του Δημήτρη Μπελαντή
Ζούμε αυτές τις μέρες μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή ως λαός και ως χώρα. Πιθανότατα, την πιο δύσκολη μετά την κρίση του 1974. Αυτή η κρίση αφορά την όξυνση της τουρκικής επιθετικότητας και του νέο-οθωμανικού επεκτατισμού σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων καθώς και της ίδιας της κυριαρχίας της Ελλάδας. Μια επιθετικότητα που θέτει υπό αναίρεση όλο το στάτους κβο της Συνθήκης της Λωζάννης καθώς και εκείνο της Ν.Α. Μεσογείου.
Η κρίση αυτή έχει ένα επιφαινόμενο και από κάτω μιαν ουσία. Το επιφαινόμενο ,που δεν είναι από μόνο του άνευ σημασίας, είναι η διάσταση αντιλήψεων της Ελλάδας με την γείτονα χώρα για το αν τα ελληνικά νησιά έχουν αυτοτελή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) ή αν το Αιγαίο, υπό την θεωρία του «κλειστού αρχιπελάγους», πρέπει να κοπεί στην μέση και ό,τι βρίσκεται στα ανατολικά του ορίου να μην διαθέτει ΑΟΖ. Πάνω σε αυτό το επιφαινόμενο στήνεται επιμελώς ένα σύστημα απόψεων ότι όλη η φασαρία γίνεται για τα πετρέλαια και άρα για το ποιές εταιρείες θα συνεργαστούν με τις πολυεθνικές, οι ελληνικές ή οι τουρκικές. Άρα, θα σκοτωθούμε για τα πετρέλαια; Δεν τα μοιράζουμε να τελειώνουμε; Συν ,για τους αριστερούς ψάλτες αυτής της άποψης, το ότι πρέπει να αντισταθούμε στον πόλεμο «των δύο αστικών τάξεων», όπως είχε πει το 1914 (σε τελείως άλλες συνθήκες) ο Λένιν κ.λπ. Βεβαίως, η εδώ περιγραφή της άποψης, που κυκλοφορεί πολύ και στο αριστερό εξωκοινοβούλιο και αναρχία και στον ΣΥΡΙΖΑ και σε τμήματα της «κοσμοπολίτικης» (και αμερικανόπνευστης) Κεντροδεξιάς, είναι σχηματική. Υπάρχουν παραλλαγές της.
ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΠΟΨΕΩΝ βλέπει τα δέντρα και όχι το δάσος. Αλλά και τα δέντρα δεν τα βλέπει σωστά, παρά με φιλοερντογανική μυωπία. Το δικαίωμα των ελληνικών νησιών να έχουν ΑΟΖ στηρίζεται στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και ειδικότερα στην Διεθνή Σύμβαση του Montego Bay του 1982. Έχουν υπάρξει ενδοκρατικές αντιδικίες για την ερμηνεία της, αλλά η ρύθμιση δεν έχει πάψει καθόλου να ισχύει. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα ελληνικά νησιά «πνίγουν» την τουρκική ενδοχώρα, αφού μεταξύ διαφορετικών χωρών που γειτνιάζουν θαλάσσια υπάρχει η στάθμιση της «μέσης ναυτικής γραμμής» μεταξύ των ΑΟΖ. Βεβαίως, αποτελεί σοβαρό λάθος της Ελλάδας που δεν έχει ανακηρύξει τη δική της ΑΟΖ ως τώρα. Το ότι, όμως, δεν άσκησε αυτό το διεθνές δικαίωμά της δεν σημαίνει ότι το έχει απωλέσει ή έχει παραιτηθεί από την άσκησή του. Επίσης, ας δούμε και την πρακτική οικονομική σημασία του δικαιώματος. Εξορύξεις υδρογονανθράκων στον βυθό και το υπέδαφος. Πηγή ενέργειας αντιπεριβαλλοντική, ρυπογόνα και κρισιογόνα, καμία αντίρρηση. Σημαίνει, όμως, αυτό ότι από αυτόν τον φυσικό πόρο πρέπει μονομερώς να παραιτηθούμε και για τις επόμενες γενεές και υπό πιθανόν πιο ευνοϊκούς για τον λαό και το περιβάλλον μελλοντικούς συσχετισμούς κοινωνικής δύναμης , για να τον εκμεταλλευθεί χωρίς τέτοιες ευαισθησίες αποκλειστικά η νέο-οθωμανική Τουρκία; Επίσης, η ΑΟΖ δεν αφορά μόνο τα πετρέλαια. Αφορά τα κρίσιμα για τα ελληνικά νησιά αλιευτικά δικαιώματα, μορφές ορυκτού πλούτου άλλου είδους, περιβαλλοντική προστασία της θάλασσας, ακόμη και το δικαίωμα να ανεγείρει μια χώρα εντός της ΑΟΖ της τεχνητά νησιά που αυξάνουν την στενή εδαφική κυριαρχία της (ζήτημα που στην Νότια Κινεζική Θάλασσα, μεταξύ άλλων, έχει δημιουργήσει σοβαρές διακρατικές συγκρούσεις, άρα, πολύ υπαρκτό).
Απέναντι στην περιφερειακή υπερδύναμη Τουρκία, η έντονα υποβαθμισμένη οικονομικά και πολιτικά Ελλάδα όχι μόνο δεν συγκροτεί την «συμμετρική επιθετική αστική τάξη» αλλά έχει το δικαίωμα να μην αναγνωρίσει μονομερείς επιθετικές κινήσεις και να αντισταθεί, με κάθε μέσο, ως εθνικό κράτος στην αποδυνάμωση και τελικά την δορυφοριοποίηση ή διάλυσή του
ΠΑΜΕ ΤΩΡΑ από τα δέντρα στο δάσος. Το «δάσος» δεν είναι τα οικονομικά κυριαρχικά δικαιώματα που συνεπάγεται η ΑΟΖ αλλά η στενότερη κρατική κυριαρχία και η εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας. Αν γίνει δεκτό και αναγνωρισθεί ότι τα ελληνικά νησιά ή έστω τα πιο ανατολικά από αυτά (η Κρήτη, η Λέσβος, η Χίος, η Σάμος, η Ρόδος, η Κως, το Καστελόριζο κ.ά., δηλαδή κατά μια έννοια τα σημαντικότερα σε μέγεθος και πληθυσμό ελληνικά νησιά ) δεν έχουν δικαίωμα σε ΑΟΖ και σε υφαλοκρηπίδα (η υφαλοκρηπίδα είναι παλαιότερο δικαίωμα από την ΑΟΖ και στενότερο από αυτήν: αφορά τον βυθό και το υπέδαφος του βυθού αλλά όχι τα υπερκείμενα ύδατα), αυτό που χάνεται δεν είναι μόνο τα οικονομικά δικαιώματα που παρέχει η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Χάνεται η γεωπολιτική σχέση και δεσμός ανάμεσα στην ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά αυτά. Χωρίς οικονομικά δικαιώματα και χωρίς άνοιγμα δραστηριοτήτων στην θαλάσσια ζώνη των 200 ναυτικών μιλίων από την ξηρά που αφορά η ΑΟΖ, τα νησιά θα περιτριγυρίζονται στενά από μια αποκλειστική τουρκική ζώνη οικονομικής ανάπτυξης, συνδυασμένη και με την ευχερέστερη στρατιωτική τουρκική ανάπτυξη στα διεθνή ύδατα και με μια απόλυτη κυριαρχία στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και δίκτυα. Τα νησιά αυτά θα γίνουν πιο φτωχά, λιγότερο συνδεδεμένα από κάθε άποψη με την ελληνική ηπειρωτική χώρα και περισσότερο συνδεδεμένα από κάθε άποψη με την τουρκική μικρασιατική παραλία. Θα έχουν ακόμη παραπάνω παρασιτική οικονομία. Θα «βλέπουν» αναγκαστικά κοινωνικοοικονομικά, πολιτιστικά και τελικά και πολιτικά όχι προς την υπόλοιπη Ελλάδα αλλά προς την διογκούμενη νέο-οθωμανική Τουρκία του Ερντογάν (κάτι που ήδη ισχύει για ορισμένα από αυτά σε μικρότερο βαθμό). Γεωπολιτικά, και χωρίς να χρειάζεται να γίνει κανείς μάντης δεινών, αυτό συνεπάγεται την μεσοπρόθεσμη γκριζοποίηση όλων αυτών των νησιών και όχι μόνο του «μοναχικού Καστελόριζου» και την τελική μετάβασή τους στην τουρκική κυριαρχία, σύμφωνα με το σχέδιο της «Γαλάζιας Πατρίδας». Ανατροπή της Λωζάννης, ακρωτηριασμός της Ελλάδας, διακύβευση της κρατικής υπόστασής της.
ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΕΝΑ ΚΡΑΤΟΣ περιφερειακή πια υπερδύναμη, όπως η Τουρκία, που, πέρα από την μεγάλη βιομηχανική, πολιτική και δημογραφική ισχύ της, επιχειρεί στρατιωτικά στην Λιβύη, την Συρία και το Ιράκ, κατέχει παράνομα το βόρειο τμήμα της Κύπρου, έχει στρατιωτικές βάσεις στην Λιβύη, τη Συρία, την Αλβανία, το Κατάρ, τη Σομαλία και το Αζερμπαϊτζάν, η έντονα υποβαθμισμένη οικονομικά και πολιτικά Ελλάδα όχι μόνο δεν συγκροτεί την «συμμετρική επιθετική αστική τάξη» (η μελέτη των μεγεθών δείχνει το καταγέλαστο αυτής της άποψης), αλλά έχει το δικαίωμα να μην αναγνωρίσει μονομερείς επιθετικές κινήσεις και να αντισταθεί, με κάθε μέσο, ως εθνικό κράτος στην αποδυνάμωση και τελικά την δορυφοριοποίηση ή διάλυσή του. Δεν κάναμε ως Έλληνες μια επανάσταση το 1821 για να ξαναγυρίσουμε στην (νέα) Οθωμανική Αυτοκρατορία 200 χρόνια αργότερα.