Είναι προφανές ότι ο τρόπος που χειρίστηκε η ΟΛΜΕ το θέμα της απεργίας, όχι μόνο στη συνέλευση προέδρων αλλά όλη την τελευταία περίοδο, αφήνει σε αμηχανία τους συναδέλφους στον κλάδο.
Έναν κλάδο που αποφάσισε για απεργία και απεργία δεν κατάφερε να κάνει, εξαιτίας της στάσης τσαμπουκά που κράτησε η κυβέρνηση του μνημονίου, της επιστράτευσης και της καταστροφής.
Παρόλα αυτά, παρά τα παιχνίδια στο Δ.Σ. της ΟΛΜΕ και παρά τις παραταξιακές σκοπιμότητες, έχει νομίζω εξαιρετική σημασία να κρατήσουμε ότι όλες τις προηγούμενες ημέρες οι συνάδελφοι καθηγητές έδειξαν ελπιδοφόρα μηνύματα για όποιον θα ήθελε να τα αφουγκραστεί και να τα αξιοποιήσει. Εκδήλωσαν σε μεγάλο βαθμό την οργή τους, αλλά και τη διαθεσιμότητά τους να κινητοποιηθούν. Ήταν στοιχείο που αν το αξιοποιούσε σωστά η ΟΛΜΕ, αν δηλαδή το προετοίμαζε, το προσανατόλιζε σε παρεμβάσεις, σε κινητοποιήσεις, θα μπορούσαν να κυλήσουν διαφορετικά τα πράγματα. Η διάθεση για αγώνα είναι μια σημαντική παρακαταθήκη.
Το δόγμα ότι «αν μας επιστρατεύσουν θα γυρίσουμε στους συναδέλφους με το κεφάλι ψηλά», μια οπτική που καθοδήγησε εκ του ασφαλούς τη σκέψη της συνδικαλιστικής μας ηγεσίας, απεδείχθη (και εκ του αποτελέσματος) όχι μόνο ανόητο, αλλά καταστροφικό. Ειδικά σε μια στιγμή που στη σκέψη των αγωνιζόμενων έπρεπε να είναι το «να πάμε στην κοινωνία με το κεφάλι ψηλά», να πάρουμε πρωτοβουλίες στοχευμένα, και τοπικά και πανελλαδικά, να δώσουμε το μήνυμα ότι μαζί με την κοινωνία θα υπερασπίσουμε το σχολείο, θα υπερασπίσουμε τη ζωή, θα ξαναπάρουμε τη χώρα μας πίσω. Αυτό θα μπορούσε να συγκινήσει το λαό περισσότερο από ό,τι μόνο τα δίκαια κεντρικά κλαδικά αιτήματα. Και αυτό θα ήταν η αρχή μιας μεγάλης πορείας και μιας μεγάλης και αναγκαίας, πραγματικής συμμαχίας. Αυτό είναι που έχουμε να ξεκινήσουμε τώρα, όχι μόνοι αλλά μαζί με το λαό, σε έναν συντονισμένο αγώνα όπου το επίδικο θα είναι πολιτικό και όχι κλαδικό.