Η ποίηση είναι το ύψιστο επαναστατικό μας καθήκον – όχι μόνο κάθε 21η Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα της Ποίησης, ούτε μόνο κάθε 25η Μαρτίου, Εθνική ημέρα ανάμνησης του Αγώνα της Ανεξαρτησίας.
Η ποίηση είναι το ύψιστο επαναστατικό μας χρέος. Όχι, η ποίηση δεν μας ανακουφίζει, ούτε παρηγορεί, ούτε καθησυχάζει. Η ποίηση δεν δικαιώνει, δεν εκπολιτίζει, δεν εξωραΐζει. Ούτε μας απαλύνει, ούτε γαληνεύει, ούτε ειρηνεύει. Ούτε, ασφαλώς, διδάσκει. «Η τέχνη και η ποίηση δεν μας βοηθούν να ζήσουμε: / η τέχνη και η ποίησις μας βοηθούνε/ να πεθάνουμε».
Η ποίηση είναι η ύψιστη επαναστατική πράξη, διότι, σαν κάθε αυθεντική επαναστατική χειρονομία, επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των λέξεων. Κυρίως αυτές που απαγορεύονται από τις συντεταγμένες λεκτικές οριοθετήσεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κάθε αυθεντική επαναστατική χειρονομία επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των εννοιών και των ανθρώπινων αισθημάτων, πρωτίστως αυτές που απορρίπτονται από τις συντεταγμένες κοινωνικές θεσμίσεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κάθε αυθεντική ερωτική χειρονομία επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των αισθήσεων, κυρίως αυτές που αποκλείονται από τις συντεταγμένες ενοχές και αγωνίες.
Γι’ αυτό αντιλαμβανόμαστε βαθύτερα τις ακατάστατες συχνά πράξεις των ανθρώπων μέσα από την ποίηση που τις ακολουθεί ή που αναδύεται ταυτοχρόνως μ’ αυτές ή που, όπως πολύ συχνά συμβαίνει και στην ζωή και στην ιστορία, προηγείται των πράξεων ως απόλυτα συνεπές πρωθύστερο. Η ποίηση του Σολωμού και του Κάλβου, ακόμα και στις πιο ονειρώδεις της ασυνέχειες (όπως στην περίπτωση της Γυναίκας της Ζάκυθος), καθιστά έκλαμπρα λογικές ακόμα και τις πλέον παράφορες, «αντι-ιστορικές» και ερμητικά κλειστές σε κάθε κώδικα μεθοδικής ερμηνείας πράξεις του Αγώνα της ανεξαρτησίας. Όπως η ποίηση του Μαγιακόφσκι, της Αχμάτοβα, του Γιεσένιν ή του Μπέλυι, ποιητών κομμουνιστών, αντικομμουνιστών, μεταφυσικών ή άναρχα ρέμπελων, καθιστά διαυγείς τις πιο έκρυθμες αντιφάσεις, τις πιο υπερβατικές (και ίσως αυτοκαταστροφικές) εξάρσεις της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Η ποίηση δίνει νόημα. Στα άρρητα, στα άφατα, στα μη μετρήσιμα, όμως όχι γι’ αυτό λιγότερο υπαρκτά. Και γι’ αυτό είναι το ύψιστο επαναστατικό μας χρέος. Γιατί τι μπορεί, τώρα και πάντα, να είναι επαναστατικότερο από μία «ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου», από μία «τρελή ροδιά», από έναν «ανάκουστο κιλαϊδισμό και λιποθυμισμένο»;
Η ποίηση είναι η ύψιστη επαναστατική πράξη, διότι, σαν κάθε αυθεντική επαναστατική χειρονομία, επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των λέξεων. Κυρίως αυτές που απαγορεύονται από τις συντεταγμένες λεκτικές οριοθετήσεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κάθε αυθεντική επαναστατική χειρονομία επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των εννοιών και των ανθρώπινων αισθημάτων, πρωτίστως αυτές που απορρίπτονται από τις συντεταγμένες κοινωνικές θεσμίσεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κάθε αυθεντική ερωτική χειρονομία επιτρέπει να αναδυθούν όλες οι δυνατότητες των αισθήσεων, κυρίως αυτές που αποκλείονται από τις συντεταγμένες ενοχές και αγωνίες.
Γι’ αυτό αντιλαμβανόμαστε βαθύτερα τις ακατάστατες συχνά πράξεις των ανθρώπων μέσα από την ποίηση που τις ακολουθεί ή που αναδύεται ταυτοχρόνως μ’ αυτές ή που, όπως πολύ συχνά συμβαίνει και στην ζωή και στην ιστορία, προηγείται των πράξεων ως απόλυτα συνεπές πρωθύστερο. Η ποίηση του Σολωμού και του Κάλβου, ακόμα και στις πιο ονειρώδεις της ασυνέχειες (όπως στην περίπτωση της Γυναίκας της Ζάκυθος), καθιστά έκλαμπρα λογικές ακόμα και τις πλέον παράφορες, «αντι-ιστορικές» και ερμητικά κλειστές σε κάθε κώδικα μεθοδικής ερμηνείας πράξεις του Αγώνα της ανεξαρτησίας. Όπως η ποίηση του Μαγιακόφσκι, της Αχμάτοβα, του Γιεσένιν ή του Μπέλυι, ποιητών κομμουνιστών, αντικομμουνιστών, μεταφυσικών ή άναρχα ρέμπελων, καθιστά διαυγείς τις πιο έκρυθμες αντιφάσεις, τις πιο υπερβατικές (και ίσως αυτοκαταστροφικές) εξάρσεις της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Η ποίηση δίνει νόημα. Στα άρρητα, στα άφατα, στα μη μετρήσιμα, όμως όχι γι’ αυτό λιγότερο υπαρκτά. Και γι’ αυτό είναι το ύψιστο επαναστατικό μας χρέος. Γιατί τι μπορεί, τώρα και πάντα, να είναι επαναστατικότερο από μία «ανάπτυξη στίλβοντος ποδηλάτου», από μία «τρελή ροδιά», από έναν «ανάκουστο κιλαϊδισμό και λιποθυμισμένο»;
Έλενα Πατρικίου
Σχόλια