Ενώ ομολογεί το κοινό μυστικό της ελληνικής θυσίας για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, κρατάει ανοικτή και την πόρτα απεμπλοκής του από το 3ο Μνημόνιο
Η έκθεση του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης του ΔΝΤ (IEO) θα είχε τις προδιαγραφές να γίνει το αγαπημένο ανάγνωσμα του καλοκαιριού, αν έλεγε κάτι πραγματικά καινούργιο. Ωστόσο, όλα όσα καταγράφει ως κριτική για την εκτός κανονισμών και δεοντολογίας του συμμετοχή του στο 3ο Μνημόνιο είναι πράγματα που έχουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αποκαλυφθεί από στελέχη του, από τις ίδιες τις εκθέσεις του, αλλά και από τη δημοσιογραφική και «τεχνοκρατική» έρευνα. Από την έκθεση Μπλανσάρ που αναγνώρισε τους λάθος πολλαπλασιαστές στα τέλη του 2012, μέχρι την πρόσφατη διαρροή της τηλεφωνικής συνομιλίας Τόμσεν-Βελκουλέσκου για την πρώτη αξιολόγηση του 3ου Μνημονίου και την τελευταία έκθεση μη βιωσιμότητας του ελληνικού, υπάρχει ένα «σερί» αποκαλύψεων και τεκμηρίων που καταδεικνύουν ότι το ΔΝΤ στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν ο απρόθυμος εταίρος σε ένα πολιτικό colpo grosso διάσωσης της Ευρωζώνης.
Ένα πλήρες κατηγορητήριο
Ωστόσο, η αξία της έκθεσης του «ανεξάρτητου γραφείου» είναι ότι συγκεντρώνει όλα τα δεδομένα σε ένα άτυπο κατηγορητήριο για το οποίο υπάρχουν πολλοί κατηγορούμενοι, αλλά δεν υπάρχει εδώλιο να καθίσουν: από την ηγεσία και τα ανώτατα στελέχη του ΔΝΤ, μέχρι την Κομισιόν και την ηγεσία της Ευρωζώνης. Τα πιο κρίσιμα στοιχεία αυτού του κατηγορητηρίου είναι τα εξής:
- Ότι το ΔΝΤ παραβίασε τους κανόνες του, τροποποιώντας το καταστατικό του για τους όρους κατ’ εξαίρεση χρηματοδότησης χώρας με μη βιώσιμο χρέος υπό την πολιτική πίεση που του άσκησε η ευρωπαϊκή πολιτική ηγεσία.
- Ότι υπ’ αυτή την πολιτική πίεση δεν επέμεινε στο εξαρχής κούρεμα του χρέους, και συμβιβάστηκε με ένα κούρεμα (το PSI) που ήρθε πολύ αργά και ήταν πολύ λίγο. Ότι η καθυστέρηση αυτή υπαγορεύτηκε από την ανάγκη να κερδίσουν χρόνο οι ευρωπαϊκές τράπεζες να ξεφορτωθούν τα ελληνικά ομόλογα και να γλιτώσουν το κούρεμα.
- Ότι υπό την ίδια πολιτική πίεση υποεκτιμήθηκαν οι υφεσιακές επιπτώσεις της πρωτοφανούς προσαρμογής. Εδώ, το «ανεξάρτητο γραφείο» διατυπώνει την κυνική ομολογία ότι η σχετική αστοχία του ΔΝΤ είναι συνήθης, στο 60% των 159 προγραμμάτων των τελευταίων χρόνων που εξετάστηκαν, αλλά με αποκλίσεις από τις προβλέψεις μέχρι 6,5%. Η απόκλιση 12,5% (στη μείωση του ΑΕΠ σε δυο χρόνια) που καταγράφηκε στην Ελλάδα είναι απαράδεκτη (και εμμέσως ύποπτη) ακόμη και για τους κυνικούς τεχνοκράτες του ΔΝΤ.
Νομιμοποιώντας το παράνομο χρέος
Τα τεκμήρια της παταγώδους και πολιτικά σκόπιμης αποτυχίας μπορεί να τα βρει κανείς ανατρέχοντας ακόμη και στον συστημικό διεθνή Τύπο από το 2010 και μετά. Άλλωστε, το βασικό εύρημα της έκθεσης αυτής, ότι δηλαδή το πρώτο Μνημόνιο επιβλήθηκε για να φτιαχτεί «υγειονομική ζώνη» στην Ευρωζώνη και το δεύτερο, μαζί με το PSI, για να σωθούν οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες το τεκμηριώνει με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια το πόρισμα της «Επιτροπής Αλήθειας για το Χρέος» που συγκροτήθηκε πανηγυρικά από τη Βουλή του Ιανουαρίου 2015 και διαλύθηκε σιωπηρά από τη Βουλή του Σεπτεμβρίου 2015.
Απ’ αυτή την άποψη ηχεί μάλλον παράδοξα το θριαμβευτικό σχόλιο κύκλων του υπουργείου Οικονομικών, ότι «επιβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά και επίσημα ότι η αναδιάρθρωση του χρέους δεν έγινε γιατί οι ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν “φορτωμένες” με ομόλογα της Ελλάδας. Τους έδωσαν, λοιπόν, τον χρόνο, χωρίς να υπάρξει καμιά αντίδραση των τότε κυβερνήσεων της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου να τα “ξεφορτωθούν”, με αποτέλεσμα να την πληρώσουν τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας». Σωστό μεν το σχόλιο, αλλά ανέξοδο, αφού η κυβέρνηση, με την υπογραφή της στο 3o Μνημόνιο και στην απόφαση του Eurogroup της 24/5/2016, έχει αναγνωρίσει όλο το παράνομο και απεχθές βάρος του χρέους, έχει παραιτηθεί επισήμως από κάθε νομική αμφισβήτησή του, περιοριζόμενη απλώς στην υπόσχεση μελλοντικής αναδιάρθρωσής του μετά το 2018. Κι αυτό, παρ’ ότι αυτή η τελευταία έκθεση του Ανεξάρτητου Γραφείου Αξιολόγησης του ΔΝΤ θα μπορούσε να αποτελέσει ένα επιπλέον τεκμήριο προσφυγής ακόμη και σε διεθνή δικαστήρια.
Με το βλέμμα στην έξοδο
Το ερώτημα που γεννάται, βεβαίως, είναι γιατί το ίδιο το ΔΝΤ επιμένει τόσο πολύ στο ανελέητο αυτομαστίγωμά του, σ’ αυτά τα αλλεπάλληλα επεισόδια κρίσης ειλικρίνειας γύρω από την εμπλοκή του στα ελληνικά μνημόνια. Ένας προφανής λόγος είναι, βεβαίως, ότι είναι διεθνώς εκτεθειμένο με την κραυγαλέα αποτυχία του στην Ελλάδα. Για την Κριστίν Λαγκάρντ, που μόλις ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία της, ίσως είναι κρίσιμο να εξαγοράσει την αξιοπιστία του Ταμείου στο παγκόσμιο «πελατολόγιό» του με μερικές ισχυρές δόσεις διαφάνειας και αυτοκριτικής. Της είναι εύκολο να σκυλεύσει το πολιτικό πτώμα του προκατόχου της Ντομινίκ Στρος Καν, να θυσιάσει ενδεχομένως και κάποια κορυφαία στελέχη του Ταμείου, όπως ο πολύς Πολ Τόμσεν και να εκθέσει στο έπακρο την ηγεσία της Ευρωζώνης και ιδιαίτερα της Γερμανίας προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη παλαιών και νέων ισχυρών παικτών-μετόχων του ΔΝΤ.
Ωστόσο, πέραν αυτών, αυτό το τελευταίο εξοντωτικό mea culpa είναι και το τέλειο άλλοθι για να κρατήσει ανοικτή την πόρτα οριστικής απεμπλοκής από το 3o ελληνικό Μνημόνιο. Αν ήταν εγκληματικό να προσχωρήσει στο 3o Mνημόνιο χωρίς βιώσιμο χρέος, αν ήταν λάθος να συναινέσει στο «καθυστερημένο και περιορισμένο» κούρεμα του PSI προ του 2oυ Mνημονίου, πώς είναι δυνατό να επαναλάβει τρίτη φορά το λάθος; Το μήνυμα, λοιπόν, είναι προφανές: αν η υπεσχημένη αναδιάρθρωση χρέους δεν ποσοτικοποιηθεί, αν δεν βγάζει σε βιώσιμο χρέος, αν τα πλεονάσματα δεν γίνουν ρεαλιστικότερα, η έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που πρέπει να συνταχθεί μέχρι το τέλος του έτους θα βγάζει «απαγορευτικό» για συμμετοχή του ΔΝΤ στο 3o Μνημόνιο. Και κανείς δεν θα δικαιούται να κατηγορήσει το Ταμείο για δυστροπία.