» την τρόικα. Κι αυτό, επειδή εγκρίθηκε η δόση του 1 δισ. ευρώ, επειδή προωθήθηκε η ρύθμιση για τους πλειστηριασμούς χωρίς την πλήρη έγκριση των δανειστών, επειδή τα σπίτια για το 2014 δεν θα τα παίρνουν οι τράπεζες, αλλά η εφορία, επειδή έμεινε ο ΦΠΑ 13% στην εστίαση… Λιώμα η τρόικα.
Κι η αλήθεια είναι ότι παρά τις διαρροές περί αβυσσαλέου χάσματος μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας, οι εκπρόσωποι των δανειστών δεν είχαν λόγους να εξαντλήσουν τις πιέσεις τους, αφού μετά τις γιορτές αρχίζει και τυπικά η επόμενη αξιολόγηση, η δε κυβέρνηση χρειαζόταν απεγνωσμένα ένα δείγμα διαπραγματευτικής αποτελεσματικότητας που να αντισταθμίζει την εικόνα διάλυσης και απορρύθμισης σε όλο τον κρατικό και κοινωνικό ιστό. Οι ψηφοφορίες στη Βουλή και το αλαλούμ με τις φορομπηχτικές διατάξεις που μπαινοβγαίνουν στα νομοσχέδια καταδεικνύουν ότι μάλλον έχει μυθοποιηθεί υπερβολικά ο κίνδυνος του «αντάρτικου» από τους βουλευτές της ισχνής κυβερνητικής πλειοψηφίας. Με ζεστή ή με κρύα καρδιά, με παζάρια και υπαναχωρήσεις, τα νομοσχέδια ψηφίζονται. Γενικώς, παρατηρείται μια συστημική συσπείρωση. Το καρτέλ της ενημέρωσης, τα κόμματα της συγκυβέρνησης, οι δορυφόροι τους, η βαθιά οικονομική ελίτ, το χρηματοπιστωτικό λόμπι επικεντρώνουν στον ίδιο περίπου στόχο. Να διατηρηθεί με κάθε τρόπο στη ζωή η παραπαίουσα κυβέρνηση τουλάχιστον για το επόμενο εξάμηνο. Και, ει δυνατό, να επιτευχθεί αυτό που σήμερα φαίνεται αδύνατο: να ανακτήσει η κυβερνητική πλειοψηφία τη βιωσιμότητά της.
Το κρίσιμο εξάμηνο συμπίπτει με την ελληνική προεδρία στην Ε.Ε. Η κυβέρνηση επιχειρεί να το αξιοποιήσει ως πολιτικό αβαντάζ, αφού οι κυβερνητικοί εταίροι εκτιμούν ότι οι πιέσεις των δανειστών θα είναι πιο διακριτικές. Όχι μόνο για λόγους διπλωματικού τακτ, αλλά και γιατί στη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας πρέπει να κλείσει ένα μείζον για την ευρωζώνη θέμα: η τραπεζική ένωση.
Τραπεζική ένωση
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Ecofin, μια μέρα πριν τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, θεωρητικά κλείνει την τελευταία εκκρεμότητα στην θεσμική ολοκλήρωση της τραπεζικής ενοποίησης, με τη θέσπιση του οργάνου που θα αποφασίζει πότε μια προβληματική τράπεζα θα διασώζεται και πότε θα εκκαθαρίζεται. Η εκκρεμότητα κλείνει μ’ έναν συμβιβασμό ανάμεσα στο βασικό γερμανικό σχέδιο και τις απαιτήσεις της Κομισιόν για έναν ισχυρό ρόλο στη διαδικασία. Εκτός από την ΕΚΤ και τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (SSM) των ευρωπαϊκών τραπεζών, η τραπεζική ένωση θα περιλαμβάνει έναν Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (SRM), δηλαδή ένα ταμείο με «μαγιά» μόλις 55 δισ. ευρώ, το οποίο, ωστόσο, σύμφωνα με τη γερμανική απαίτηση δεν πρόκειται να παίξει ουσιαστικό ρόλο πριν από τα επόμενα 4-5 χρόνια. Μέχρι τότε τα εθνικά ταμεία εξυγίανσης που είναι υποχρεωμένα να συστήσουν τα κράτη θα αναλαμβάνουν τη διάσωση των τραπεζών, όταν οι πόροι που αντλούνται από το bail in (μέτοχοι, ομολογιούχοι, καταθέτες) δεν επαρκούν. Ωστόσο, το απαύγασμα του βυζαντινισμού και της γραφειοκρατικής αντίληψης που επικρατεί στον σκληρό πυρήνα της ευρωκρατίας είναι το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, ένα τέταρτο θεσμικό όργανο που θεσπίζεται για να αποφασίζει με ένα πολύπλοκο σύστημα διπλής πλειοψηφίας και με δικαίωμα βέτο της Κομισιόν πότε μια τράπεζα σώζεται ή όχι.
Το λαβυρινθώδες σύστημα εποπτείας και εξυγίανσης των τραπεζών που αδρά περιγράφτηκε προκάλεσε ήδη την αντίδραση του ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Ο Γερμανός και σοσιαλδημοκράτης πρόεδρός του Μάρτιν Σουλτς το απέρριψε προκαταβολικά, προϊδεάζοντας για σκληρό παζάρι, όπως συνέβη στην περίπτωση του κοινοτικού προϋπολογισμού. Το παζάρι υποτίθεται ότι αναλαμβάνει να κάνει η ελληνική προεδρία, μέχρι την 1η Μαρτίου του 2014. Αν η διαπραγματευτική αποφασιστικότητα είναι ανάλογη αυτής που επέδειξε η κυβέρνηση έναντι της τρόικας μπορούμε να υποθέσουμε το αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και ένα μη αποτέλεσμα θα συνάδει με τις γερμανικές επιδιώξεις να καθυστερήσει όσο το δυνατό περισσότερο η τραπεζική ενοποίηση, τουλάχιστον στο σκέλος της αμοιβαιοποίησης.
Ευρωπαϊκό μνημόνιο
Η ελληνική προεδρία αποφεύγει, πάντως, μια άλλη καυτή πατάτα που κανονικά θα συνέπιπτε με τη θητεία της: την προώθηση ενός ακόμη «πανευρωπαϊκού μνημονίου». Ο λόγος για το σύστημα «συμβατικών ρυθμίσεων», δηλαδή ενός συστήματος δεσμεύσεων των κρατών μελών σε μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Η γερμανική ηγεσία ήθελε να δώσει στο σύστημα αυτό κυριολεκτικά χαρακτήρα «μνημονίου», με ταμειακές επιβραβεύσεις σε όσους επιδεικνύουν μεταρρυθμιστικό ζήλο και κυρώσεις σε όσους αθετούν τις δεσμεύσεις τους. Κι εδώ το «μπλόκο» προέρχεται κυρίως από το ευρωκοινοβούλιο, οι κορυφαίοι παράγοντες του οποίου κινούνται υπό το άγχος των ευρωεκλογών. Ενόψει ενός πλήρους ναυαγίου, η Σύνοδος Κορυφής περιορίστηκε σε μια ευχολογική αναφορά και παρέπεμψε την τελική συμφωνία για τον Οκτώβριο του 2014, αντί του Ιουνίου που θα ενέπιπτε στις αρμοδιότητες της ελληνικής προεδρίας.
Ωστόσο, παρά τις γενικολογίες, τις διαφωνίες, τις συγκρούσεις και τα παζάρια, το ανακοινωθέν του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που αποτελεί κι ένα είδος ατζέντας της ελληνικής προεδρίας, αποτελεί ένα συμπυκνωμένο μανιφέστο νεοφιλελευθερισμού. Ενώ ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς είδε στην απόφαση της Συνόδου Κορυφής «αποκόλληση από τη λιτότητα και στροφή στην ανάπτυξη», στην ίδια την απόφαση περιγράφεται απερίφραστα ως σταθερή στρατηγική η πλήρης απορύθμιση της εργασίας. Ελάφρυνση της φορολόγησης της εργασίας, παράταση του επαγγελματικού βίου, διά βίου μάθηση, σύνδεση μισθών – παραγωγικότητας, αύξηση της κινητικότητας των εργαζομένων, όλα όσα στη δεκαετία του ’80 οι νεοφιλελεύθεροι μόνο στα τρελά τους όνειρα φαντάζονταν, σήμερα διατυπώνονται με τεχνοκρατικό και ακαδημαϊκό ύφος στα θεσμικά κείμενα της Ε.Ε.