της Ιφιγένειας Καλαντζή*
Φανερά αντίθετος με τη φιλελεύθερη στροφή της Ευρώπης, ο καταξιωμένος 86χρονος σκηνοθέτης του «Ζ» Κώστας Γαβράς ταράζει τα νερά με τη δική του οπτική στα εκρηκτικά γεγονότα του 2015, δημιουργώντας την ταινία «Ενήλικοι στην αίθουσα», με βάση το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη «Ανίκητοι Ηττημένοι», θέλοντας να προλάβει την ύπουλη διαστρέβλωση που επιφέρει η λήθη. Το αποτέλεσμα είναι ένα τολμηρό πολιτικό θρίλερ, που δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο, αν κρίνουμε από τον ντόρο που ακολούθησε την πρεμιέρα, στο φεστιβάλ Βενετίας.
Στη συνέντευξη τύπου στο Γαλλικό Ινστιτούτο, ο Γαβράς, πλαισιωμένος από τους δυο πρωταγωνιστές και τον Γιάνη Βαρουφάκη, δήλωσε ότι θεώρησε αναγκαία τη δημιουργία ενός φιλμ που καταδεικνύει τον τρόπο αντιμετώπισης των μικρών κρατών από την Ευρώπη σήμερα, πεπεισμένος για την ουσία του πολιτικού σινεμά. Βασίστηκε δε στο βιβλίο του πρώην υπουργού Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, επειδή υπήρξε μάρτυρας των γεγονότων και κατέγραψε το παρασκήνιο των διαβουλεύσεων.
Οι δυο πρωταγωνιστές υποστήριξαν πως η ταινία δεν απευθύνεται σε υπέρμαχους ή ενάντιους, ωστόσο με την έκθεση της επικαιρότητας σε δημόσια συζήτηση αυτόματα αποστασιοποιείται ο θεατής και αναγκάζεται να πάρει θέση. Ο Γαβράς συμπλήρωσε πως καθένας απ’ όσους έζησαν τα γεγονότα της εποχής έχει στο μυαλό του το δικό του φιλμ. Η ταινία αυτή αποτελεί τη δική του εκδοχή, που θα κριθεί από το ελληνικό κοινό.
Ο προεκλογικός λόγος του Αλέξη Τσίπρα (Αλέξανδρος Μπουρδούμης), το 2015, στην κατάμεστη πλατεία Συντάγματος, όπου υπόσχεται «να τσακίσει την ολιγαρχία», συνοδεύεται από πρωτότυπη μουσική με ηχόχρωμα μπουζουκιού του Αλεξάντρ Ντεσπλά, ακολουθώντας τον παλμό του πλήθους που κρατά σημαίες ΣΥΡΙΖΑ. Ακολουθεί ο ενθουσιασμός για το εκλογικό αποτέλεσμα και η απόφαση του νέου πρωθυπουργού να αναθέσει την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους στον μη κομματικό Γιάνη Βαρουφάκη (Χρήστος Λούλης), επιλέγοντάς τον ως Υπουργό Οικονομικών. Ο Βαρουφάκης-Λούλης αντιμετωπίζει με άνεση τους Ευρωπαίους ομολόγους του και τις κλειστές συνεδριάσεις του Γιούρογκρουπ, αντικρούοντας κάθε είδους απαξιωτικές επιθέσεις, εκφοβισμούς και τελεσίγραφα, ενώ αρνείται κατηγορηματικά την υπογραφή ενός νέου Μνημονίου, που θα οδηγήσει σε οικονομική κατάρρευση. Πολλά μέλη της νέας κυβέρνησης κλονίζονται, συνειδητοποιώντας πως οι προεκλογικές υποσχέσεις δεν αντανακλούν την πραγματικότητα, ενώ ο Βαρουφάκης-Λούλης εξηγεί αναλυτικά το φαύλο κύκλο στον οποίο προσπαθούν να εμπλέξουν τη χώρα, επιχειρηματολογώντας υπέρ ενός βιώσιμου χρέους.
Απλά μαθήματα οικονομίας από τον πρώην υπουργό Οικονομικών και απλά μαθήματα δημοκρατίας από έναν πολιτικοποιημένο σκηνοθέτη, που διαπραγματεύεται την οργή του ελληνικού λαού, καταδεικνύοντας ως ανυπέρβλητα βαρίδια της μεταστροφής μιας «πρώτη φορά αριστερής» κυβέρνησης το αδυσώπητο σχέδιο απαξίωσης και ταπείνωσής του, που εκδηλώθηκε προεκλογικά με τη δήλωση Σόιμπλε, πως «αν εκλεγούν, θα τους πετάξουμε έξω από την Ευρώπη». Αντίστοιχα, αποδοκιμάζεται η πρωτόγνωρη «πολιτική» ορκωμοσία του νέου πρωθυπουργού, σε λαϊκό καφενείο, ενώ αποδίδεται κωμικά η πίεση για τήρηση του ενδυματολογικού πρωτόκολλου με γραβάτα, υπογραμμίζοντας την εξαρχής αντισυμβατική πρόθεση της νέας κυβέρνησης. Το πολιτικό σημαινόμενο της επιθετικής στάσης της Ευρώπης, απέναντι στα επιχειρήματα του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, περικλείεται στις καταγγελίες του Βαρουφάκη-Λούλη, για τις μαφιόζικες συμπεριφορές των Ευρωπαίων Επιτρόπων, που εξ ονόματος του ευρωπαϊκού λαού, τον οποίο αγνοούν, ενεργούν εις όφελος μιας ελίτ γραβατωμένων πλουτοκρατών.
Με επίκεντρο αυτές τις «ηρωϊκές» διαπραγματεύσεις που απαθανατίζουν μυθοπλαστικά την εξοργιστική στάση των ανένδοτων τεχνοκρατών, ο πρωταγωνιστής του Γαβρά αντιμετωπίζει τους πάντες με ευφυείς ατάκες. Μεταφέροντας λογοτεχνική αύρα φιλμ νουάρ, οι εκτός κάδρου σχολιασμοί του αποκαλύπτουν τους οικονομικούς μηχανισμούς ενός φαύλου κύκλου.
Στην ταινία, με τίτλο που αποδίδεται σε φράση της Λαγκάρντ, δόθηκε έμφαση και στην εικόνα που καλλιεργήθηκε μέσα από ειδησεογραφικά δελτία στο εξωτερικό, με χαρακτηρισμούς των μελών της ελληνικής κυβέρνησης ως ακραίων αριστερών ριζοσπαστών. Πλάι στις κατηγορίες κατά Ελλήνων γελοιογράφων επειδή τόλμησαν να παρουσιάσουν την Μέρκελ με αγκυλωτούς σταυρούς και μουστάκι Χίτλερ, η ομάδα Βαρουφάκη-Λούλη αντιπροβάλλει τη συκοφαντική εκστρατεία ενός ανθελληνικού φανατισμού, που προηγήθηκε από τον ξένο τύπο, με το εξώφυλλο της παραποιημένης εικόνας της Αφροδίτης της Μήλου και το διασυρμό του ελληνικού λαού, που τον απεικονίζουν ως παχύσαρκο τεμπέλη τσολιά, ενώ τονίζεται η ευφυής απάντηση του υπουργού Οικονομικών, σε ένα διπλωματικό δείπνο, μετά την προκλητική πρόταση πώλησης του Παρθενώνα, για την αντιμετώπιση του χρέους.
Αδιάσειστο υλικό της ταινίας του Γαβρά που απαθανατίζεται στη συλλογική μνήμη αποτελούν οι αλλεπάλληλες επιγραφές «Πωλείται/Ενοικιάζεται» στις προθήκες των ρημαγμένων καταστημάτων του κέντρου της Αθήνας, οι απολυμένες καθαρίστριες έξω απ’ το υπουργείο Εργασίας, αλλά και οι ουρές στις τράπεζες, μετά την επιβολή των κάπιταλ κοντρόλς, που δεν κατάφεραν να αποτρέψουν τη θετική έκβαση του δημοψηφίσματος.
Ο Γαβράς βάζει στο κινηματογραφικό κάδρο και τον ίδιο τον ελληνικό λαό, ανάγοντάς τον σε ουσιαστικό ιστορικό υποκείμενο και βασικό διαμορφωτή της Ιστορίας, στη σκηνή που το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο περιστοιχίζεται από ένα ενθουσιώδες πλήθος, με τον πρωθυπουργό να δηλώνει συγκινημένος πως αυτοί αποτελούν «τη δύναμη της κυβέρνησης», για να ακουστεί και ο προφητικός αντίλογος του υπουργού Οικονομικών, πως «μπορεί να στραφούν εναντίον μας αν τους απογοητεύσουμε». Το τελευταίο επαληθεύεται μυθοπλαστικά μετά το Δημοψήφισμα, με τη συμβολική κίνηση μιας ομάδας αμίλητων νεαρών που τον πλησιάζουν απειλητικά, καθώς τρώει με παρέα σε ταβέρνα, ενώ στη συνέχεια γυρνούν επιδεικτικά την πλάτη και αποχωρούν. Αποκορύφωμα συμβολισμού και η σκηνή του τέλους, όπου καταγράφονται με αεικίνητη κάμερα, οι πρωτεργάτες των Ευρωπαίων εκπροσώπων να προχωρούν απειλητικά εν χορώ προς τον πρωθυπουργό, αποκλείοντάς του κάθε δίοδο διαφυγής, ενώ τον κυκλώνουν ολοένα και πιο ασφυκτικά, σε ένα καθοριστικό πλάνο κάτοψης, σε μια σκηνή-παρακαταθήκη πολιτικοποιημένων σκηνοθετών, όπως οι Κάρλος Σάουρα και Φερνάντο Σολάνας, που σε ανελεύθερες εποχές απέδωσαν το πολιτικό σημαινόμενο συμβολικά, μέσα από χορευτική κίνηση.
Ξένοι ηθοποιοί υποδύονται τους ευρωπαίους πρωτεργάτες των διαπραγματεύσεων του 2015, με πλέον αναγνωρίσιμο τον Γερμανό Ουλρίχ Τουκούρ, στο ρόλο του Σόιμπλε. Τα άψογα αγγλικά και την κομψή εμφάνιση του Βαρουφάκη διασφαλίζει η επιλογή του Χρήστου Λούλη, που κλέβει τις εντυπώσεις, φορώντας με αυτοπεποίθηση το στυλάτο κουστούμι της περσόνας-Βαρουφάκη, ενώ η Βαλέρια Γκολίνο υποδύεται τη σύζυγό του. Αξιόλογες είναι και οι εμφανίσεις σημαντικών ηθοποιών σε ρόλο πραγματικών ή μυθοπλαστικών μελών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Η πρωτότυπη μουσική του ελληνικής καταγωγής Γάλλου Αλεξάντρ Ντεσπλά, που σύμφωνα με τον σκηνοθέτη λειτουργεί ως άλλος ένας χαρακτήρας στην ταινία, υιοθετεί ενίοτε ρυθμούς βαλς. Το ρυθμό όμως και την ένταση των διαπραγματεύσεων κρατάνε κυρίως τα ρυθμικά πιανιστικά ακούσματα, υπογραμμίζοντας τον ελληνικό χαρακτήρα με μπουζούκι και μπαγλαμά, σιγοντάροντας παράλληλα ένα κλίμα διακωμώδησης, στα χνάρια της μουσικής του Ντεσπλά για την «Αφροδίτη με τη Γούνα» (2013), του Πολάνσκι. Η τραγική τέλος αίσθηση ωμής εξαπάτησης, όπως στη σκηνή που άλλα συμφωνητικά έγραφα έδωσαν στους Έλληνες να διαβάσουν και άλλα να υπογράψουν, φορτίζεται από κανονάκι.
Η θεσμική διάσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η αυταρχική αντιμετώπιση του Έλληνα υπουργού Οικονομικών αποτυπώνεται αρχικά με διαδοχικά σταθερά μετωπικά πλάνα και πλάνα κάτοψης, που μεταφέρουν σκηνοθετικά την εδραίωση του κύρους μέσα στις μεγάλες αίθουσες συνεδριάσεων, ενώ οι κυβερνητικές συζητήσεις καταγράφονται με πιο ρευστή κινηματογράφηση, με κάμερα να περιδιαβαίνει από τον έναν στον άλλον σε μερικές συνεχόμενες λήψεις, τρόπος που αργότερα υιοθετείται και στις συνεδριάσεις του Γιούρογκρουπ, υπογραμμίζοντας τις αμφιταλαντεύσεις.
Με αφηγηματικό σχήμα δικαστικής ταινίας, με αντιπαραθέσεις επιχειρημάτων-αγορεύσεων, ο Γαβράς χτίζει πάνω στο υλικό του βιβλίου του Βαρουφάκη μια κινηματογραφική αρένα-δικαστήριο, όπου ζυγιάζονται αμοραλιστικές επιθέσεις των εκπροσώπων των δανειστών έναντι έξυπνων αντεπιχειρημάτων, αποκαλύπτοντας την άνιση αναμέτρηση και την «ανάπηρη» δημοκρατία της σύγχρονης Ευρώπης, παραφράζοντας το «ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν», του Μιχάλη Κατσαρού.
Επηρεασμένος από το αμερικάνικο κοινωνικό σινεμά, ο Γαβράς χειρίζεται άψογα τη δύναμη αμεσότητας και πειθούς της κινηματογραφικής μυθοπλασίας, εγείροντας το λαϊκό συναίσθημα και αναπλάθοντας παράλληλα μιαν άγνωστη για τους Ευρωπαίους εκδοχή από την πλευρά των ηττημένων Ελλήνων, με καταγγελτική ορμή και μια αλά σκορτσέζε μαφιόζικη σεναριακή διάσταση των άγριων αντιπαραθέσεων, ακόμα και στα όρια λαϊκισμού.
Ίσως δεν είναι τυχαίο, που στο ίδιο φεστιβάλ της Βενετίας κατέθεσε τη δική του εκδοχή για το «Κατηγορώ» του Ζολά και ο συνομήλικος του Γαβρά, Ρομάν Πολάνσκι, θίγοντας το θέμα-ταμπού του γαλλικού αντισημιτισμού, τη στιγμή που ο Γαβράς καταθέτει το δικό του «Κατηγορώ» για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτή παραμένει η ουσία ενός καταγγελτικού πολιτικού κινηματογράφου, παρά τις όποιες αδυναμίες.
* Η Ιφιγένεια Καλαντζή είναι θεωρητικός-κριτικός κινηματογράφου, ifigenia.kalantzi@gmail.com