Δεν θα νυστάξουμε από πλήξη το νέο έτος αλλά πραγματικές εκπλήξεις θα νιώσουν στη χώρα μας μόνο όσοι τρέφουν χρόνιες αυταπάτες. Ας πούμε, απλουστεύοντας, ότι και στο νέο έτος θα συνεχιστεί η ρουτίνα, που κλείνει πλέον δυο αιώνες, να φταίνε για όλα όποιοι κυβερνούν, να είναι δακτυλοδεικτούμενοι διάφοροι μπαγάσηδες που καταχράστηκαν χρήματα του Δημοσίου, των φορολογούμενων ή των εξαπατημένων επενδυτών, αλλά βρίσκουν τρόπο να ξεφύγουν και να κυκλοφορούν «σαν κύριοι» στα καφενεία της επικράτειας. Τους σώζει ότι κόρακας του κόρακα μάτι δεν βγάζει.
ΚΑΠΟΤΕ έλεγαν ότι φταίνε οι ξένοι, ειδικά οι Αμερικάνοι, συνήθως άλλοθι για τα εγχώρια λαμόγια, που ξέφευγαν κατηγορώντας τους κατήγορους ότι ήταν κομμουνιστές. Τέλος πάντων έφταιγε, φταίει και θα έχει το παντοτινό φταίξιμο η κατσίκα του γείτονα. Εμείς είμαστε ο γείτονας του γείτονα που φταίει ακόμα και χωρίς κατσίκα.
Αστεία-αστεία στην παραπάνω φράση κρύβεται το μυστικό της μιζέριας δυο αιώνων. Ξεκίνησε το 1821 ένας αγώνας ανεξαρτησίας, είχε ηρωισμούς, θύματα, προδοσίες και στο τέλος ιδρύθηκε κράτος. Αλλά όχι ανεξάρτητο κράτος. Ιδρύθηκε προτεκτοράτο με επικυρίαρχους τη Γαλλία, τη Ρωσία και την Αγγλία που τελικά έδιωξε τους άλλους ώσπου παραχώρησε την κυριαρχία στους Αμερικάνους. Όποιος δυσανασχετεί με αυτή την κατάσταση θα όφειλε να λέει από το πρωί ως το βράδυ ότι πριν από όλα πρέπει να απαλλαγούμε από κάθε επικυρίαρχο και ταυτόχρονα να λέει τι να κάνουμε. Επειδή δεν το κάνουμε κατεβαίνουμε στου Κακού τη σκάλα: Τρώγονται ο βασιλιάς με τον Βενιζέλο και κλαίμε για την καταστροφή της Σμύρνης, Αντίσταση στους Γερμανούς αλλά πέφτουμε στον εμφύλιο, αργότερα με τους αποστάτες, τα Ιουλιανά του 1965 και τη Χούντα, προχθές ο Τσίπρας υπογράφει τις Πρέσπες, και τώρα κατηγορούμε τον Μητσοτάκη ότι σιωπηρά ολοκληρώνει την πολιτική Σημίτη και παραχωρεί στους Τούρκους κομμάτια του Αιγαίου ενώ παραλείπουμε τον Λαφαζάνη και τις βαθιές υποκλίσεις του στον Πούτιν, λες και είναι ο Αϊ-Γιώργης. Και τώρα ετοιμάζεται, λέει, να (ξανα)ζητήσει την ψήφο μας. Θυμίζω ότι ο Μπάιντεν, όταν ο Τσίπρας ζήτησε να τον δει ως αρχηγός, τότε, της αντιπολίτευσης είχε πει πως όσοι έρχονται από την Αθήνα να τον δουν, του «γλείφουν τα παπούτσια». Άμα ο ένας γλείφει παπούτσια κι άλλος κάνει γονυκλισίες σαν σε εικόνισμα, γιατί να ελπίζουμε ότι θα πάψουμε να είμαστε κλοτσοσκούφι και περίγελως; Τοιούτος μας πρέπει ηγεμών, έλεγαν παλιά. Αλλά οι υποτίθεται αξιόλογοι αναλυτές και δημοσιολόγοι το παραλείπουν από τα σοφά τους λόγια.
Η ελίτ της Ελλάδας έχει παραδοθεί ψυχή τε και σώματι στους ξένους και κάνει ό,τι θέλουν για να κρατήσει τα προνόμιά της
Τελικά, όμως, δεν γίνεται να παριστάνουμε ότι η Ελλάδα δεν είναι προτεκτοράτο, ένα εξάρτημα στη θεριστική μηχανή της Δύσης και ταυτόχρονα να μην παράγουμε ούτε βίδα για την αμυντική μας βιομηχανία, το λέω ως παράδειγμα, επειδή οι «ξένοι», οι Γερμανοί, οι Αμερικάνοι ή δεν ξέρω ποιος άλλος, δεν το επιτρέπουν. Γιατί, σ’ αυτές τις συνθήκες, να μη ζητούν και οι Τούρκοι εκείνο ή το άλλο; Επιτέλους τι θα παθαίναμε αν, αντίθετα από την επιθυμία των Αμερικανών, παίρναμε τις γαλλικές φρεγάτες που χρειαζόμασταν; Και αν δεν είμαστε αποφασισμένοι να αντέξουμε τις πιέσεις γιατί ωρυόμαστε περί εθνικής, δήθεν ανεξάρτητης, πολιτικής; Για να λέμε του στραβού το δίκιο, οι Τούρκοι αντέχουν χρόνια τώρα την οικονομική κρίση παρά τις «τρελίτσες» του Σουλτάνου. Μπορεί το όραμα που τους προσφέρει να είναι υπερφίαλο, μπορεί να είναι (και είναι) γεμάτο παρανομίες και ανομίες, αλλά δεν διαφέρει από όσα κάνουν πολλοί άλλοι (για την ακρίβεια: όλοι οι άλλοι) σε Δύση κι Ανατολή για το συμφέρον τους. Και αντίστροφα, άλλοι αμύνονται, άλλοι σκύβουν το κεφάλι αλλά τότε δεν παριστάνουν ταυτόχρονα και τους ακατάβλητους ήρωες επικαλούμενοι όχι τις δικές τους πράξεις αλλά τα ανδραγαθήματα των προγόνων τους – και διηγώντας τα να κλαις. Δεν ξέρω, αλλά μάλλον είμαστε μοναδικό παράδειγμα υποκρισίας απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό.
ΕΝΤΑΞΕΙ, η ελίτ της χώρας έχει παραδοθεί ψυχή τε και σώματι στους ξένους και κάνει ό,τι θέλουν για να κρατήσει τα προνόμιά της. Αλλά γιατί, δήθεν, δεν καταλαβαίνουμε ποια σημασία έχουν π.χ. οι υπογραφές στις Πρέσπες και επιτρέπουμε στους υποστηρικτές να εμφανίζονται ως σωτήρες; Γιατί το καταλαβαίνουν οι Βούλγαροι κι εμείς όχι; Γιατί κυνηγήθηκε όσο λίγοι ο σπουδαιότερος σύγχρονος Έλληνας διανοούμενος, ο Παναγιώτης Κονδύλης, και ουδείς τον υπερασπίστηκε, όταν, τριάντα χρόνια πριν, μίλησε, πρώτος και μόνος, για την ανάγκη «πρώτου προληπτικού πλήγματος» ως ύστατο όπλο καταφυγής. Γιατί οι απόστρατοι αξιωματικοί δεν αναπτύσσουν απόψεις (που έχουν) για τους τρόπους αντιμετώπισης της Τουρκίας, όπως γίνεται σε όλες τις χώρες του κόσμου, αφού οι εκτός στρατεύματος μπορούν να πουν τις απόψεις τους χωρίς να δεσμεύουν κανέναν και χωρίς να αποτελούν απειλή, ως συνταξιούχοι, για την έννομη τάξη, τον πολιτικό κόσμο, τη Δημοκρατία;
Κλείνοντας: Φαίνεται ότι όσοι φοβόντουσαν τώρα επίθεση της Τουρκίας θα διαψευστούν. Μας καθησυχάζουν Τούρκοι αξιωματούχοι ότι δεν θα παραβιάσουν τα έξι μίλια. Εννοώντας, για όσους δήθεν δεν καταλαβαίνουν, ότι εμείς δεν θα διεκδικήσουμε ποτέ τα 12 μίλια όπως προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο για το οποίο, υποτίθεται, σκίζουμε τα ρούχα μας. Ένας Τούρκος που έλεγε ότι μας φτάνουν τα τρία μίλια είναι, λέει, ακραίος. Εκτός αν είναι προφήτης!