Του Μάρκου Δεληγιάννη
Την τελευταία Πέμπτη του Φλεβάρη (26/2), μόλις η νύχτα άρχιζε την κυριαρχία της πάνω στην πόλη να εδραιώνει, κι ενώ ανυπόμονοι επαναστάτες διαμαρτύρονταν για της Ανταρσίας την αναβολή, τρέποντας σε φυγή τα τροχοφόρα κι αφήνοντας της πόλης το κέντρο λεύτερο από τις κινούμενες λαμαρίνες, τότε, τα βήματά μου μ’ έφεραν στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αθηνών. Θεατής, εκεί, επρόκειτο να γίνω μιας εκδήλωσης, που το ΜΑ.ΧΩ.ΜΕ. οργάνωσε, για την ΕΠΟΝ. Τίτλος: Πολεμάμε και τραγουδάμε για μια πατρίδα νέα. Πριν στο επιβλητικό το κτήριο εισέλθω, στις σκάλες πεταμένοι, τέσσερεις- πέντε, άνθρωποι νέοι, κτυπούσαν ενέσεις στις φλέβες τους τις ταλαιπωρημένες. Ντεκόρ μοναδικό στην είσοδο του Πνευματικού Κέντρου της ανοχύρωτης πόλης. Αναστατωμένος μπήκα στο Αμφιθέατρο. Εκεί, ευτυχώς, μ’ αγκάλιασαν οι όμορφες φυσιογνωμίες των αγωνιστριών και αγωνιστών της ΕΠΟΝ, που με πάθος μοναδικό κατέθεταν της ζωής τους το ταξίδι στο ακροατήριο. Μ’ αγκάλιασαν και την αηδία που ένιωθα, ευθύς εξαφανίσανε. Κι ύστερα, όταν με φλόγα στη ματιά κι ακόρεστη λαχτάρα στη φωνή, τον ύμνο της ΕΠΟΝ τραγουδούσαν, δάκρυα αυλάκωσαν τα μάγουλά μου. Πόσο θάθελα τούτη τη στιγμή ποιητής νάμουνα, τις λέξεις τις μοναδικές να διάλεγα κι αυτές τις άγιες μορφές με καίριους στίχους να ζωγράφιζα.
Μεγάλα γεγονότα που χάθηκαν μες στου ταξιδιού την αποτυχία. Το λιμάνι που τόσο ονειρευτήκανε, ποτέ δεν αντικρίσανε. Ίσως οι χάρτες να φταίγανε που ήταν λανθασμένοι κι όμως το όνειρο που υπηρέτησαν, στην Αθανασία τους οδήγησε. Τόσες νύχτες κατασκότεινες. Ούτε ένα αστέρι δεν κατάφερνε τον κλοιό των μαύρων σύννεφων να διασπάσει. Όμως, σύντροφοι, οι προσδοκίες μιας ολάκερης ζωής δεν πρέπει να χαθούν μες στης ματαίωσης την σκληρότητα.
Βγήκα πάλι στους έρημους δρόμους της πόλης. Άνοιξα του νου το σημειωματάριο κι άρχισα να γράφω τις παρακάτω γραμμές:
Τούτο, ευχή δεν είναι, μα απαίτηση. Ο καιρός κύλησε μα η περιπέτεια δεν τέλειωσε. Πόσες ζωές, στ’ αλήθεια, κατατέθηκαν στου ονείρου το χρηματιστήριο; Κι όλες αυτές, δικαίωση ζητούν. Σύντροφοι μην το ξεχνάτε αυτό. Οι αντάρτες της ΕΠΟΝ με σαφήνεια το εκφράζουν. Αυτή η κυβέρνηση η Αριστερή δεν μπορεί να αποτύχει, δεν έχει περιθώρια για άλλη ήττα. Ο δρόμος διαφυγής απ’ της Ιστορίας το πεπρωμένο δεν υπάρχει. Τι κι αν σε λαβύρινθο τώρα βρίσκεται, το μονοπάτι το σωστό γρήγορα πρέπει ν’ ανακαλύψει. Είναι υπόσχεση μα και δικαίωση σ’ αυτές τις άγιες μορφές που στη ζωή είναι γαντζωμένες, κοντά ένα αιώνα τώρα.
Τα μέτωπα είναι πολλά. Απέναντι στην Αριστερή κυβέρνηση, οι αδίστακτοι έμποροι της πληροφορίας, οι λαίμαργοι σπεκουλαδόροι του χρήματος, τ’ απύλωτα στόματα των εφοπλιστών, οι εργολάβοι της γης, οι χαμαιλέοντες με τις ευκίνητες και επίμηκες γλώσσες, οι αργυραμοιβοί της αθλητικής ιδέας και τέλος οι παλιοί εντολοδόχοι των τοκογλύφων που φοβούνται τη Νέμεση. Όλοι αυτοί, ένα μέτωπο μαύρο, μια συμμαχία ανίερη, την προσπάθεια της Αριστεράς θα πολεμήσουν. Όλοι αυτοί εύχονται ολόψυχα, η αποτυχία του μοναδικού εγχειρήματος- η Αριστερά να κυβερνήσει – ν’ αποτύχει. Δεν τους νοιάζει, πόσο οδυνηρή για τον κοσμάκη θάναι μια ενδεχόμενη ήττα των δυνάμεων της Αριστεράς.
Όμως αυτά, σύντροφοι, γνωστά είναι. Κανείς ψευδαισθήσεις δεν έτρεφε πως όλοι αυτοί θα υποκλίνονταν μπροστά στον άδολο ενθουσιασμό μας, στον πόθο μας το αύριο ν’ αγκαλιάσουμε. Ας μη γελιόμαστε, οι μάχες σκληρές θάναι. Μα ένα ερώτημα καυτό προβάλλει: είχαμε κατάλληλα τον στρατό μας εξοπλίσει; Όταν η διεθνής των τοκογλύφων θα επιτεθεί, θα είμαστε έτοιμοι από καιρό; Μόνοι σύμμαχοι σε τούτο τον ανειρήνευτο πόλεμο είναι ο κόσμος ο δικός μας, ο κόσμος του μόχθου και της δημιουργίας, σ’ αυτούς σύντροφε, με γλώσσα ξεκάθαρη την αλήθεια να πούμε, κι αν χρειαστεί πάλι στους δρόμους να βγούμε. Και μην ξεχνάτε, σύντροφοι, οι Άγιες μορφές του παρελθόντος επιτάσσουν: ένας μόνο δρόμος υπάρχει, η επιτυχία.